Το πρώτο τυπογραφικό

Το πρώτο υπό διαμόρφωση δεκαεξασέλιδο της Νέας Πορείας (τχ. 1, Μάρτιος 1965, σ. 1-16) είναι ένα εύγλωττο τεκμήριο της γέννησης του περιοδικού μέσα από το προηγούμενο Μορφές του οποίου αποτελεί ταυτόχρονα συνέχεια και ανανέωση. Οι Μορφές είχαν διακόψει την κυκλοφορία τους τον Φεβρουάριο του 1954 (Γ΄ περίοδος κυκλοφορίας από τον Ιούνιο του 1949, με αρχισυντάκτη τον Χρήστο Ντάλια). Μια προσπάθεια επανέναρξης έγινε στις αρχές του 1955. Είχε ήδη τυπωθεί το τεύχος 90 του περιοδικού (έτος Θ΄, Ιανουάριος 1955, περίοδος Δ΄), όταν αποφασίστηκε «επί του πιεστηρίου» η ματαίωση της επανακυκλοφορίας του. Ο Τηλέμαχος Αλαβέρας, υπεύθυνος σύνταξης των Μορφών με διευθυντή τον Χρήστο Ντάλια στη ματαιωμένη Δ΄ περίοδο κυκλοφορίας του, αποφασίζει την έναρξη ενός νέου περιοδικού στο οποίο δίνει τον τίτλο Νέα Πορεία, ενδεικτικό για την πρόθεση να δοθεί νέα ώθηση (επίσης, με διευθυντή τον Χρήστο Ντάλια και επιμελητή ύλης τον Τηλέμαχο Αλαβέρα). Η χειρόγραφη μετονομασία εμφανίζεται στην πρώτη σελίδα, ενώ, ακόμη, στην τρίτη σελίδα διατηρούνται τα στοιχεία αναφοράς στις Μορφές. Το τεκμήριο αποτυπώνει τη στιγμή της μετάβασης και προέρχεται από το αρχείο της Ρούλας Αλαβέρα. Το τεύχος μετατρέπεται στο πρώτο της Νέας Πορείας και κυκλοφορεί έπειτα από δύο μήνες, τον Μάρτιο του 1955. Η «νέα πορεία» του μακροημέρευσε και, μέσα από πολλές δυσκολίες, έφτασε μέχρι το αποχαιρετιστήριο τεύχος τον Φεβρουάριο του 2009. Από την αντιπαραβολή του τυπογραφικού του αποσυρμένου νέου τεύχους της Δ΄ περιόδου των Μορφών με το αντίστοιχο πρώτο του νέου περιοδικού προκύπτει ότι το απόσπασμα από τον «Δενδρόκηπο» του Γιώργου Θέμελη (σ. 4-5) αντικαταστάθηκε από το ποίημα «Σκιές» του ίδιου ποιητή (σ. 3), ενώ προστέθηκαν και τα ποιήματα του Ηλία Κατσόγιαννη «Νυχτερινό», «Ορθρινό», «Αναδρομή» και «Σούρουπο» (από τη συλλογή του Δυσμικά, σ. 4-5). Το εναρκτήριο σημείωμα για τη νέα περίοδο των Μορφών, συστατικό κείμενο της αφετηρίας της σχεδιαζόμενης τέταρτης περιόδου κυκλοφορίας του, ασφαλώς αποσύρθηκε. Δημοσιεύεται εδώ για πρώτη φορά:

«…Και συνεχίζουμε την έκδοσή μας. Ίσως το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε να ωρίμασε τόσο πολύ μέσα μας, ίσως τα πράγματα σωρεύθηκαν, ίσως κάτι να άλλαξε… Όλα αυτά θα τα δείξη ο χρόνος. Εμείς προσπαθήσαμε και συνεχίζουμε την προσπάθειά μας.

Νομίζουν πολλοί ότι η πνευματική Θεσσαλονίκη έχει ατονίσει, ότι οι ωρισμένοι έχουν κλειστεί ερμητικά στον εαυτό τους, ότι ίσως δεν έχουν τίποτε άλλο να ειπούν, ότι ο χρόνος εδάμασε φιλοδοξίες –γιατί βεβαίως μόνο τις φιλοδοξίες μπορεί να δαμάση ο χρόνος– ότι εκείνο που έγινε είναι ανεπανάληπτο, ότι τα πάντα κάπου σταματούν. Και όμως. Η πνευματική Θεσσαλονίκη δεν καθεύδει. Συνεχίζει. Απόδειξη η επανέκδοσή μας.

Μη νομισθή πως κάνουμε διαχωρισμό μεταξύ πνευματικής Θεσσαλονίκης και πνευματικής Αθήνα. Όχι, Για μας δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Για μας υπάρχει μόνο ο πνευματικός άνθρωπος στην καθαρή του μορφή, προ παντός σαν ηθικό στοιχείο. Κάθε τι που θα υπάρξη πέρα από αυτόν θα μας είναι ξένο.

Αυτές οι λίγες γραμμές δεν έχουν σκοπό προγραμματικών δηλώσεων, όπως συνηθίζεται, απλώς υπενθυμίζουν ή τονίζουν ωρισμένες απόψεις.» (σ. 3).

Β. Βασιλειάδης

Τούτη η βαρειά συναίσθηση ευθύνης, που δεν κληρονομήθηκε, αλλά σου δίνεται από τα ίδια τα πράγματα, σε κρατά σε μια διαρκή εγρήγορση, δε σ’ αφήνει στιγμή ησυχίας. Πρέπει να επιλύσεις μέσα σου τη διαφορά μεταξύ του καθαρά νοητικού αντικρύσματος, από μια πλευρά και του ψυχικού από την άλλη, ώστε φέρνοντας σ’ ισοζυγία τούτα τα δύο να κατορθώσεις να δεις σαν αυθύπαρκτο πνευματικό γεγονός την περίπτωσή σου μέσα στον κόσμο, αλλά και σε συσχετισμό με το περιβάλλον.

Τηλέμαχος Αλαβέρας