Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

1η Ενότητα

«ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ μου έδωσαν ελληνική»

Συνείδηση των γλωσσικών ποικιλιών

Συγγραφική ομάδα της Έκφρασης - Έκθεσης Α' Ενιαίου Λυκείου

Όθων Περβολαράκης, Εσωτερικό σπιτιού

Πήτερ Μπρέγκελ, Ο Πύργος της Βαβέλ

Η γλώσσα είναι πολύμορφη και πολύπλοκη, όπως (πολύμορφη και πολύπλοκη) είναι και η γλωσσική κοινότητα που τη χρησιμοποιεί. Άλλωστε η γλώσσα εκφράζει και αντανακλά κάθε πτυχή της κοινωνίας μέσα στην οποία παράγεται. Αυτό σημαίνει ότι η γλώσσα χαρακτηρίζεται από ετερογένεια, η οποία, όχι μόνον δεν τη διασπά, αλλά και της εξασφαλίζει λειτουργικότητα και ενότητα. Μέσα δηλαδή από την ετερότητα των συστατικών της στοιχείων η γλώσσα αποκτά αρμονία και πληρότητα.

Είναι, επομένως, φυσικό σε μια γλωσσική κοινότητα να υπάρχει πλήθος ομιλητών και πλήθος γλωσσικών ποικιλιών/διαλέκτων, που συνηθίζουν να τις διακρίνουν σε γεωγραφικές ποικιλίες/διαλέκτους (οριζόντια κατάταξη) και σε κοινωνικές ποικιλίες/διαλέκτους (κάθετη κατάταξη): όλες μαζί συγκροτούν και τροφοδοτούν την εθνική μας γλώσσα.

Από αυτές οι γεωγραφικές ποικιλίες απλώνονται στο χώρο: διάλεκτοι (ποντιακά κ.τλ.), βόρεια ιδιώματα (θρακιώτικα, θεσσαλικά κ.τ.λ.), νότια ιδιώματα (πελοποννησιακά κ.τ.λ.) και αποτελούν πολύτιμες δεξαμενές του γλωσσικού μας θησαυρού και γνήσιες πηγές πλουτισμού της γλώσσας μας. «Θα είχαν άδικο», λέει ο Μ. Breal, «οι Έλληνες την ώρα που παγιώνουν τη γλώσσα τους να διώχνουν εκφραστικά στοιχεία γεμάτα ουσία που τους παρέχουν τα λαϊκά ιδιώματα από τους διάφορους τόπους».

Ανάλογη αντίληψη για τις διαλέκτους και τα ιδιώματα έχει και ο Μ. Τριανταφυλλίδης. Γράφει: «Κοινή εθνική γλώσσα σημαίνει πριν απ' όλα γραμματική ενιαία στη βάση της λαϊκής κοινής, με τα βασικά μορφολογικά και φωνητικά της γνωρίσματα, φυσικά και λέξεις κοινές, όσο υπάρχουν. Και όταν δεν υπάρχουν στην κοινή, πριν καταφύγουμε στους ξένους λαούς, θα πάμε φυσικά στους ομογλώσσους μας». Μπορούμε να πούμε και εμείς ό,τι έλεγε μια φορά στους πατριώτες του ο συγγραφέας Jean Paul στην αρχή του περασμένου αιώνα: Η γλώσσα μας κολυμπά μέσα σε μια τόσο όμορφη αφθονία, που χρειάζεται μόνο ν' αντλήσουμε από μέσα της, από τρεις πλούσιες φλέβες, από τα ιδιώματα, από την παλιότερη εποχή και από τα χειρωνακτικά επαγγέλματα.

Σήμερα, βέβαια, οι γεωγραφικές ποικιλίες ολοένα και περιορίζονται. Κι αυτό οφείλεται στην ολοένα αυξανόμενη γλωσσική επικοινωνία των Ελλήνων (τηλέφωνο, ραδιόφωνο, τηλεόραση, τύπος, συγκοινωνίες κ.τ.λ.) και, φυσικά, στο άπλωμα και την επίδραση της Κοινής Νεοελληνικής, η οποία διαμορφώνεται στα αστικά κέντρα της χώρας και διδάσκεται στα σχολεία.

Δεν παρατηρείται, όμως, το ίδιο και με τις κοινωνικές γλωσσικές ποικιλίες. Αυτές είναι πάντα ζωντανές μέσα στη γλωσσική κοινότητα και υφαίνουν τις ποικίλες μορφές της ζωής της, που δεν είναι ξένες προς τους ποικίλους παράγοντες που τις δημιουργούν, δηλαδή: την ηλικία (άλλες συνήθως οι γλωσσικές προτιμήσεις των νεότερων και άλλες των μεγαλύτερων)· τη μόρφωση (διαφοροποιούνται γλωσσικά άνθρωποι με διαφορετική μόρφωση)· την κοινωνική τάξη (οι κοινωνικές διαφοροποιήσεις συνεπάγονται και γλωσσικές διαφοροποιήσεις)· το φύλο (οι ρόλοι τους οποίους «μοιράζει η κοινωνία στα δύο φύλα, τους άνδρες και τις γυναίκες, είναι τέτοιοι, ώστε μερικοί κοινωνιολόγοι να υποστηρίζουν ότι επηρεάζουν και διαφοροποιούν τη γλώσσα που αυτά χρησιμοποιούν)»· το επάγγελμα (η γλώσσα, όπως θα δούμε στη συνέχεια, διαφοροποιείται από επάγγελμα σε επάγγελμα)· την ιδεολογία, την καταγωγή κ.ά.

Η γλώσσα όμως δε διαφοροποιείται μόνο σε σχέση με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του ομιλητή (ηλικία, μόρφωση κ.τ.λ.), αλλά διαφοροποιείται/ποικίλλει και σε σχέση με τις κοινωνικές περιστάσεις κατά τις οποίες αυτός εκφράζεται. Ο ίδιος ομιλητής χρησιμοποιεί διαφορετικές γλωσσικές ποικιλίες σε διαφορετικές κοινωνικές περιστάσεις και σε διαφορετικές επιδιώξεις. Ανάλογα δηλαδή με την περίσταση ο ομιλητής χρησιμοποιεί και διαφορετικό επίπεδο λόγου. Έτσι, η γλώσσα λειτουργεί σε πολλά επίπεδα που το καθένα τους παρουσιάζει τα δικά του γνωρίσματα. Πρόκειται για ιδιαίτερες χρήσεις της γλώσσας που εξυπηρετούν ιδιαίτερους σκοπούς. Το σύνολο μάλιστα των γλωσσικών χρήσεων αποτελεί το γλωσσικό ρεπερτόριο, όπως συνηθίζουν να λένε, μιας γλωσσικής κοινότητας. Από την ανεξάντλητη δεξαμενή του ο κάθε χρήστης/ομιλητής επιλέγει και χρησιμοποιεί την ποικιλία που ταιριάζει στη συγκεκριμένη περίσταση.

Έτσι, προσδιορίζοντας ο ομιλητής το κατάλληλο επίπεδο λόγου, διαμορφώνει τον ιδιαίτερο κάθε φορά προσωπικό τρόπο, το κατάλληλο δηλαδή ύφος (στυλ), για να εκφραστεί. Γι' αυτό και υπάρχει μια διαβάθμιση στο ύφος της γλώσσας που καλύπτει κάθε έκφραση (από την πιο επίσημη και τυπική ως την πιο ανεπίσημη και άτυπη). Διαπιστώνεται δηλαδή ότι ο κάθε ομιλητής μεταβάλλει το ύφος του ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες/περιστάσεις. Γιατί μονάχα έτσι ο λόγος του μπορεί να είναι αποτελεσματικός. Τελικά δηλαδή το ύφος διαμορφώνεται από παράγοντες όπως: Ποιος μιλάει, σε ποιον, με ποιο σκοπό, με ποιο θέμα, πού, πότε, γιατί, πώς κ.τλ.

Αυτά σημαίνουν ότι το ίδιο άτομο μιλάει ανάλογα με τις συγκεκριμένες κάθε φορά ανάγκες σε πολλά επίπεδα και με διαφορετικό ύφος. «Μιλούμε, λοιπόν, με διαφορετικό τρόπο, σε διαφορετικό χρόνο, με διαφορετικούς ανθρώπους, για διαφορετικά πράγματα. Όλα εξαρτώνται από την περίσταση στην οποία βρισκόμαστε».

Ανάμεσα στις γλωσσικές ποικιλίες (και στα κείμενά τους) συγκαταλέγονται και εκείνες (εκείνα) που συνδέονται με τον καταμερισμό της επαγγελματικής δραστηριότητας. Πρόκειται για ευδιάκριτες γλωσσικές ποικιλίες (και ευδιάκριτα κείμενα) που δημιουργούνται από τις διάφορες επαγγελματικές ομάδες. Μια επαγγελματική ομάδα, δηλαδή, για να εξυπηρετήσει τους επαγγελματικούς της σκοπούς, διαμορφώνει στο πλαίσιο της εθνικής γλώσσας τη δική της γλωσσική ποικιλία χρησιμοποιώντας τη δική της ιδιότυπη ορολογία.

Πολλοί ονομάζουν τις γλωσσικές αυτές ποικιλίες ειδικές γλώσσες. Έχουμε έτσι τις ειδικές γλώσσες των νομικών, των γιατρών, των χημικών, των μαθηματικών κ.τ.λ., οι οποίες χαρακτηρίζονται κυρίως από λεξιλογικές διαφορές, που οφείλονται είτε στη χρήση ειδικών όρων είτε στη χρήση καθημερινών λέξεων που φορτίζονται όμως κατά περίπτωση με ιδιαίτερο σημασιολογικό φορτίο.

Τη συγγραφική ομάδα της Έκφρασης - Έκθεσης Α’ Ενιαίου Λυκείου αποτελούν οι: Κ. Αδαλόγλου, Α. Αυδή, Ε. Λόππα, Δ. Τάνης και ο Χ. Λ. Τσολάκης.