Combined Search
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρουθήνιο το [ruθínio] Ο40 (χωρίς πληθ.) : χημικό στοιχείο που ανήκει στην κατηγορία των μετάλλων.
[λόγ. < νλατ. ruthen(ium) -ιον < μσνλατ. Ruthenia `Ρωσία΄ όπου πρωτοβρέθηκε]