Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Γνώμες-Σχόλια :: Γνώμη (άρθρο σχολιασμού)

( τριτη αποψη - ασυμβίβαστες υπερβολές :: 13-01-2003) 

ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΨΗ Ασυμβίβαστες υπερβολές

Τα περί "επαγγελματικού ασυμβίβαστου" των βουλευτών

ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ

Η συζήτηση γύρω από το λεγόμενο "επαγγελματικό ασυμβίβαστο" των βουλευτών αποτελεί, στην παρούσα τουλάχιστον φάση, χαρακτηριστικό παράδειγμα αδικαιολόγητης θεσμικής διόγκωσης μιας περιορισμένης εμβέλειας αντιπαράθεσης.

Τα πράγματα είναι - και θα μπορούσαν να παρουσιασθούν - απλά. Κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 ψηφίσθηκε με μεγάλη και διακομματική πλειοψηφία η αρχή της απαγόρευσης άσκησης επαγγέλματος από βουλευτή κατά τη διάρκεια της θητείας του. Εκείνη ήταν η στιγμή να τεθούν τα νομικά, πολιτικά και πραγματικά ζητήματα υπέρ ή κατά της σκοπιμότητας θέσπισης του θεσμού και τότε είχε παρασχεθεί η δυνατότητα σε όλους τους βουλευτές να προσδιορίσουν με τη στάση και την ψήφο τους την τύχη της διάταξης - πόσο μάλλον που, λόγω της αρχικής προώθησης της ιδέας από τη μείζονα αντιπολίτευση και την καθυστερημένη υιοθέτησή της από την κυβερνητική παράταξη, δεν τέθηκε σε καμία στιγμή θέμα κομματικής πειθαρχίας.

Με την πανηγυρική υπερψήφιση της διάταξης, το θεωρητικό ζήτημα, από πλευράς βουλευτών τουλάχιστον, έληξε οριστικά και τίποτα δεν δικαιολογεί την έκφραση, ενάμιση χρόνο μετά, αποριών, εκπλήξεων ή προβληματισμών. Το ίδιο απαγορευτικές είναι αυτές οι αντιδράσεις και όσον αφορά το εισαχθέν προς ψήφιση νομοσχέδιο με το οποίο, κατά τη συνταγματική επιταγή, ορίζονται οι συμβατές με το βουλευτικό αξίωμα δραστηριότητες (όχι επαγγέλματα) και τα αντίστοιχα συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά ζητήματα. Το επαγγελματικό ασυμβίβαστο ήταν και, ευτυχώς, παρέμεινε απόλυτο - και αυτό όλοι οι βουλευτές όφειλαν να το γνωρίζουν από τον Απρίλιο του 2001. Όπως όφειλαν να γνωρίζουν - γιατί και το άρθρο 115 παρ. 7 του Συντάγματος το προσδιορίζει και πολλές φορές ρητά είχε τονισθεί κατά την αναθεωρητική συζήτηση από τον εισηγητή της διάταξης - ότι η ύστατη στιγμή που θα έπρεπε να διαλέξουν ανάμεσα στο επάγγελμά τους και τα βουλευτικά έδρανα ήταν η 1η Ιανουαρίου 2003 - ανεξάρτητα από το αν θα είχε ως τότε ψηφισθεί, όπως το αναθεωρημένο άρθρο 57 προέβλεπε, ο σχετικός εκτελεστικός νόμος.

Ουσία στα σημερινά παράπονα, συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρξει, πέρα βέβαια από τον εντελώς δικαιολογημένο ψόγο της κυβέρνησης για την τόσο καθυστερημένη εισαγωγή προς ψήφιση στη Βουλή ενός νομοσχεδίου με δεδομένο, εκ του Συντάγματος, χρονοδιάγραμμα και, σε μεγάλο βαθμό, περιεχόμενο. Οι εισαγόμενες ρυθμίσεις έχουν τουλάχιστον το προσόν να σέβονται τη συνταγματική επιταγή και να διαχωρίζουν την επαγγελματική από την καθαρά πνευματική δραστηριότητα.

Νομίζω δε ότι έχει πια απολέσει το νόημά της και η θεωρητική γύρω από τον ίδιο τον θεσμό αντιπαράθεση. Η συντριπτική υπέρ της βουλευτικής ιδιότητας επιλογή των ενδιαφερομένων φαίνεται να δείχνει ότι τα δύο κρίσιμα πρακτικά επιχειρήματα για τη θέσπιση του ασυμβίβαστου (η εκ των πραγμάτων πλήρης απορρόφηση του βουλευτή από τα καθήκοντά του και η κατοχύρωση της ισότητας μεταξύ όλων των αντιπροσώπων του λαού) υπερισχύουν στην πράξη από βάσιμες δικαιοπολιτικές ανησυχίες συνδεόμενες με την ανεξαρτησία και τον εν γένει ρόλο του βουλευτή. Αυτό δεν σημαίνει ότι αναδρομικά δικαιώνεται μια συνταγματική ρύθμιση αιφνιδιαστική, ύποπτη για συντεχνιακή λογική και εν πολλοίς άχρηστη, αφού θα αρκούσε, για να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα, να θεσπισθεί διά νόμου η αναγκαστική αναστολή, όσο διαρκεί η βουλευτική θητεία, της επαγγελματικής ιδιότητας. Την κριτική όμως αυτή δικαιούται να την εκφράσει μόνο η επιστήμη.

Για τους βουλευτές είναι πια αργά και γι' αυτό η όποιας μορφής εναντίωση σε μια θεσπισμένη συνταγματική επιλογή αποτελεί σήμερα βαρύ ηθικό και πολιτικό ατόπημα.