Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: φυγοπονία
1 item total
φυγοπονία η [fiγoponía] Ο25 : (λόγ.) η ιδιότητα του φυγόπονου· η τάση αποφυγής ενεργειών ή δραστηριοτήτων που απαιτούν ή προϋποθέτουν σωματικό ή πνευματικό μόχθο, κόπο· οκνηρία, τεμπελιά. ANT φιλοπονία.

[λόγ. < ελνστ. φυγοπονία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go