Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( η μύκονος δεν πεθαίνει :: 18-01-2003) 

Η Μύκονος δεν πεθαίνει

ΜΙΚΕΛΑ ΧΑΡΤΟΥΛΑΡΗ

Τι κοινό έχουν ο Τζέιμς Μποντ και η Μύκονος; Και των δύο ο θάνατος αναβάλλεται για μια άλλη μέρα. Αυτό το νησί που ξεμαδερώθηκε, όπως λένε οι ντόπιοι, αποσαθρώθηκε δηλαδή, τραυματίστηκε από τη διασταύρωσή του με της Γης τους κοσμικούς, δεν λέει να πεθάνει, όπως θα συμπεράνει καθένας που θα διαβάσει τα "Παραμιλητά" του Παναγιώτη Κουσαθανά (Ίνδικτος). Ταγμένος στη διάσωση της "άλλης" Μυκόνου, αυτός ο 55χρονος φιλόλογος επιμελήθηκε βιβλία για την ιστορία και τον πολιτισμό του νησιού. Ποτέ, ωστόσο, δεν ανέλαβε τον ρόλο του τιμητή, του εισαγγελέα, καταγγέλλοντας τα κακώς κείμενα προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη. Αλλά το αντίθετο: βάλθηκε να αναδείξει τις κρυφές χάρες της Μυκόνου. Και στο κλισέ του "όμορφου-νησιού-που-αλλοτριώθηκε", αντιπαρέβαλε την τολμηρή άποψη τού "αλλοτριωμένου-νησιού-που-βαστά-ακόμα-μια-μαγεία-και-περιμένει-την-ευκαιρία-να-την-αποκαλύψει".

Μίλησε φυσικά ο Κουσαθανάς και για την ενδοτικότητα των ντόπιων, "που ξεπερνούν σε απληστία και ακαλαισθησία τους επήλυδες", και για τη δειλία των τοπικών πολιτικάντηδων, και για τη ματαιοδοξία, την κουφότητα των "φίλων" του νησιού. Όμως έσκαψε και βαθύτερα, προχωρώντας σε μια παρέμβαση που αποδείχθηκε πιο γόνιμη κι ας ξεκίνησε μοναχικά.

"Παραμιλητά". Σε μικρόψυχους καιρούς, μας εξηγεί ο Κουσαθανάς, κατά τους οποίους καταργείται ο διάλογος, η μόνη διέξοδος "δεν μπορεί παρά να είναι το κατά μόνας παραμιλητό…". Δώδεκα χρόνια τώρα "παραμιλά" αυτός ο ακραιφνής Μυκονιάτης για να εμβολιάσει, όπως λέει, τον αναγνώστη με το άρωμα του τόπου του και να αναδείξει την αθέατη ψυχή της Μυκόνου που κρύβεται πίσω από την εκτυφλωτική βιτρίνα της. Τα "Παραμιλητά" του είναι άρθρα που επαναφέρουν στο προσκήνιο διηγήματα λογοτεχνών της Μυκόνου, λαϊκά παραμύθια, δημοτικά τραγούδια, σχόλια επώνυμων περιηγητών, δημόσια έγγραφα από τον 18ο αιώνα με αποφάσεις της κοινότητας - π.χ. για τον εξοστρακισμό μιας άσεμνης γυναίκας ή για τη δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη - περιγραφές των παλιών τύπων του νησιού αλλά και της σπουδαίας Μέλπως Αξιώτη, περιγραφές της γεμάτης βάσανα και στερήσεις καθημερινότητας κ.ο.κ., καταγράφοντας παράλληλα και το μυκονιάτικο ιδίωμα. Ο Κουσαθανάς τα δημοσίευε στην εφημερίδα "Μυκονιάτικη", για να ενεργοποιήσει τις αντιστάσεις των ντόπιων. Τώρα τα χτένισε, τα ταξινόμησε, τα συγκέντρωσε και τους έδωσε νέα πνοή, ανοίγοντάς τα σε ένα πλατύτερο κοινό. Έτσι τα "Παραμιλητά Α' και Β'" διαβάζονται σαν ένα σπονδυλωτό ιστορικό μυθιστόρημα, πλούσιο σε πλοκή και χαρακτήρες, που ζωντανεύει έναν κόσμο γοητευτικό, ο οποίος αν και ξεπνοϊσμένος από την επέλαση του μαζικού και λαίμαργου τουρισμού, παραμένει ζωντανός.

Τα παρατσούκλια, με τα οποία οι Μυκονιάτες στολίζουν ακόμα και σήμερα όχι μόνο τους συντοπίτες τους αλλά και τους ξένους, είναι μια μεγάλη απόδειξη ότι βαθιά μέσα τους επιζεί η μυκονιάτικη ψυχή. Τα "ξεβρίσια" ή "εγκωμίατα" είναι μια συνήθειά τους, που την συναντάμε ήδη στις επιγραφές της Δήλου και που εκφράζει την περιπαικτική τους διάθεση. Σαρλιά από το Σαρλό, βάφτισαν μια γυναίκα που κουτσαίνει. Αφτέλα αλλά και Μινγκ, εκείνον που έχει αυτιά σαν μαχητικού αεροπλάνου, Κεροσβήστη αυτόν με τη γαμψή μύτη. Άσφαιρο, Λειψοπούλη ή Άψωλο εκείνον τον γαμπρό που δεν κατάφερε να συνευρεθεί με τη νύφη την πρώτη νύχτα του γάμου. Δίκαυλο, αυτόν που κοκορεύεται για τις ερωτικές του επιδόσεις, Φουμαρούφα τη δεινή καπνίστρια, Στούμπερμαν τον κοντό. Και η παραγωγή συνεχίζεται με την αφομοίωση ακόμα και ξένων λέξεων. Έτσι, π.χ., ακούμε το Ιτής από το Ε.Τ. (Extra Terrestrial για κάποιον δύσμορφο. Τελικά, διαβάζοντας τούτο το βιβλίο, διασκεδάζει, κεντρίζεται και, μαγεύεται κανείς, πιο γεμάτα, μερικές φορές, απ' ό,τι αν ξεσάλωνε στα κλαμπ, ή τις παραλίες του νησιού.