Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Η μεγάλη κρίση του Χριστιανισμού (5ος αιώνας).

Μεγαλύτερα και πιο οξυμένα ήταν τα προβλήματα κατά τον 5ο αιώνα. Τότε όμως καθιερώθηκε ουσιαστικά και τυπικά η παρέμβαση του κράτους στα θέματα της Εκκλησίας. Οι δογματικές διαμάχες απέκτησαν χριστολογικό περιεχόμενο. Αφορούσαν τη θεϊκή και ανθρώπινη φύση του Χριστού, δηλαδή το θέμα της σχέσης της θεϊκής και ανθρώπινης φύσης στο πρόσωπο του Χριστού. Μεγάλο πρόβλημα δημιουργήθηκε στα τέλη της τρίτης δεκαετίας του 5ου αιώνα, όταν ο πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Νεστόριος άρχισε να κηρύττει ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού ήταν ανεξάρτητη από τη θεϊκή και ότι η πρώτη επικράτησε της δεύτερης. Η Γ' Οικουμενική Σύνοδος που έγινε στην Έφεσο (431 μ.Χ.) καθαίρεσε το Νεστόριο και καταδίκασε τη διδασκαλία του ως αιρετική. Ο νεστοριανισμός, ωστόσο, διατηρήθηκε σε ορισμένες κοινότητες στις βορειοανατολικές παρυφές της Συρίας κάτω από την προστασία των Περσών.

Μικρογραφία χειρογράφου των αρχών του 9ου αι. Εικονίζει το Θεοδόσιο Β' ανάμεσα σε επισκόπους και ιερείς της Γ' Οικουμενικής συνόδου. (Vercelli, Βιβλιοθήκη Αρχιεπισκοπής)

Ο εκχριστιανισμός του κράτους τα αμέσως επόμενα χρόνια ολοκληρώθηκε ουσιαστικά και τυπικά, όπως αποδεικνύουν ορισμένες αυτοκρατορικές ενέργειες. Το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας κατοικούνταν στην πλειοψηφία του από χριστιανούς, γι' αυτό και η κοσμική εξουσία προστάτευσε το Χριστιανισμό και επιδίωξε τη συνεργασία μαζί του. Τις αλλαγές που έφερε ο Χριστιανισμός, τόσο στην οργάνωση του κράτους όσο και στις σχέσεις των πολιτών, αποδεικνύει ο Θεοδοσιανός κώδικας (438 μ.Χ.). Πρόκειται για μια σειρά διαταγμάτων που εκδόθηκαν στη λατινική γλώσσα από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β' και αποτέλεσαν την πρώτη κωδικοποίηση νόμων, εμπνευσμένη σε μεγάλο βαθμό από το Χριστιανισμό. Μετά από μια δεκαετία περίπου, η συνεργασία κράτους και Εκκλησίας θεσμοθετήθηκε και τυπικά, όταν ο αυτοκράτορας Μαρκιανός καθιέρωσε τη συμβολική πράξη της στέψης (450 μ.Χ.). Σύμφωνα με τον καινούργιο θεσμό, ο νέος αυτοκράτορας έπρεπε να στέφεται από τον πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Η συνεργασία αυτή ήταν αναγκαία για την ύπαρξη της ίδιας της αυτοκρατορίας. Την ίδια εποχή το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας βρισκόταν σε αναταραχή εξαιτίας της εμφάνισης και της εξάπλωσης μιας νέας αίρεσης. Οι ακραίοι πολέμιοι της αίρεσης του Νεστόριου έφτασαν στη διατύπωση μιας άποψης εκ διαμέτρου αντίθετης. Διακήρυξαν δηλαδή ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε τελείως από τη θεϊκή και κατά συνέπεια ο Χριστός ήταν μόνο θεός. Η διδασκαλία αυτή που διατυπώθηκε από τους θεολόγους της Αλεξάνδρειας ονομάστηκε μονοφυσιτισμός και διαδόθηκε γρήγορα στην Αίγυπτο, τη Συρία και την Παλαιστίνη. Αντιμετωπίστηκε ως αίρεση και καταδικάστηκε από τη Δ' Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα (451 μ.Χ.). Η καταδίκη αυτή όμως μεγάλωσε το χάσμα ανάμεσα στην Κωνσταντινούπολη και τους υπηκόους των ανατολικών επαρχιών που είχαν αποδεχτεί το μονοφυσιτισμό. Οι ταραχές συνεχίστηκαν με μεγαλύτερη ένταση στην Αίγυπτο και τη Συρία. Θορυβημένοι οι αυτοκράτορες, στα τέλη του 5ου αιώνα προσπάθησαν να αποκαταστήσουν την ενότητα και να επιβάλουν την ειρήνη στην αυτοκρατορία.

6. Οι συνέπειες της Συνόδου της Χαλκηδόνας Η Σύνοδος της Χαλκηδόνος ήταν η κρίσιμη καμπή στην ιστορία της Αυτοκρατορίας όσον αφορά την Αίγυπτο και τη Συρία. Η μονοφυσιτική χριστολογία ταίριαζε στην ανατολίτικη ιδιοσυγκρασία και, πολύ γρήγορα, μονοφυσιτικές εκκλησίες, που τις ένωνε η αντίθεση τους προς τη Χαλκηδόνα, εμφανίστηκαν σε όλες τις επαρχίες. Επιπλέον η αίρεση έγινε το στοιχείο που συνένωσε πολλούς κατοίκους των επαρχιών που είχαν παράπονα με τους αυτοκρατορικούς υπαλλήλους. Με τον τρόπο αυτό εκφράζανε τον εθνικισμό τους και τις χωριστικές τους τάσεις που συνεχώς γίνονταν μεγαλύτερες. Το αποτέλεσμα της πικρίας που έσπειρε η Χαλκηδών ήταν, δύο σχεδόν αιώνες αργότερα, η εύκολη κατάκτηση της Συρίας και της Αιγύπτου από τους Άραβες. Και η αρμενική εκκλησία δε δέχτηκε τις αποφάσεις της Χαλκηδόνος, αν και οι αντιρρήσεις της ήταν μάλλον συνταγματικές παρά δογματικές. Ακόμα και στην ίδια την Κωνσταντινούπολη οι αιρετικοί ήταν πολυάριθμοι. St. Runsiman, Βυζαντινός πολιτισμός, μετ. Δεσπ. Δετζώρτζη, εκδ. Γαλαξίας - Ερμείας, σ. 39.

Ο αυτοκράτορας Ζήνων με τη συνεργασία του πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης εξέδωσε το «Ενωτικό» διάταγμα (482 μ.Χ.), με το οποίο θέλησε να συμβιβάσει τις διαφορές με παραχωρήσεις προς τους μονοφυσίτες. Η προσπάθεια αυτή όμως αποδείχθηκε αναποτελεσματική και μάλιστα προκάλεσε νέα προβλήματα. Η έκδοση του «Ενωτικού» θεωρήθηκε από τον πάπα της Ρώμης ως επέμβαση σε εκκλησιαστικά θέματα. Ο πάπας αντέδρασε με αναθεματισμό του πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, που είχε ανεχτεί αυτή την επέμβαση. Έτσι, εκτός των άλλων προβλημάτων δημιουργήθηκε το πρώτο σχίσμα ανάμεσα στις Εκκλησίες της Ανατολής και της Δύσης.