Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εχεμύθεια
1 εγγραφή
εχεμύθεια η [exemíθia] Ο27 : η ιδιότητα του εχέμυθου, η διαφύλαξη μυστικού που το εμπιστεύτηκαν σε κπ. ANT ακριτομυθία: Bασίζομαι στην εχεμύθειά σου. Tου υποσχέθηκα απόλυτη ~. Mου είπε κάτι υπό ~, γι΄ αυτό δεν μπορώ να το επαναλάβω.

[λόγ. < ελνστ. ἐχεμυθ(ία) με σφαλερή αντικατάσταση -εια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες