Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: καλοκαγαθία
1 item total
καλοκαγαθία η [kalokaγaθía] Ο25 : στην κλασική αρχαιότητα, ο ιδεώδης χαρακτήρας του ανθρώπου που συνδύαζε το σωματικό κάλλος με την ηθική τελειότητα.

[λόγ. < αρχ. καλοκἀγαθία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go