Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επανέκδοση
1 εγγραφή
επανέκδοση η [epanékδosi] Ο33 : η εκ νέου έκδοση ενός εντύπου: ~ ενός βιβλίου. Δεν πρόκειται για ~ αλλά για απλή ανατύπωση. || (για περιοδικό ή εφημερίδα) επανάληψη της έκδοσής του, η οποία είχε διακοπεί: H εφημερίδα συμπληρώνει εκατό χρόνια με αρκετές όμως διακοπές και επανεκδόσεις.

[λόγ. επαν(α)- έκδο(σις) -ση μτφρδ. γαλλ. réédition]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες