Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: νουθέτηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
νουθέτηση η [nuθétisi] Ο33 : η ενέργεια του νουθετώ: H ~ του παιδιού απ΄ τον πατέρα του.

[λόγ. < αρχ. νουθέτη(σις) -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go