Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Γνώμη (άρθρο σχολιασμού)

( η τυφλή μνήμη μας :: 15-03-2003) 

Η τυφλή μνήμη μας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ

Επάνω: ο Θεόφιλος εκφράζει τη λαϊκή αποξένωση από την Ιστορία - Αριστερά: στην Αθήνα έχουν κατεδαφιστεί όλα τα σπίτια που έφεραν τα ίχνη των προδρόμων μας. Έτσι η σχέση μας με το πολιτισμικό παρελθόν μας γίνεται προβληματική

Πάμε στη Βιέννη και μπορούμε να επισκεφθούμε το σπίτι της Μπέργκγκάσε, όπου ζούσε και δεχόταν τους ασθενείς του ο Φρόυντ, να πιούμε τον καφέ μας και να διαβάσουμε εφημερίδες στο Λάντμαν, το καφέ όπου σύχναζε. Μπορούμε να θαυμάσουμε το περίφημο Μπούργκτεάτερ, σχεδόν συνώνυμο με την ιστορία της γερμανόφωνης δραματουργίας, ή πάλι τις πολυκατοικίες με τη «λουλουδάτη» πρόσοψη, που σχεδίασε στις αρχές του 20ού αιώνα ο Όττο Βάγκνερ, από τους πρωτεργάτες του Γιούγκεντστιλ. Μπορούμε να περπατήσουμε στην Γκρίχενγκάσε, το δρομάκι των Ελλήνων εμπόρων, σχεδόν απαράλλαχτο όπως την εποχή του Ρήγα, και να φάμε (έστω και όχι το καλύτερο φαγητό) στο Γκρίχενμπαϊσλ, το ταβερνείο όπου μαζεύονταν τα βράδια.

Πάμε στην Πράγα και μπορούμε να δούμε το γυμνάσιο όπου φοίτησαν ο Κάφκα και ο Φραντς Βέρφελ, στον πρώτο όροφο του κτηρίου στου οποίου το ισόγειο βρισκόταν το μαγαζί του πατέρα του Κάφκα. Μπορούμε να παρακολουθήσουμε μια θεατρική παράσταση ή μια όπερα του Μότσαρτ στο Στάβοβσκε Ντίβαντλο, το θέατρο όπου δόθηκε η πρεμιέρα τον Ντον Τζιοβάννι. Μπορούμε να περιδιαβάσουμε στο εβραϊκό γκέτο, όπου γεννήθηκε ο θρύλος του Γκόλεμ, ή στη Ζλάτα Ούλιτσκα, το «Χρυσό Δρομάκι» των αλχημιστών της εποχής του αυτοκράτορα Ροδόλφου Β΄.

Τα ερειπωμένα σπίτια φέρουν τη σφραγίδα της Ιστορίας

Πάμε στο Δουβλίνο και μπορούμε να περιπλανηθούμε στο Κολέγιο της Αγίας Τριάδας, όπου σπούδασαν τόσοι και τόσοι διάσημοι συγγραφείς, από τον Σουίφτ ώς τον Όσκαρ Ουάιλντ. Μπορούμε να παρακολουθήσουμε σταθμό προς σταθμό τη διαδρομή του Λέοπολντ Μπλουμ, του ήρωα του Τζόυς στον Οδυσσέα. Μπορούμε να περάσουμε ώρες πάνω από μια ή δυο «Γκίνες» σε παμπ που αντηχούν ακόμη από τις συζητήσεις ένδοξων θαμώνων τους, της αφρόκρεμας της ιρλανδικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Πάμε στο Παρίσι, στο Λονδίνο… Αλλά χρειάζεται τάχα να συνεχίσω; Σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές πόλεις διατηρούν και σέβονται την ιστορική μνήμη τους, τη μνήμη της πολιτισμικής τους παράδοσης. Ένας συγγραφέας, ένας μουσικός, ένας αρχιτέκτονας που μεγάλωσε και ζει σ' αυτές τις πόλεις δεν έχει αφηρημένη σχέση με την ιστορία και τον πολιτισμό που τον έθρεψαν, γιατί συνομιλεί διαρκώς με τις σκιές μεγάλων προδρόμων, αντικρίζει παντού τα ίχνη που άφησαν στο πέρασμά τους. Αισθάνεται οικεία απέναντί τους, γιατί τους βλέπει στο ανθρώπινο περιβάλλον τους, που είναι και δικό του, όχι σαν ημίθεους που του νεύουν συγκαταβατικά από τον Όλυμπο της καλλιτεχνικής αθανασίας. Γι' αυτό μπορεί ακόμη και να τσακωθεί μαζί τους, να τους κάνει ενοχλητικές ερωτήσεις, να τους αμφισβητήσει εδώ κι εκεί, να αντισταθεί στις πατερναλιστικές αξιώσεις τους.

Σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές πόλεις. Γιατί υπάρχει η μεγάλη εξαίρεση που ονομάζεται Αθήνα.

Ο Άγιος Ελισαίος, το εκκλησάκι όπου έψαλλε ο Παπαδιαμάντης; Γκρεμίστηκε από κάποιον ιδιώτη στην Κατοχή. Το θαυμάσιο δημοτικό θέατρο του Τσίλλερ; Κατεδαφίστηκε λίγο νωρίτερα, επί Μεταξά, από τον δήμαρχο τον οποίο οι Αθηναίοι αντάμειψαν για την ευεργεσία του δίνοντας το όνομά του στην πλατεία που απάλλαξε από αυτό το ντουβάρι. Το πανδοχείο της οδού Αγίας Θέκλας, όπου έμεινε ο λόρδος Βύρων στο πρώτο ταξίδι του στην Ελλάδα και όπου γνώρισε την Κόρη των Αθηνών; Έπαψε να υπάρχει προ αμνημονεύτων χρόνων. Το σπίτι του Κολοκοτρώνη, το περιβόλι του Μακρυγιάννη; Ίχνος δεν έχει μείνει. Τα τόσα και τόσα καφενεία που λειτούργησαν σαν φιλολογικά στέκια; Σχεδόν κανένα δεν σώζεται.

Το πανδοχείο στην οδό Αγίας Θέκλας όπου έμενε ο Λόρδος Βύρων όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα έχει από χρόνια γκρεμιστεί

Ο συγγραφέας δεν είναι μόνον ένας ληξίαρχος της μνήμης, αλλά κι ένας επεξεργαστής της. Είναι ένας παραγωγός φρέσκιας μνήμης από παλιά υλικά. Ανανεώνει τη σχέση μας με το παρελθόν, ανοίγοντας στην ιστορική μνήμη καινούργιους ορίζοντες. Αλλά, ενώ σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το παρελθόν είναι ζωντανό και πανταχού παρόν, μπορείς να μιλήσεις μαζί του, να το ψηλαφήσεις σε κάθε βήμα σου, στην Αθήνα (και, αλίμονο, στις περισσότερες ελληνικές πόλεις) είναι μια αχνή, αόριστη και συχνά συγκεχυμένη ανάμνηση, που προσπαθούν να τη ζωντανέψουν ακαδημαϊκές μελέτες και ιδεολογικές κατασκευές. Γι' αυτό οι περισσότεροι Έλληνες συγγραφείς (και ας μη ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι Έλληνες συγγραφείς ζούμε σήμερα στην Αθήνα) έχουμε προβληματική σχέση με το ιστορικό και πολιτισμικό παρελθόν μας. Δεν μπορούμε να φανταστούμε τον Κολοκοτρώνη διαφορετικά από τον τρόπο που μας υποβάλλει ο ανδριάντας του στην οδό Σταδίου, σαν έφιππον στρατηγόν που χωρεί ανά τους αιώνας κ.λπ. Δεν υπάρχει το σπίτι του στον δρόμο που φέρει το όνομά του, κανένα κατάλοιπο από το άρωμα της γειτονιάς του, δεν υπάρχει τίποτα σαν την Γκρίχενγκάσε, για να μας θυμίζει την καθημερινότητα του Γέρου του Μοριά, να κάνει την παρουσία του χειροπιαστή.

Γι' αυτό αποθεώσαμε τον Θεόφιλο. Για την πλασματική οικειότητά του με τις ιστορικές μορφές. Την οικειότητα με τον μύθο τους, όπως αυτός έχει εγγραφεί στη συνείδηση ενός απλοϊκού ανθρώπου γαλουχημένου με πατριωτικά σχολικά αναγνώσματα. Ο Θεόφιλος δεν εκφράζει τη λαϊκή προσοικείωση της Ιστορίας, αλλά τη λαϊκή αποξένωση από την Ιστορία. Την αποξένωση του Έλληνα διανοούμενου από την Ιστορία την εκφράζουν τα δεκάδες ιστορικά μυθιστορήματα που είτε επαναλαμβάνουν εθνικά και πολιτικά στερεότυπα είτε δημιουργούν παραλλαγές τέτοιων στερεοτύπων κομμένες και ραμμένες στα μέτρα συγκυριακών ιδεολογικών αναγκών και παρωθήσεων. Δεν υπάρχει η άμεση, υλική επαφή με το ιστορικό παρελθόν, για να εμπνέει μια πιο προσωπική, πιο αισθαντικά αναστοχαστική, σε τελική ανάλυση πιο απελευθερωτική στάση.

Στη γειτονιά όπου μένω υπήρχε μέχρι πριν από λίγα χρόνια ένα σπίτι με την πρόσοψη διάτρητη από βλήματα των Δεκεμβριανών. Η Αθήνα ήταν ώς πριν από δύο ή τρεις δεκαετίες γεμάτη από τέτοια ενθυμήματα της εμφύλιας αλληλοσφαγής. Μολονότι γεννήθηκα μετά τα Δεκεμβριανά, μεγάλωσα σ' ένα τοπίο όπου κυριαρχούσαν εκτελεσμένα σπίτια, ένα σκηνικό στοιχειωμένης φρίκης. Ακριβώς επειδή δεν είχα ζήσει ο ίδιος εκείνα τα γεγονότα, αυτοί οι ασάλευτοι, βουβοί μάρτυρες της καταστροφής με έκαναν να τα ζω συνεχώς με τον δικό μου τρόπο και με αμείωτη ένταση, γιατί αντίκριζα καθημερινά κάτι που μου προκαλούσε δέος και απορία και συγχρόνως εξασκούσε πάνω μου μια σκοτεινή γοητεία. Σκοτεινή γοητεία; Ναι, γιατί αυτά τα σπίτια, αν και εντελώς κοινά, εντελώς συνηθισμένα, είχαν επιλεγεί, θα έλεγε κανείς, από την Ιστορία για να δεχτούν πάνω τους την τρομερή σφραγίδα της και να τη δείχνουν στους περαστικούς σαν ένα αίνιγμα, ένα δικό τους αίνιγμα, που δύσκολα βρίσκει οριστική απάντηση.

Σήμερα έχουν απομείνει πολύ λίγα σπίτια με σημάδια των Δεκεμβριανών. Δεν υποστηρίζω ότι έπρεπε να διατηρηθούν όλα αυτά τα πέτρινα κουφάρια ούτε ότι πρέπει να δυναστεύει τη ζωή μας η μνήμη του Εμφυλίου ή οποιουδήποτε άλλου ιστορικού γεγονότος. Άλλο θέλω να πω, και γι' αυτό ξαναγυρίζω στο γαζωμένο σπίτι που έστεκε ώς πριν από λίγα χρόνια στην τωρινή γειτονιά μου. Κοίταζα αυτό το σπίτι και προσπαθούσα να φανταστώ γιατί και πώς χτυπήθηκε. Από Εγγλέζους ή από Ελασίτες, κατά τύχη ή σκόπιμα, από πολυβόλα αεροπλάνου ή από τουφέκια και αυτόματα; Ποιοι ήταν οι ένοικοί του ή ποιοι το είχαν καταλάβει και γιατί, τι απέγιναν; Τέτοια σκεφτόμουν και ήθελα να γράψω μια ιστορία γύρω από αυτό το σπίτι. Φοβάμαι πως δεν θα τη γράψω ποτέ. Το σπίτι κατεδαφίστηκε και τη θέση του πήρε μια μικρή, άχρωμη μοντέρνα πολυκατοικία.

Ναι, ο συγγραφέας είναι, αν θέλετε, ένας ληξίαρχος. Ο ληξίαρχος μπορεί να έχει φαντασία και να πλάθει με τα στοιχεία των αρχείων του ιστορίες που καμιά φορά είναι πιο αληθινές από τις αληθινές. Αλλά τα στοιχεία αυτά πρέπει να τα έχει μπροστά στα μάτια του και να μπορεί να χαϊδέψει τα ξεθωριασμένα γράμματα που τα μαρτυρούν.