Combined Search
2 items total [1 - 2] | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αποτάν, σύνδ.,
- βλ. αφόντας.
[Λεξικό Γεωργακά]
- απόταν [apótan] conj (written also απ' όταν) (& απότα)
- fr the time when, (ever) since (syn αποτότε που, αφόταν, αφότου):
- ο θάνατος της Δήλου χρονολογείται ~ έπαψαν πια να μαζεύονται προσκυνητές (Ouranis) |
- ένα βράδυ, δεν θα είχε κλείσει χρόνος ~ παντρευτήκαν, ήρθε ο συνεταίρος του μ' ένα καλάθι (GSaranti) |
- poem .. τραγούδι πλέον ψηλό | δεν ακούστηκεν, απότα | έψαλ' ο Άγγλος ο τυφλός (Solom) |
- κ' η καρδιά μου, που ~ γεννήθηκα | ήταν σε κίνδυνο κλ (Vrettakos)
[fr MG (14th c.) απότα, cpd w. όταν; cf PatrG (7th c.) ἀπότε 'id']
- fr the time when, (ever) since (syn αποτότε που, αφόταν, αφότου):