Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ελλάδα :: Γνώμη (άρθρο σχολιασμού)

( τι μαρτυρούν οι μάρτυρες :: 19-03-2003) 

Η ματιά ενός πολίτη

Τι μαρτυρούν οι μάρτυρες

ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ

Οτρόπος απόρριψης της τελευταίας διαδικαστικής ένστασης μπορεί να χαρακτηρισθεί ικανοποιητικός για το αίσθημα δικαίου: τίποτα δεν δικαιολογεί κρίση περί γενικής παρανομίας της προδικασίας, όμως η αποδεικτική χρήση ορισμένων καταθέσεων εξαρτάται από το αν θα αποδειχθεί ή όχι, στη συνέχεια της δίκης, ότι ασκήθηκε αθέμιτη πίεση στους κατηγορουμένους. Με τη λύση αυτή και η μέριμνα του δικαστηρίου για την ουσιαστική νομιμότητα της απονομής δικαιοσύνης αναδεικνύεται και η δίκη μπορεί να προχωρήσει. Και προχωρά ήδη με το πιο ανθρώπινο, το λιγότερο τεχνικό, το πιο ενδιαφέρον ίσως, αλλά και σίγουρα το πιο απρόβλεπτο κομμάτι της ακροαματικής διαδικασίας: την εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης.

Η βασική επισήμανση που πρέπει, νομίζω, να γίνει είναι ότι οι μάρτυρες είναι μεν όλοι ίσοι ως προς τη θέση τους ενώπιον του δικαστηρίου, όχι όμως ως προς το βάρος των καταθέσεών τους. Και τούτο γιατί σημασία για την αποκάλυψη της αλήθειας - ας μην ξεχνάμε ότι αυτός ο ρόλος αλλά και ο λόγος ύπαρξης των μαρτύρων - δεν έχει τόσο το ποιο είναι το πρόσωπο που καταθέτει, αλλά το τι γνωρίζει για την υπόθεση και πώς το γνωρίζει. Με την επιφύλαξη της υπεραπλούστευσης που κρύβει κάθε κατηγοριοποίηση - ιδίως αν, όπως εδώ, δεν έχει διόλου επίσημο ή επιστημονικό χαρακτήρα - θα μπορούσαμε, για τις ανάγκες της συγκεκριμένης δίκης, να κάνουμε ορισμένους χρήσιμους διαχωρισμούς.

Οι μάρτυρες θα είναι αφενός «ορατοί» και επώνυμοι ή «αόρατοι» και προστατευόμενοι. Η τελευταία δυνατότητα, την οποία εισήγαγε ο νόμος για το οργανωμένο έγκλημα, αυτοϋπονομεύθηκε ήδη στην πράξη από την (εκούσια;) αποκάλυψη της ταυτότητας των δύο αναγγελθέντων προστατευόμενων μαρτύρων. Θα υπάρξουν, εξάλλου, και οι ειδικοί ή εμπειρογνώμονες, αλλά στη συγκεκριμένη δίκη τα ζητήματα για τα οποία μπορεί να φανεί καθοριστική η συμβολή τους είναι μάλλον περιορισμένα: σκέφτομαι κυρίως τους γραφολόγους, λιγότερο τους ψυχολόγους και ακόμα λιγότερο τους «κοινωνικούς επιστήμονες». Κρισιμότερη τελικά αναδεικνύεται η διάκριση ανάμεσα στους μάρτυρες που έχουν σχέση με τα γεγονότα και σε εκείνους που έχουν απλώς σχέση με τα εμπλεκόμενα πρόσωπα.

Στο εσωτερικό μάλιστα της καθεμίας από αυτές τις ποιοτικά διαφορετικές κατηγορίες υποφώσκει και μια παραπέρα διαφοροποίηση: αφενός, ανάμεσα σε μάρτυρες ικανούς να φωτίσουν τις ίδιες τις αναφερόμενες στο κατηγορητήριο πράξεις ή απλώς πρόσφορους να συνεισφέρουν γνώση για πράξεις που συνδέονται ή ερμηνεύουν τις πρώτες και, αφετέρου, ανάμεσα σε μάρτυρες που μπορούν να μιλήσουν για τα πρόσωπα ως πρόσωπα, συμβάλλοντας στην ενδεχομένως χρήσιμη διερεύνηση της προσωπικότητάς τους, και μάρτυρες που, χρησιμοποιώντας τα πρόσωπα ως φορείς ιδεών ή συμβόλων, έχουν ως μόνη δυνατότητα, αλλά και στόχο, την έκθεση απόψεων για τα «συμφραζόμενα» της δίκης και όχι για τα νομικά αγαθά που διακυβεύονται. Σημασία έχει επίσης η λογική αλλά και η χρονική συνέπεια μιας μαρτυρίας, ακόμα και «άμεσης»: η ιστορία έχει διδάξει ότι το κράτος δικαίου οφείλει να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικό απέναντι σε αναδρομικά ενθυμήματα και σε εκ των υστέρων «αποκαλύψεις».

Το δικαστήριο θα κατακλυσθεί τις επόμενες εβδομάδες από μαρτυρίες. Λογικά διαθέτει τον τρόπο και την πείρα να αξιολογήσει ποιες υπηρετούν την αλήθεια της υπόθεσης και ποιες την προβολή προσώπων ή απόψεων με ευγενή ή λιγότερο ευγενή κίνητρα.