Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: αντινομία
1 item total
αντινομία η [andinomía] Ο25 : 1.αντίφαση: Λογική ~. Yπάρχει ~ ανάμεσα στο σύστημα εκπαίδευσης και στο εθνικό συμφέρον. 2. (λογ.) κατά ζεύγη αντίφαση και αμοιβαία αναίρεση προτάσεων, οι οποίες χωριστά μπορεί να αληθεύουν.

[λόγ. < ελνστ. ἀντινομία `σύγκρουση νόμων΄ σημδ. γαλλ. antinomie (στη νέα σημ.) < ελνστ. ἀντινομία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go