Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εθνολογία
1 εγγραφή
εθνολογία η [eθnolojía] Ο25 : η επιστήμη που μελετά μικρά αυτοτελή κοινωνικά σύνολα, πρωτόγονων κυρίως κοινωνιών, για να διαπιστώσει τους γενικούς νόμους που διέπουν τη δομή και την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών· κοινωνική ανθρωπολογία, πολιτιστική ανθρωπολογία.

[λόγ. < γαλλ. < ethnologie < ethno- = εθνο- + -logie = -λογία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες