Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- λάμδα το [lámδa] Ο (άκλ.) : ονομασία του ενδέκατου γράμματος του ελληνικού αλφαβήτου· (βλ. και Λ, λ): Kεφαλαίο / μικρό ~.
[λόγ. < αρχ. λάμβδα (με απλοπ. του συμφ. συμπλ. [mvδ > mδ] ) < λάβδα σημιτ. προέλ., πρβ. εβρ. lamedt· (δες και Λ)]