Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φορολογούμενος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φορολογούμενος -η -ο [foroloγúmenos] Ε5 : που πληρώνει φόρο: Ως ~ πολίτης έχω απαιτήσεις από το κράτος. || (συχνά ως ουσ.) ο φορολογούμενος: Mέτρα σε βάρος των φορολογουμένων.

[λόγ. μπε. του φορολογώ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go