Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: μποστάνι
1 item total
μποστάνι το [bostáni] Ο44 : χωράφι φυτεμένο με καρπούζια, με πεπόνια ή με λαχανικά.

[τουρκ. bostan (από τα περσ.) ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go