Dictionary of Standard Modern Greek
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- τσιμουδιά η [tsimuδjá] Ο24 : ελάχιστος ψίθυρος, συνήθ. στις εκφράσεις δε βγάζω / δεν ακούγεται ~, μιλιά, λέξη: Mη βγάλεις ~! || (ως προτροπή ή προσταγή) ~!, σιωπή! σουτ!
[;]