Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Κωστής Παλαμάς

Αγέννητες ψυχές

(αποσπάσματα)

Τραγούδια αγέννητα,

λογής λογής,

της νύχτας όνειρα

και της αυγής…

Πάει! θα σας χάσω,

θεϊκό γιορτάσι…

("Πεντασύλλαβοι")


Μεγάλα οράματα, επικά ταξίδια, ρυθμισμένα
σοφά τραγούδια, αφύτρωτα βλαστάρια, θαμποζείτε
στης φαντασίας μου τα βαθιά, στα κρυφά της καρδιάς μου
κι ακόμα δε χαρήκατε με το φιλί της τέχνης,
του ιδανικού αφροπλάσματα, τον ήλιο που σας πρέπει.
[...]
— Μεγάλα οράματα, επικά ταξίδια, ρυθμισμένα
σοφά τραγούδια, αγέννητες κι εσείς ψυχές, ζητάτε
στης λησμονιάς να πνίξετε τα μαυρονέρια μέσα
τη θύμηση της πρώτης σας ζωής αναβρυσμένης
από της φύσης τις πηγές κι από της ιστορίας.
(Ω εσείς της φήμης οι ήρωες, της ποίησης τα διαμάντια!)
Ξανοίγω σας, αγέννητες, αγκομαχάτε, μέσα
σε τετραπάνωτη ζωή, στον Όλυμπο της τέχνης,
μες σε μια δεύτερη ζωή ν’ ανθίσετε για πάντα,
κι εγώ είμ’ εγώ ο βιργιλικός της χαλασμένης χώρας
ήρωας, κι ας μην κρατώ σπαθί κι ας είμαι της ειρήνης
πιστός που τα μελίγλωσσα τρέφει παιδιά του στίχου,
κι εσείς οι αγέννητες ψυχές, γύρω μου λαχταρώντας
το ξαναγέννημα στο φως του ήλιου που σας ταιριάζει,
μεγάλα οράματα, επικά ταξίδια, ρυθμισμένα
σοφά τραγούδια…
[...]

Ανέλπιδα για πάντα κοιμηθείτε
στης φαντασίας μου τα βαθιά, στα κρυφά της καρδιάς μου.
Δε θα σας πούνε στόματα, χέρια δε θα σας γγίξουν
και δε θα σας γνωρίσουνε τα μάτια που γνωρίζουν
ερωτικά να παίζουνε με τ’ άσπρα τα κορμάκια
και με τα μαύρα τα ματάκια που είναι τα βιβλία,
ξενυχτώντας απάνου τους. — Για πάντα κοιμηθείτε,
τι ανάπαψη σας καρτερά κι αποκάρωμα, κι ύπνος
πιο γλυκός κι απ’ το θάνατο στο κάτασπρο κλινάρι
του ανείπωτου που μέσα μου για σας απαλοστρώνω.

— Όχι, όχι! Σαν το Μάγο, νά! Μες στον καθρέφτη ο Μάγος
ξάνοιξε αστραφτερή στιγμή — την ουρανίαν Ελένη,
κι ας βρόντηξε βαριά στη γης αστραποχτυπημένος.
Έτσι κι εσείς απ’ τα βαθιά του αγέννητου φανείτε
στης τραγουδήστρας τέχνης μου το μαγικό καθρέφτη,
των ίσκιων ίσκιοι, και προτού να γοργαφανιστείτε,
ξαφνίστε όσους ορέγονται τα ονείρατα που θέλουν
κορμί αερένιο να ντυθούν με το ρυθμό του λόγου.
Κι ύστερ’ από μακριούς καιρούς — ποιός ξέρει — κι από αιώνες,
ως μέσ’ από τα τρίσβαθα των τρομερών Μητέρων
έφερε ο μαύρος ο Αρνητής κι απίθωσε στα χέρια
του αχόρταγου καταχτητή, του σκλάβου του κι αφέντη,
ξαναπλασμένο αλόγιαστα τ’ όνειρο της Ελένης, —
τραγούδια αστάλωτα, θαμπά, μισοτραγουδημένα,
ποιός ξέρει αν ύστερ’ από μακριούς καιρούς κι από αιώνες
δεν ξαναρθείτε στη ζωή, του κόσμου αιώνια θάμπη,
και σταλωτά και ολόφωτα και ασύγκριτα και ακέρια,
κι α δε σας φέρει από το χάος των τρομερών Μητέρων
προς τον τεχνίτην Άνθρωπον ο δαίμονας ο Οίστρος.

Κωστής Παλαμάς. 1915. Βωμοί. Αθήνα: τυπ. Εστίας. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Κωστής Παλαμάς. 1965. Άπαντα. Τόμος Ζ΄. Αθήνα: Μπίρης-Γκοβόστης.