Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ορίζοντες :: Γνώμη (άρθρο σχολιασμού)

( δυστυχώς, ο σύντροφος δεν διαβάζει ποίηση :: 12-03-2003) 

Δυστυχώς, ο σύντροφος δεν διαβάζει ποίηση

ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ

«Το μόνο κοινό που έχουν η ποίηση και η πολιτική είναι το γράμμα "π"»

Τζόζεφ Μπρόντσκι

«Ο Στάλιν μισούσε την ποίηση. Θεωρούσε τους ποιητές ενοχλητικές αλογόμυγες»

Νικίτα Χρουστσόφ

Δεν είναι λίγοι αυτοί που αντιδρούν στην ιδέα πως η ποίηση μπορεί να έχει οποιαδήποτε σχέση με την πολιτική, και πιστεύουν ότι ακόμη και αν διευρύνουμε την έννοια της πολιτικής, ώστε να καλύψει ένα ευρύ φάσμα δημόσιων θεμάτων, αυτή θα βρίσκεται πάντα σε σχέση αντιπαλότητας με την ποίηση. Όπως έλεγε και ο Γκαίτε, «η διαπλοκή της με την ποίηση, δεν μπορεί παρά να διαφθείρει μια κατά τα άλλα αγνή τέχνη». Η ίδια η πολιτική ποίηση συνέτεινε στην επιβεβαίωση αυτής της αντίληψης: καταφεύγοντας στη μεγαληγορία, τον υψιπετή τόνο και τα μανιχαϊστικά στερεότυπα, κράτησε μονάχα το σχήμα της ποίησης, απεμπολώντας ό,τι συνθέτει την ουσία της. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε: πολλά πολιτικά ή, ορθότερα, στρατευμένα ποιήματα δεν αξίζουν ούτε το χαρτί πάνω στο οποίο είναι γραμμένα.

Εξαιρέσεις ασφαλώς υπάρχουν: Θυμίζω ενδεικτικά την «Ορατιανή Ωδή στον Κρόμγουελ» του Μάρβελ, την «Ιερουσαλήμ» του Μπλέικ, τον «Προμηθέα δεσμώτη» του Σέλεϊ, τους «Ελεύθερους πολιορκημένους» του Σολωμού, το «Χιου Σέλγουιν Μόμπερλι» του Πάουντ (αλλά όχι το αντισημιτικό παραλήρημα των «Κάντος»), το «Anno Domini» της Αχμάτοβα, το «Πάσχα 1916» του Γέιτς. Αλλά είναι εξαιρέσεις.

Τα περισσότερα πολιτικά ποιήματα δεν αποτελούν παρά ανούσια, ρηχή και, τις περισσότερες φορές, ανήθικη ρητορεία. Αν και τα όρια δεν είναι ποτέ εντελώς προσδιορισμένα, μπορούμε να διακρίνουμε, πιστεύω, τη διαφορά ανάμεσα στην ιστορική αναφορά, τον ιστορικό μύθο και ένα πολιτικό ποίημα. Είμαστε πρόθυμοι να δεχτούμε, ορισμένες φορές με κάποιες αντιρρήσεις, αλλά πιο συχνά εντελώς αυθόρμητα, τις υποκειμενικές και συχνά υστερόβουλες αναγνώσεις της Ιστορίας που κάνουν οι ποιητές.

Έχουμε ανάγκη μνημονίων, πολλές φορές και απλουστεύσεων, αν πρόκειται να διατηρήσουμε στη μνήμη μας το παρελθόν. Γνωρίζουμε ότι αν τα ποιήματα αυτά φέρουν κάποιο μήνυμα για την Ιστορία ή την πολιτική, το κάνουν - θα πρέπει να το κάνουν, αν αξίζουν ως ποιήματα - με τρόπο που διαχέει ή ειρωνεύεται το μήνυμα: από τη στιγμή που τα διαβάζουμε ως ποιήματα, από τη στιγμή που δεν τα ξαναγράφουμε στον νου μας (όπως ο Όντεν ξανάγραψε την «Ισπανία», για να την διαγράψει αργότερα ως «απαράδεκτη» από το σώμα των ποιημάτων του), απλώς και μόνο για να επιβεβαιώσουμε τις πεποιθήσεις μας, ανακαλύπτουμε κενά, αμφισημίες, - αμφισημίες σύμφυτες και με την επέμβαση της γλώσσας στο ιστορικό γεγονός.

Τα ποιήματα που αντέχουν στον χρόνο μιλούν μια γλώσσα διαφορετική από εκείνη της ιστορικής αναφοράς ή του ιστορικού μύθου: μετατρέπουν την Ιστορία σε κάτι ανοίκειο και ο τρόπος με τον οποίο χειρίζονται ιστορικά ζητήματα και πολιτικές κρίσεις είναι βαθιά προσωπικός. Μας προφυλάσσουν από το γνώριμο· στέκονται μακριά από θέσεις και κομματικές γραμμές· υπονομεύουν τις κατασκευασμένες επίσημες αφηγήσεις. Αποτελούν, για να το πω απλά, μια μορφή γνώσης.

Οι επαναστάσεις της ευαισθησίας δεν κερδίζονται στα χαρακώματα της πολιτικής.

Το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει ένας ποιητής είναι να κατακτήσει ένα μέρος του εαυτού του, κι αυτό να το εγγράψει, όσο πιο δραστικά μπορεί, στην ποίησή του. Ο Όντεν αυτό το κατάλαβε και αναγνώρισε δημόσια τα λάθη που είχε διαπράξει στο όνομα της «ιδεολογικής αλληλεγγύης». Ο Ελιάρ, ο Αραγκόν, ο Ρίτσος και άλλοι, δυστυχώς όχι. Τα ποιήματα που αφιέρωσαν στον σύντροφο Στάλιν, που φέτος γιορτάζει τα πεντηκοστά του γενέθλια ως πτώμα, θα τους στοιχειώνουν για πάντα.