Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

α. Οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα

Η οικονομία του Πρώιμου Βυζαντινού Κράτους είχε τα παρακάτω χαρακτηριστικά: • Η κύρια πηγή πλούτου ήταν η γεωργία. • Το κράτος ακολουθούσε παρεμβατική πολιτική, προσπαθώντας να καθορίσει τις οικονομικές εξελίξεις. • Στις εμπορικές συναλλαγές χρησιμοποιούνταν ευρύτατα το νόμισμα. Αντίθετα οι ανταλλαγές είδους με είδος ήταν περιορισμένες (εκχρηματισμένη οικονομία). • Στο ανατολικό τμήμα, ως τα μέσα του 6ου αι., οι πόλεις είχαν βαρύνουσα οικονομική σημασία.

Στην ύπαιθρο η γη άρχισε να συγκεντρώνεται στα χέρια των μεγάλων γαιοκτημόνων, που μετέτρεπαν τους καταχρεωμένους μικροϊδιοκτήτες σε εξαρτημένους αγρότες ή πάροικους. Η ενοικίαση της γης από τον πάροικο ήταν χρονικά απεριόριστη και κληρονομική. Συγχρόνως ο πάροικος ήταν προσδεμένος στο χωράφι που καλλιεργούσε. Οι φόροι έπλητταν βαρύτερα τον αγροτικό από τον αστικό πληθυσμό και ανάγκαζαν πολλούς αγρότες να εγκαταλείπουν τη γη τους και να καταφεύγουν στις μονές ή να διογκώνουν τον πληθυσμό των μεγαλουπόλεων. Έτσι ο πολυάριθμος πληθυσμός των πόλεων υπέφερε από τη φτώχεια και γι' αυτό συχνά προκαλούσε ταραχές. Για να αποτρέψουν τέτοιες εκδηλώσεις, οι αρχές των μεγαλουπόλεων και ειδικά της Κωνσταντινούπολης συνήθιζαν να διανέμουν δωρεάν σιτάρι και να οργανώνουν θεάματα στον Ιππόδρομο. Από την άλλη μεριά η επέκταση της βυζαντινής επιρροής στις χώρες της Ερυθράς θάλασσας (Αιθιοπία και Υεμένη), ιδίως στα χρόνια του Ιουστίνου Α', διευκόλυνε την ανάπτυξη και αύξησε τα κέρδη του μακρινού εμπορίου. Από το δρόμο της Ερυθράς έλληνες και σύροι έμποροι μετέφεραν στις ακτές της Μεσογείου και στην Κωνσταντινούπολη τα προϊόντα πολυτελείας της Ανατολής (μετάξι, μπαχαρικά κ. ά.).

Έπαυλη (villa). Μωσαϊκό δάπεδο της Θάβρακας (Τυνησία, Εθνικό Μουσείο Bardo).

Νόμισμα και εξωτερικό εμπόριο Κάποτε (περ. 525) ένας από τους εμπόρους της Αδούλης (λιμάνι της Αιθιοπίας), ο Σώπατρος ήλθε για εμπορικές υποθέσεις στο νησί Ταπροβάνη (σημερινή Σρι Λάνκα, νότια των Ινδιών). Στο νησί είχε αγκυροβολήσει κι ένα περσικό πλοίο. Οι έμποροι της Αδούλης, ανάμεσα τους και ο Σώπατρος, αποβιβάστηκαν στη στεριά. Αποβιβάστηκαν κι οι Πέρσες, ανάμεσα τους κι ένας πρεσβευτής. Έπειτα οι άρχοντες και οι τελώνες της χώρας τους δέχτηκαν και τους οδήγησαν μπροστά στο βασιλιά […]. Ο βασιλιάς […] διέταξε να του φέρουν τα δύο νομίσματα. Το βυζαντινό ήταν από καθαρό χρυσάφι, λαμπερό κι όμορφο […]. Το περσικό μιλιαρήσιο ήταν ασημένιο και δεν μπορούσε να συγκριθεί με το χρυσό νόμισμα. […] Ο βασιλιάς […] επαίνεσε πολύ το βυζαντινό νόμισμα και είπε: «Πραγματικά οι Ρωμαίοι είναι και λαμπροί και ισχυροί και σοφοί». Και διέταξε να τιμηθεί εξαιρετικά ο Σώπατρος. Τον έβαλαν στη ράχη ενός ελέφαντα και τον περιέφεραν στην πόλη, ενώ χτυπούσαν τα τύμπανα. Αυτά μου τα διηγήθηκαν ο ίδιος ο Σώπατρος και οι έμποροι της Αδούλης που επισκέφθηκαν την Ταπροβάνη. Ο Πέρσης δοκίμασε μεγάλη ταπείνωση και ντροπή όταν έγιναν αυτά. Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία, XI, 17-19, έκδ. Wolska-Conus, τόμ. 3 (Παρίσι 1973), 349-351.

Χρυσό νόμισμα του Ιουστίνου Α' και του Ιουστινιανού Α' ως συναυτοκρατόρων (Λονδίνο, Βρεττανικό Μουσείο).