Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Μελισσάνθη

Κατευόδιο


Να φύγουμε πριν μας προφτάσει η ζωή, στην ξένη γη

που δεν γνωρίζει τίποτα από τα παιδικά μας χρόνια.

Άρης Δικταίος


Είμαι η Εκάβη που πενθεί τα χαμένα παιδιά της
Βέλη σκληρά τα διαπεράσαν
στη μάχη της Τροίας
κι όσα γλιτώσαν έφυγαν σε μακρινό ταξίδι
ανοίγοντας φτερό.
—Θροεί το δέντρο με το πρώτο χάραμα
Σύννεφο από κελαηδισμούς ρίχνει το φύλλωμά του—
Κι άλλα πιαστήκανε σε ξόβεργα
άλλα μισέψανε για πάντα
κι άλλα κινήσαν να επιστρέψουνε
απ’ το μεγάλο δρόμο του Οδυσσέα·
«Αμέτε στο καλό! Κι ο Θεός μαζί σας»
Έχω φυλάξει μέσα στο σεντούκι μου
κορδέλες απ’ τις παιδικές τους ώρες
φωτογραφίες κιτρινισμένες
για να τις βρουν στο γυρισμό γελώντας και δακρύζοντας
Στόμα άδολο, βλέμμα παιδιού που καίει η δίψα
των πειρατών προγόνων.
Είχαν τον ίδιον ήλιο στη φωνή
την ίδια ασίγαστη λαχτάρα
που τα ’σπρωχνε στης θάλασσας το ερωτοπάλεμα.
Φτάναν τα μεσημέρια από τ’ ακροθαλάσσι
από τον άγριο πόντο που ’βαφε τα μάτια τους
με νοσταλγία θαλασσινή.
Την ίδια δίψα είχαν στο βλέμμα
των πειρατών προγόνων
τον ίδιον ήλιο στη φωνή·
«Έχω στημένο ένα καράβι στα σκαριά
για να κουρσέψω την καλή την Κυρά-Θάλασσα…»
Σωπάζει ξαφνικά η φωνή στο πλάι σου
Κατά πού τράβηξαν;
Πήραν την αυλακιά που ανοίγουν τα δελφίνια;
Ή βράχο βράχο περπατούν ψάχνοντας για κοχύλια;
—Αλάτι πικρό έχει πήξει στις λακκούβες τους—
«Μάνα καλή, μάνα πικρή
πάνω να κουρσέψω τη Μεγάλη Θάλασσα
μ’ ένα σκαρί θαλασσινό
κατράμι μέσα κι όξω καλαφατισμένο
του ταξιδιού ν’ αντέξει την αρμύρα…»

Ψηλό χοχλάδι σαν χαλάζι
σκέπασε τη μνήμη τους
τώρα που οι άνεμοι θαλασσινοί
σγουραίνουν τα μαλλιά τους.
—Τις παιδικές κορδέλες τους έχω φυλάξει
για να τις βρουν στο γυρισμό γελώντας και δακρύζοντας—
Κινούν τα γλαροπούλια απ’ το γιαλό
χαιρετισμού σινιάλο
«Αμέτε στο καλό!
Κι ο Θεός μαζί σας!».

Μελισσάνθη. 1961. Ανθρώπινο σχήμα. Αθήνα: Δίφρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Μελισσάνθη. 1975. Τα ποιήματα της Μελισσάνθης (1930–1974). Αθήνα: Οι εκδόσεις των φίλων.