Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

γ) Τα αδέρφια ξανασμίγουν

Η πείνα που είχε προβλέψει ο Ιωσήφ ήρθε. Άνθρωποι απ' όλες τις γύρω χώρες πήγαιναν στην Αίγυπτο για να αγοράσουν σιτηρά. Για τον ίδιο λόγο έφτασαν στην Αίγυπτο και οι αδερφοί του Ιωσήφ, που όταν τον συνάντησαν δεν τον αναγνώρισαν. Εκείνος, αν και τους γνώρισε, δεν φανερώθηκε. Τους έδωσε σιτάρι και για αντάλλαγμα ζήτησε να του φέρουν απ' τη Χαναάν το μικρό τους αδερφό Βενιαμίν, που είχε μείνει πίσω με τον πατέρα τους. Όταν αυτό έγινε, ο Ιωσήφ με τέχνασμα κατηγόρησε τον Βενιαμίν σαν κλέφτη και απείλησε ότι θα τον κρατήσει για δούλο. Οι αδερφοί συντετριμμένοι τον υπερασπίστηκαν με θέρμη και αυτοθυσία. Ομολόγησαν ότι τους ήταν αδύνατον να επιστρέψουν χωρίς αυτόν στον πατέρα τους, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα τον σκότωνε, καθώς είχε ήδη χάσει έναν αγαπημένο γιο. Μετά από όλα αυτά ο Ιωσήφ δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί μπροστά σ' όλους εκείνους που τον περιστοίχιζαν*… Ξέσπασε σ' ένα κλάμα δυνατό … και είπε στους αδερφούς του: «Εγώ είμαι ο Ιωσήφ! Ζει ακόμα ο πατέρας μου;… Μη λυπάστε και μην έχετε τύψεις που με πουλήσατε, γιατί ο Θεός με έστειλε εδώ πριν από σας για να σας σώσω τη ζωή… Βιαστείτε να πάτε πίσω στον πατέρα μου και να του πείτε ότι ο γιος του ο Ιωσήφ λέει: 'ο Θεός με έκανε κύριο όλης της Αιγύπτου. Έλα σ' εμένα, μην αργείς'»… Ύστερα έπεσε στο λαιμό του Βενιαμίν του αδερφού του κι έκλαψε … Φίλησε ακόμα κι όλους τους αδερφούς του κλαίγοντας.