Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βαρεία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βαρεία η [varía] Ο25 : (γραμμ.) σημάδι τονισμού που ήταν σε χρήση στο γραπτό (κυρ. τυπωμένο) λόγο.

[λόγ. < ελνστ. βαρεῖα (στη νεότ. σημ.) < αρχ. βαρεῖα θηλ. του επιθ. βαρύς]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go