"Institute of Educational Policy" Books
III Ενδεικτική σύνθεση των αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων του άξονα 3
Οι επιπτώσεις του εκσυγχρονισμού στο χαρακτήρα της συνοικίας Αν από το παράδειγμα της Κέρκυρας αναδείχθηκε ο ρόλος της ανέγερσης οχυρώσεων στη διαμόρφωση του αστικού χώρου, η Θεσσαλονίκη του τέλους του 19ου αι. μας παρέχει ένα αντίστροφο παράδειγμα, αυτό της διαμόρφωσης των συνοικιών μετά την κατεδάφιση του κλοιού των οχυρώσεων. Όπως είναι γνωστό, η πόλη της Θεσσαλονίκης κατά το μεγαλύτερο μέρος της οθωμανικής κυριαρχίας ορίζεται από τον οχυρωματικό περίβολο, ενώ ο πληθυσμός της συγκροτείται από τρία στοιχεία, το μουσουλμανικό, το εβραϊκό και το χριστιανικό. Αυτή η σύνθεση αποτυπώθηκε στο χαρακτήρα των συνοικιών, όπου διαμορφώθηκε η τοπογραφία των τριών κοινοτήτων, με την πολιτικά κυρίαρχη, τη μουσουλμανική, εγκατεστημένη στις προνομιούχες περιβαλλοντικά περιοχές του αστικού χώρου. Πρόκειται για μια φάση της ιστορίας της πόλης κατά την οποία οι συνοικίες έχουν αποκρυσταλλωμένους χαρακτήρες με βασικό κριτήριο το θρησκευτικό - εθνοτικό. Το κριτήριο αυτό παύει να υφίσταται και η στατική αυτή κατάσταση μεταβάλλεται από τα τέλη του 19ου αι., όταν τμήματα των τειχών κατεδαφίζονται, σε μια εποχή που η πόλη περνά σε φάση εκσυγχρονισμού και εκβιομηχάνισης. Το 1870 αρχίζουν τα έργα διαμόρφωσης του λιμανιού, ενώ από το 1872 η πόλη αρχίζει να συνδέεται σιδηροδρομικά με τα Βαλκάνια, την κεντρική Ευρώπη, και το 1896 με την Κωνσταντινούπολη. Οι νέες συνοικίες εκτός τειχών διαμορφώνονται, από την άποψη της πληθυσμιακής σύνθεσης, με νέα κριτήρια, εκείνα που υπαγορεύουν οι αξίες και οι ανάγκες της βιομηχανικής εποχής. Από την άποψη, εξάλλου, της χωροθέτησης των νέων συνοικιών, οι εξελίξεις υπαγορεύονται από τα λεγόμενα «μεγάλα έργα», το σιδηρόδρομο και το λιμάνι, αλλά και από τις δουλείες της τοπογραφίας (χείμαρροι, ρέματα, έλη) και της προϋπάρχουσας χρήσης γης (νεκροταφεία, στρατόπεδα κτλ.). Ο σχηματισμός των εκτός των τειχών νοτιοδυτικών προαστίων, που διακρίνονται για το βιομηχανικό και εμπορικό χαρακτήρα τους, πραγματοποιείται, μεταξύ άλλων, με την οικοπεδοποίηση ζωνών γύρω από το σιδηροδρομικό σταθμό που δημιουργείται κοντά στο λιμάνι, στη δυτική έξοδο της πόλης. Ακολουθείται δηλαδή ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο η βιομηχανία εγκαθίσταται σε πρώτη φάση και κατά το μεγαλύτερο μέρος της στις εξόδους των πόλεων, καθώς προσελκύεται από την εκεί ύπαρξη μεγάλων και φθηνών γηπέδων. Μεταξύ του βιομηχανικού τοπίου και της παραδοσιακής τους κατοικίας είναι υποχρεωμένοι να ζουν και να διακινούνται οι βιομηχανικοί εργάτες και οι λιμενεργάτες. Πρόκειται για τη συνοικία «Λιβάδι» (Τσάϊρ), όπου ακόμα και σήμερα διατηρούνται λείψανα αυτών των δραστηριοτήτων, όπως ο παλαιός σιδηροδρομικός σταθμός, που δημιουργήθηκε σε μια χέρσα έκταση και διαμόρφωσε με την παρουσία του μια συνοικία με χαρακτηριστικά κτίρια αποθηκών, μηχανοστάσια, γραφεία, επισκευαστικούς χώρους και τα συναφή. Αίσθηση της ατμόσφαιρας της εποχής αποπνέουν και τα λείψανα των βιομηχανιών, όπως του ζυθοποιείου και παγοποιείου «Όλυμπος», του νηματουργείου «Τόρρες», του εργοστασίου φωταερίου κ.ά. Άλλες εγκαταστάσεις της εποχής, όπως τα κτίρια των σιδηροδρομικών σταθμών Κωνσταντινουπόλεως και Salonique-Ville, το καπνεργοστάσιο και οι καπναποθήκες της εταιρείας «Regie», δεν υπάρχουν πια.
Στη δυτική ζώνη της παραλίας, το λιμάνι διευρύνεται και εκσυγχρονίζεται με τις νέες αποβάθρες, τα κτίρια αποθηκών, τα τελωνεία και τα ναυτιλιακά γραφεία, ενώ η συνάφεια των εκεί δραστηριοτήτων με εκείνες της περιοχής του σιδηροδρομικού σταθμού ομογενοποιεί σε σημαντικό βαθμό το χαρακτήρα των δύο χώρων. Εσωτερικά του λιμανιού, σε κοντινή απόσταση από τους χώρους του μόχθου και των μηχανών, στη συνοικία των «Φράγκων», αναπτύσσονται τραπεζικά καταστήματα, με κυριότερη την Οθωμανική Αυτοκρατορική Τράπεζα, καθώς επίσης σημαντικές εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά και μια έπαυλη της οικογένειας Αλλατίνη.
Όμως και η υπόλοιπη ζώνη της παραλίας επηρεάζεται ως προς το χαρακτήρα της από τις νέες οικονομικές πραγματικότητες. Καθώς το λιμάνι επεκτείνεται και διαμορφώνεται η σημερινή πλατεία Ελευθερίας, ο περιβάλλων χώρος γίνεται προνομιακός για επιχειρήσεις αναψυχής και ξενοδοχείων, όπως το «Όλυμπος Πάλας», κέντρο κοσμικής ζωής, το «Ξενοδοχείο της Αγγλίας» και το «Splendit». Ανατολικότερα της σημερινής πλατείας Αριστοτέλους, ο παραλιακός χώρος χρησιμοποιείται για την ανέγερση προνομιακών κατοικιών. Αυτό δεν σημαίνει ότι ολόκληρος ο χώρος της παραλίας απέφυγε την εισβολή της βιομηχανίας, καθώς στο ύψος της σημερινής μητρόπολης δημιουργήθηκε το εργοστάσιο «Σαϊάς». Στο εσωτερικό, εξάλλου, η οδός Βενιζέλου, μετά την κατεδάφιση των παραθαλάσσιων τειχών, εξελίσσεται σε κεντρικό εμπορικό δρόμο της πόλης. Κατά την εποχή αυτή κατεδαφίζεται και το νότιο τμήμα του ανατολικού τείχους για τη δημιουργία της οδού Χαμιδιέ, ενός δρόμου με κτίρια πολυτελή, προξενεία και τράπεζες, που δίνουν στην περιοχή κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Η Χαμιδιέ άρχιζε από την πλατεία Συντριβανίου και κατέληγε στο Λευκό Πύργο, περιοχή στην οποία εγκαταστάσεις, όπως το θέατρο του κήπου (1905), την καθιερώνουν ως κέντρο καλλιτεχνικής ζωής, αλλά και αναψυχής. Κάπως ανατολικότερα θα δημιουργηθούν στις αρχές του 20ου αιώνα οι εγκαταστάσεις της βελγικών συμφερόντων Ηλεκτρικής Εταιρείας Θεσσαλονίκης. Μετά την κατεδάφιση τμήματος των ανατολικών τειχών για τη δημιουργία της οδού Χαμιδιέ, οι οικονομικά ευκατάστατοι κάτοικοι της πόλης όλων των εθνικών ομάδων -έμποροι, βιομήχανοι, διπλωμάτες, αξιωματούχοι- αποκτούν τη δυνατότητα ανέγερσης κατοικιών σύμφωνα με τα διεθνή για την τάξη τους πρότυπα, στις λεγόμενες «εξοχές». Εκεί επιλέγουν να χτίσουν πολυτελείς και επιδεικτικές κατοικίες, τους «πύργους», αρχικά θερινές αλλά σύντομα μόνιμες, αρκετά μέλη της οικονομικής και διοικητικής ελίτ της πόλης, ανεξαρτήτως εθνότητας. Πρόκειται για μια «φυγή», η οποία, καθώς τα νέα συγκοινωνιακά μέσα το επιτρέπουν, συμπαρασύρει όλο και περισσότερους αστούς. Αυτή η κίνηση θα μετατρέψει σε μικρό διάστημα τις «εξοχές» σε ένα προάστιο με χαρακτήρα κοσμοπολίτικο και χαρακτηριστική επιδεικτικότητα στην αρχιτεκτονική των «πύργων», αλλά και στον τρόπο ζωής των ενοίκων. Οι όροι «εξοχές» και «πύργοι» με τις συνδηλώσεις τους εκφράζουν εύγλωττα τους τρόπους με τους οποίους προσλαμβάνουν το χαρακτήρα της νέας συνοικίας τα ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού της πόλης. Ο πρώτος δηλώνει ένα χώρο μακριά από το θορυβώδες καθημερινό περιβάλλον της εντός των τειχών πόλης, ένα χώρο αναψυχής, όχι μόνο για όσους κατοικούν εκεί, αλλά και για τους κατοίκους της πόλης που αναζητούν ένα χώρο, προσωρινής έστω, απαλλαγής από το καθημερινό αστικό περιβάλλον. Είναι ο τόπος περιπάτου, με τα αναψυκτήρια, τα δέντρα κτλ., προορισμός μιας «εκδρομής», τόσο αναγκαίας για τον άνθρωπο της πόλης. Ο όρος «πύργοι» εξάλλου απηχεί την εντύπωση που προκαλεί η επιδεικτική αρχιτεκτονική των κατοικιών αυτών στην ψυχή των λαϊκών στρωμάτων, που τις συγκρίνουν με τα συνήθη, εντός των τειχών, ενδιαιτήματα των κοινών ανθρώπων. Εύλογα λοιπόν η απόκτηση κατοικίας στην περιοχή των εξοχών γίνεται για αρκετούς κατοίκους της πόλης ένα όνειρο, καθώς η εγκατάσταση σ' αυτή συνεπάγεται, πέρα από τις διαφορετικές συνθήκες ζωής, την επιβεβαίωση του κοινωνικού κύρους. Σύντομα λοιπόν η περιοχή των εξοχών θα οικοπεδοποιηθεί και η νέα συνοικία, η Χαμιδιέ, θα αναδειχθεί σε χώρο με μεγάλο πληθυσμιακό φορτίο.
Σήμερα οι «πύργοι», όσοι σώζονται μέσα στις ατέλειωτες στοιχισμένες πολυκατοικίες, δεν χρησιμοποιούνται ως κατοικίες· η παρουσία τους όμως, πέρα από γραφική, μπορεί να γίνει και διδακτική. Ο σύγχρονος άνθρωπος, αντί να προσπαθεί να απομακρυνθεί από το «οχληρό» αστικό περιβάλλον, χρειάζεται να το οργανώνει και να το διαχειρίζεται με τρόπους που θα το κάνουν λιγότερο απρόσωπο, ένα χώρο φιλικό, ελκυστικό και ανθρώπινο, το δικό του χώρο.
ΠΗΓΕΣ - ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Οι Πύργοι, οίτινες φαίνονται μεν προάστειον, χωριζόμενον από της πόλεως δια του Εβραϊκού νεκροταφείου, αποτελούν όμως μέρος αυτής, ως θερινή μάλλον αριστοκρατική συνοικία, είναι ο προσφιλέστερος περίπατος των Θεσσαλονικέων. Είναι τα Πατήσια ή το Φάληρον των Αθηνών, το προάστειον εκείνον, το τελείως ευρωπαϊκόν την όψιν. Πλήθη κόσμου, ρεύματα ανθρώπινα πάσης φυλής και φυσιογνωμίας, εκ των οικούντων την νέον εκείνην Βαβυλώνα, διαχύνονται εις την νέαν προκυμαίαν. Άλλοι περιδιαβάζουσιν, άλλοι αναπαύονται εις τα λαμπρά και ευρωπαϊκώτατα αυτής καφεία και ζυθοπωλεία, πολλοί δε διευθύνονται εκείθεν εις τους πύργους χάριν περιπάτου. Υπάρχουν λεωφορεία (Omnibus), κυκλοφορούντα μέχρι της μίας μετά το μεσονύκτιον, από της προκυμαίας μέχρι του Παραδείσου των Πύργων. Η άποψις των πύργων είναι μεγαλοπρεπής. Υψηρεφή και πολυτελή μέγαρα, κομψότατα και βαρυδάπανα έργα της νεωτέρας αρχιτεκτονικής και κήποι μεγάλοι, κατάφυτοι και δροσερώτατοι, κείνται ένθεν και ένθεν της ευρύτατης οδού. Ωραία πεζοδρόμια, περικαλλυνόμενα υπό αειθαλών δενδροστοιχιών κοσμούσιν αυτήν και τέρπουσι τους διαβατός. Έκαστον των μεγάρων έχει αντικρύ επί της παραλίας λουτρώνα ιδιαίτερον πολυτελή, εν ω λούεται εις διαυγεστάτην θάλασσαν ο άρχων του μεγάρου, συγκοινωνών μετ' αυτού δια χαλικοστρώτου διαδρόμου και γέφυρας εξ-οκτώ μέτρων μήκους. Οι επιθαλάσσιοι αυτοί λουτρώνες περιβάλλονται υπό κιγκλιδωτών εξωστών, στεγάζονται δε υπό αναπαυτικωτάτων δωματίων. Εκεί επάνω μετά την δύσιν του ηλίου ή κατά τας σεληνόφωτους νύκτας, υπό ορίζοντα γραφικώτατον, εις τας δροσεράς πνοάς των λεπτών ζέφυρων, εν ω καταθέλγει η θέα του, ως πλαξ παμμεγίστη αργύρου, μαρμαίροντος Θερμαϊκού, κάτωθι δε κυμάτια φλοισβίζοντα, παίζουσιν εις την αμμώδη ακτήν, ως φιλοπαίγμονες και αφελείς έρωτες, οι μεγαλοπρεπείς αυθένται των Πύργων διέρχονται ηδίστας ώρας, ροφώντας δρόσον ζωογόνον και γλυκυτάτην, μεθυστικός καπνοσύριγγας, καφέδες της Υεμένης, μελίκρανα και άλλα αναψυκτικά ων βρίθουσι τα πλούσια αυτών μέγαρα. Τα πεζοδρόμια και η λεωφόρος εν γένει γέμουσι κόσμου ποικίλου, όστις μετά των λεωφορείων, των αμαξών και ίππων αποτελεί δαιδάλειον πανόραμα. Εκάστη φυλή, τάξις, ηλικία και γένος, εκάστη ενδυμασία, στολή και χρώμα, εκάστη γλώσσα, εκάστη ιδιορρυθμία και καλαισθησία έχουν εκεί τους αντιπροσώπους των. Εν τη πανσπερμία εκείνη λαλούνται όλαι αί γλώσσαι της γης, διότι εις την Θεσσαλονίκην δύνασθε να εύρητε όλας τας φυλάς του κόσμου, πλην της κινεζικής. Αληθής κοινωνικός κυκεών! Έπαυλη Καπαντζή
Τα μέγαρα των Πύργων είναι μεγάλα και εξαίσια οικοδομήματα, είναι δε τα πλείστα θερινοί κατοικίαι των ιδιοκτητών αυτών. Θαυμάζει τις κομψότατον, μεσαιωνικού ρυθμού μέγαρον φέρον εν τη εξώθυρα μεγάλοις χρυσοίς ψηφίοις την επιγραφήν: Chateau mon bonheur· εις άλλον παρέκει, νεωτέρας αρχιτεκτονικής, αναγιγνώσκει παρομοίαν, Villa mon plaisir. Εις άλλο περαιτέρω, λαμπρότερον, άλλην: Villa Ida, και εις άλλα, αλλάς. Διακρίνεται δε εν Εβραϊκόν δια την ανώμαλον και λίαν ιδιότροπον στέγην του, μέγαρον, πολλαχού επίχρυσον. Όλα τα μέγαρα των Πύργων περιβάλλονται και κατακοσμούνται από ευρύτατους χλοερούς και βαθυσκίους κήπους, με δεξαμενάς και τεχνητά αναβρυτήρια και πίδακας με καλλικέλαδα και καλλίμορφα πτηνά εν κλωβοίς βαρυτίμοις, με δένδρα υψηλά και ολοπράσινα και παραδεισίους ανθώνας, υπό την ακοίμητον επιμέλειαν πολυπληθών κηπουρών και δούλων του μυριοπλούτου εκείνου αρχοντολογίου. Υπηρέται, θυρωροί, εδώ και εκεί, καθαρίζουν αενάως τους εκ πολύχρωμων ψηφιδωτών κεκοσμημένους και εστρωμένους διαδρόμους και προαύλια, ώστε να λάμπουν εκ καθαριότητος, ποτίζουσι και περιποιούνται τα δένδρα, τους θάμνους και τους ανθώνας εν οις θάλλουν τα ευωδέστερα, τα ευχροώτερα, τα σπανιώτερα άνθη του κόσμου. Και όταν ο οφθαλμός του διαβατού εκτείνεται εις τους ανθοστόλιστους και ευώδεις εκείνους παραδείσους, εις το ηδυπαθές βασίλειον των χρωμάτων, της δρόσου και της ζωής, βυθίζονται εις ηδονήν και νάρκην γλυκυτάτην και δεν θέλει ν' ανασπασθή εκείθεν ποτέ, νομίζων, ότι τρυφά εις τους κήπους της Καλυψούς ή της Λαίδος. Τα μέγαρα αυτά ανήκουν εις βαθύπλουτους Τούρκους, Εβραίους, Ευρωπαίους, Έλληνας και άλλους. Αλλά τα μεγαλοπρεπέστερα αυτών είναι τα μέγαρα των Σαρνώ, Καρόλου Ασλάν, Δειρλάν Αμντουλά, Αλφρέδου Άμποτ, Χαμδή μπέη, Αλλατίνη, Μοδιάνων, Κλ. Χατζηλαζάρου και Αχμέτ Κερίμ εφέντη. Δ. Βαρδουνιώτης, «Οι πύργοι», στο Ημερολόγιο του Σκόκου, 1893.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
I Κέντρα έρευνας και μελέτης • Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης • Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης • Δήμος Θεσσαλονίκης - Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης • Δημοτική Βιβλιοθήκη • Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης • Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών • Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων • Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας • Πινακοθήκη Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Θεσσαλονίκης • Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης • Μουσείο Ιστορικής Διαδρομής του Εβραϊσμού Θεσσαλονίκης Simon Marks • Μουσείο Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης • Μουσείο Ύδρευσης Θεσσαλονίκης • Μουσείο για την Ιστορία και την Τέχνη της Θεσσαλονίκης • Τεχνικό Μουσείο Θεσσαλονίκης • Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας-Θράκης • Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης • Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών • Κέντρο Χαρτών και Χαρτογραφικής Κληρονομιάς - Εθνική Χαρτοθήκη Θεσσαλονίκης • 4η Εφορία Νεότερων Μνημείων Θεσσαλονίκης • 9η Εφορία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων
Σημειώσεις 1. Εκφράζουμε τις θερμές ευχαριστίες μας στο Δήμο Θεσσαλονίκης και το Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης (Κ.Ι.Θ.) για την παραχώρηση φωτογραφικού και έντυπου υλικού. Ιδιαίτερα ευχαριστούμε τις συνεργάτιδες του Κ.Ι.Θ. Δραγούμη Ευγενία και Μπουντίδου Αθανασία για τις διευκολύνσεις που μας παρείχαν. Ευχαριστούμε επίσης το λέκτορα του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας κ. Βλάση Βλασίδη για τις πληροφορίες που μας πρόσφερε, καθώς και το συνάδελφο κ. Ευθύμιο Λίτσα για την πολύτιμη συνεργασία του. 2. Μ. Derruau, Ανθρωπογεωγραφία, μτφρ. Γ. Πρεβελάκης, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1987, σσ. 495-496. 3. Α. Σταυρίδου Ζαφράκα, «Η φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης ως δεύτερης πόλης της αυτοκρατορίας των Παλαιολόγων», στο Β. Κατσαρός (επιμ.), Η Μακεδονία κατά την εποχή των Παλαιολόγων. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Διεθνή Συμπόσια για τη Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 2002, σσ. 75-76. 4. Ιωάννης Καμινιάτης, loannis Caminiatac, DC expugnatione Thessalonicae, επιμ. Gertrud Bohlig, Βιέννη 1973, 11.78. 5. Νικηφόρος Χούμνος, «Θεσσαλονικεύσι συμβουλευτικός περί δικαιοσύνης», στο F. Boissonade (επιμ.), Anccdotagrcca e codicibus Kgiis, Παρίσι 1830,11,147-148. 6. Μ. Derruau, ό.π., σ. 508.
II Επιλογή βιβλιογραφίας
Βακαλόπουλος, Απ., Ιστορία της Θεσσαλονίκης, 1316 π.Χ. -1983, Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1997. -, Αναμνήσεις από την παλιά Θεσσαλονίκη, Μαλλιαρής Παιδεία, Θεσσαλονίκη 1993. Γούναρης, Γ., Τα τείχη της Θεσσαλονίκης, ΙΜΧΑ, Θεσσαλονίκη 1976. Γρηγορίου, Α., «Εγκαταστάσεις και τροχαίο υλικό των σιδηροδρομικών δικτύων της Μακεδονίας από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα», Επιστημονική Επετηρίδα τον Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης, 6 (2002), σσ. 49-192. —, Χάνια, Πανδοχεία, Ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης (1875-1917), Θεσσαλονίκη 2003. Δεληγιάννης, Α.Θ. & Δ.Ι. Παπαδημητρίου, «Από την ιστορία των σιδηροδρόμων της Θεσσαλονίκης», Η Θεσσαλονίκη, 1 (1985), σσ. 647-669. Δημητριάδης, Β., Τοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας 1430-1912, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 1983. —, «Ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης και η ελληνική κοινότητα το 1913», Μακεδονικά, 23 (1983), σσ. 93-96. ΕΤΒΑ, Θεσσαλονίκη 1912-1940: βιομηχανία και πόλη, Θεσσαλονίκη 1989. Κουρκουτίδου, Ε. & Α. Νικολαΐδου-Τούρτα, Περίπατοι στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, Αθήνα 1997. Ζιώγου-Καραστεργίου, Σ., «Ιστορικά στοιχεία για την πεδιάδα της Θεσσαλονίκης στα χρόνια της Τουρκοκρατίας», Επιστημονική Επετηρίδα του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης, 6 (2002), σσ. 61-88. —, «Κατάστιχον της Ελληνικής Σχολής Θεσσαλονίκης 1825-1844: Οι αγώνες της Εκκλησίας και της Ελληνικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης για την πρόοδο των σχολείων και την ανάπτυξη της εκπαίδευσης», Επιστημονική Επετηρίδα του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης, 6 (2002), σσ. 369-493. Θεσσαλονίκη: Οι πρώτες έγχρωμες φωτογραφίες 1913-1918, Ολκός, Αθήνα 1999. Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, Στοιχεία της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1978. Καρακάτσης, Β., Ιστορία των οδών της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1996. Κολώνας, Β. & Λ. Παπαματθαιάκη, Ο αρχιτέκτονας Vitaliano Poselli. Τα έργα του. Θεσσαλονίκη 19ος αιώνας. Προλογίζει ο Γ. Ιωάννου, Θεσσαλονίκη 1980. Κοντογιάννης, Π.Μ.,«Πλήθος Εβραίων μέγα…», «Επτά Ημέρες», Η Καθημερινή της Κυριακής, 3-3-1996 (αναδημοσίευση από το περιοδικό Παναθήναια. Αθήνα, Οκτώβριος 1912). Μόλχο, P., «Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης», «Επτά Ημέρες», Η Καθημερινή της Κυριακής, 3-3-1996. Μοσκώφ, Κ., Θεσσαλονίκη. Τομή στη μεταπρατική πόλη, Θεσσαλονίκη 1975. -, Εισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης, Καστανιώτης, Αθήνα 19883. Μουτσόπουλος, Ν.Κ., Άνω πόλη Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1979. -, Θεσσαλονίκη 1900-1917, Θεσσαλονίκη 1980. Παπαδόπουλος, Σ., Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 1970. Παπαστάθης, Χ., Οι κανονισμοί των ορθοδόξων ελληνικών κοινοτήτων του Οθωμανικού κράτους και της διασποράς, Θεσσαλονίκη 1984. Σβορώνος, Ν., Το εμπόριο της Θεσσαλονίκης τον 18ο αιώνα, Θεμέλιο, Αθήνα 1996. Σταυρίδου-Ζαφράκα, Α, «Η φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης ως δεύτερης πόλης της αυτοκρατορίας την εποχή των Παλαιολόγων», στο Β. Κατσαρός (επιμ.), Η Μακεδονία κατά την εποχή των Παλαιολόγων, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Διεθνή Συμπόσια για τη Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 2002, σσ. 75-82. Σταμπουλής, Γ.Ν., Η ζωή των Θεσσαλονικέων πριν και μετά το 1912, Θεσσαλονίκη 1984. Ταμπάκη, Σ., Η Θεσσαλονίκη στις περιγραφές των περιηγητών, 12ος-19ος αι. μ.Χ., λατρευτικά μνημεία, ΚΒΕ, Θεσσαλονίκη 1978. Τσελεμπί, Ε., Ταξίδι στην Ελλάδα, μτφρ. Ν. Χειλαδάκης, Εκάτη, Αθήνα 1991. Χατζόπουλος, Κ., Βιβλιογραφία της Θεσσαλονίκης, ΙΜΧΑ, Θεσσαλονίκη 1987. Χασιώτης, Ι.Κ., «Η Θεσσαλονίκη της Τουρκοκρατίας», Νέα Εστία, 1403 (1985). Αφιέρωμα στη Θεσσαλονίκη, σσ. 161-172. -, «Σταθμοί και κυρία χαρακτηριστικά της ιστορίας της Θεσσαλονίκης», Νέα Εστία, 1403 (1985), Αφιέρωμα στη Θεσσαλονίκη, σσ. 142-145. Χεκίμογλου, ΕΑ.,«Υπήρχαν χείμαρροι στη Θεσσαλονίκη;», Μακεδονική Ζωή, 312 (1992), σσ. 23-25. -, Θεσσαλονίκη: Τουρκοκρατία και Μεσοπόλεμος. Κείμενα για την ιστορία και την τοπογραφία της πόλης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996. Χεκίμογλου, Ε. & Ε. Danacioglu, Θεσσαλονίκη πριν από 100 χρόνια. Το μετέωρο βήμα προς τη Δύση, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998. Χριστοδούλου, Γ., Η Θεσσαλονίκη κατά την τελευταίαν εκατονταετίαν. Εμπόριον-βιοτεχνία, Θεσσαλονίκη 1936.
- ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΜΕ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Βαφόπουλος, Γ. Φ., «Το παραμύθι της Θεσσαλονίκης», Νέα Εστία, Χριστούγεννα 1985, σσ. 14-36. Ζησιάδης, Α., Συμεών ο Πρόσφυγας, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη χ.χ. Ιωάννου, Γ., «Η πλατεία του Αγίου Βαρδαρίου», στο Ν. Καρατζάς (επιμ.), Η Θεσσαλονίκη των παλαιότερων συγγραφέων, Ιανός, 1998, σσ. 15-26. Καρκαβίτσας, Α., «Θεσσαλονίκη», στο Ν. Καρατζάς (επιμ.), Η Θεσσαλονίκη των παλαιότερων συγγραφέων, Ιανός, 1998, σσ. 37-51. Κόντογλου, Φ., «Η Θεσσαλονίκη», στο Ν. Καρατζάς (επιμ.), Η Θεσσαλονίκη των παλαιότερων συγγραφέων, Ιανός, 1998, σσ. 63-67. Μαμαλάκη, Ζ., «Οι χαλκιάδες», στο Σας παρουσιάζουμε τη Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη 1976, σσ. 17-20. Παπαδιαμάντης, Α., «Ο χαραμάδας», στο Ν. Καρατζάς (επιμ.), Η Θεσσαλονίκη των παλαιότερων συγγραφέων, Ιανός, 1998, σσ. 79-83. Πεντζίκης Ν. Γ., «Μητέρα Θεσσαλονίκη, Πανόραμα και ιστορία», Νέα Εστία, 1985, σσ. 416-418. Τριάστερος, Μ. (Μίνως Λαγουδάρης), «Ο κύριος Παρλεβού Φρανσέ και η κυρία Ιτσελόγκουε», Πρόλογος συγγραφέως, Νέα Εστία, 1985, σσ. 407-408.
- ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΚΑΙ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ Αναμνήσεις από την παλιά Θεσσαλονίκη. Αφιέρωμα στα 2.300 χρόνια, Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη 1985. Αναστασιάδης, Γ. & Ε. Χεκίμογλου, Παραλία-Λιμάνια - Λευκός Πύργος. Η μάχη της μνήμης. Φωτογραφική Συλλογή Ν.Φ. Πολίτης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1997. Αρχείο Ε.Τ., Βιντεοταινίες για την πόλη της Θεσσαλονίκης. Αρχείο Φωτογραφιών Δήμου Θεσσαλονίκης, Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης. Έκθεση Ιστορικών Ντοκουμέντων της Θεσσαλονίκης, Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, Δήμος Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1985. Ζαρζώνης, Γιώργος & Ζαρζώνης, Γιάννης, Θεσσαλονίκη, Εκδ. Ζαρζώνη, 1999. Ζαφείρης, Χ., Εν Θεσσαλονίκη 1900-1960. Φωτογραφική Συλλογή Άρης Παπατζήκας, Εξάντας, Θεσσαλονίκη 1994. —, Θεσσαλονίκης Εγκόλπιον, Εξάντας, Θεσσαλονίκη 1997. Η Θεσσαλονίκη του 18ου αιώνα, τα πριν και τα μετά, Θεμέλιο, Αθήνα 1996. Χεκίμογλου, Ε. (επιμ.), Επιχειρηματικοί τόποι της Θεσσαλονίκης στις αρχές του εικοστού αιώνα. Πρωτότυπο φωτογραφικό υλικό από τη συλλογή Αγγέλου Γ. Παπαϊωάννου, Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, Δήμος Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2001.