Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: πεπραγμένα
1 item total
πεπραγμένα τα [pepraγména] Ο39 : το σύνολο των ενεργειών (πράξεων, αποφάσεων κτλ.) κάποιου και ιδίως ενός ιδρύματος, σωματείου, συλλόγου κτλ.: Έκθεση των πεπραγμένων του απερχόμενου διοικητικού συμβουλίου στη γενική συνέλευση των μελών του συλλόγου. Ψήφιση / καταψήφιση / έγκριση / απόρριψη των πεπραγμένων. Έκδοση των πεπραγ μένων ενός συνεδρίου.

[λόγ. ουδ. πληθ. μππ. του αρχ. πράττω μτφρδ. γαλλ. actes & αγγλ. proceedings]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go