Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ορίζοντες :: Κριτική τηλεόρασης

( τα «άλλοθι» της βίας :: 12-02-2003) 

Φαινόμενα

Τα «άλλοθι» της βίας

Οι μεταμορφώσεις της σύγχρονης βίας γίνονται αφορμή για διαφορετικές εκδοχές τηλεοπτικού λόγου, που συγκλίνουν μόνο στο άλλοθι των «ανθρώπινων δικαιωμάτων»

ΠΟΠΗ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ

Άγριες εικόνες που αποκαλύπτουν μια υπερβάλουσα και αναίτια βία που όμως φαίνεται ότι δεν είναι εύκολο να ελεγχθεί

Η εικόνα της βίας σκληρή. Μια ομάδα αστυνομικών των ΜΑΤ έχει πέσει επάνω σε έναν νεαρό. Τον ρίχνoυν κάτω και κάποιος με γαντοφορεμένη παλάμη του σπρώχνει με δύναμη το κεφάλι στο έδαφος. Ένας άλλος πλησιάζει, δεν βλέπουμε πρόσωπο, μόνο το πόδι με την μπότα που κλωτσάει στο στομάχι τον ακινητοποιημένο νεαρό.

Εικόνα άνανδρη, επίδειξη άσκοπης, τυφλής βίας. Η κάμερα παρούσα καταγράφει τις σκηνές. Προβάλλονται από τα δελτία ειδήσεων. Ο νεαρός ήταν οπαδός της ΑΕΚ, τα ρεπορτάζ λένε ότι επετέθη στον αστυνομικό και τότε οι συνάδελφοί του αντέδρασαν με τον τρόπο αυτό. Βία δικαιολογημένη; Όχι, γιατί είναι βία πέραν των ορίων. Και ποια είναι τα όρια; Τα ανθρώπινα δικαιώματα, λένε οι ανακοινώσεις των πολιτικά υπευθύνων, που καταδικάζουν την υπερβολική επίδειξη δύναμης.

Μια σκηνή σαν σινεμά, σαν πλάνο από σίριαλ, σαν μία ακόμη σκηνοθεσία της βίας, που όμως έρχεται να συμπληρώσει άλλες πολλές αντίθετές της. Τις εικόνες της εγκληματικής βίας, της βίας των γηπέδων, της βίας των τσαντάκηδων, που έχουν γίνει πληγή για γειτονιές ολόκληρες. Μόνιμη επωδός, όμως, κάθε προβολής εικόνων της σκληρότητας είναι η αναφορά στα «ανθρώπινα δικαιώματα». Τόσο εκείνων των εικόνων, που ξεπερνούν την αντοχή του πολιτισμού και της δημοκρατικής ευαισθησίας, όσο και εκείνων που αποκαλύπτουν τις συνθήκες της ανασφάλειας.

Μοιάζει πλέον με ένα είδος προστατευτικού λάστιχου της συνείδησης αυτή η σύγχρονη αξία των «ανθρώπινων δικαιωμάτων», που ανταποκρίνεται σε ένα ιδεατό μοντέλο κοινωνικής, κρατικής και διακρατικής οργάνωσης, σε ένα ιδανικό μοντέλο ανθρώπινων σχέσεων. Κάτι σαν άλλοθι-καταφύγιο για τις ακρότητες, τις υπερβολές, την υπέρβαση εξουσίας.

Στο όνομα των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» προβάλλονται και τα ρεπορτάζ για τους κλέφτες, που τρομάζουν και επιτίθενται σε ηλικιωμένους και απομονωμένους, για τους τσαντάκηδες, που προκαλούν τον τρόμο σε ολόκληρες γειτονιές. Έχουν δικαίωμα στην ασφάλεια και την ηρεμία οι πολίτες. Ξεκίνησε ο Antenna με ρεπορτάζ για την απειλητική βία που κυκλώνει τις νύχτες τις απομακρυσμένες περιοχές της πόλης, προχώρησαν και τα υπόλοιπα κανάλια Mega, Alpha, Alter με παρόμοια ρεπορτάζ. Ηλικιωμένες που έχουν υποστεί την άνανδρη επιθετική βία του κλέφτη δείχνουν στον φακό τα σημάδια τους. Ο τρόμος που ζητάει λύση και λύτρωση, που ζητάει την προστασία.

Και μετά, η προστασία παίρνει τη θέση της απειλής. Μοιάζει με σχιζοφρενική παράκρουση αυτή η ενημερωτική τραμπάλα από το ένα άκρο της βίας στο άλλο. Ασφάλεια με «ανθρώπινο πρόσωπο» μοιάζει να είναι το αίτημα. Στην πραγματικότητα τροφοδοτεί απλώς έναν ορθό λόγο, αναζητώντας το επίπεδο εκείνο της συναίνεσης για μέτρα βίας, που δεν θα είναι ακριβώς βία.

Υπάρχει; Είναι ίσως το όνειρο των δημοκρατικών εποχών μας η ελαχιστοποίηση του Κακού, όταν αυτό μοιάζει να επιβιώνει διαρκώς αναμορφούμενο.

Υπάρχει, για παράδειγμα, εκείνο που υποδεικνύεται ως Κακό από τους ισχυρούς και εκείνο που αναγνωρίζεται ως Κακό από τους σώφρονες. Όπως ο κακός Σαντάμ, που ουδείς αρνείται ότι είναι, και μόνο επειδή είναι ένας στυγνός δικτάτορας. Κακός όμως, και ο πόλεμος εναντίον του.

Μοιάζει να μιλάμε για τη βία, λοιπόν, κάνοντας ένα είδος «αισθητικής χειρουργικής» (Μποντριγιάρ) στον λόγο. Είναι, υποτίθεται, διαφορετικός για την «ωφέλιμη» βία των Σωμάτων Ασφαλείας - επιδεικνύουμε κράνη, όπλα, τεθωρακισμένα τζιπ, την αποτελεσματικότητα την ώρα της σύλληψης ενόχων για εγκληματικές πράξεις - και διαφορετικός για τη βία που υπερβαίνει τα όρια, αυτά που έχει θέσει ο πολιτισμός τον οποίο αναγνωρίζουμε σαν δικό μας, της δημοκρατίας, της πολιτικής ηθικής. Είναι τα όρια των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» που, όμως, όσο πολύτιμα είναι, άλλο τόσο θλιβερά φτωχά μοιάζουν για να συγκρατήσουν το ξέσπασμα του ισχυρού, τη στιγμή που νομίζει πως ο ίδιος είναι ο νόμος.