Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( "ποιος είπε ότι τα βαλκάνια είναι βίαιη περιοχή;" :: 18-01-2003) 

Μια αντισυμβατική Ιστορία από τον Μαρκ Μαζάουερ

"Ποιος είπε ότι τα Βαλκάνια είναι βίαιη περιοχή;"

ΑΝ ΘΕΛΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙ ΤΗΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΚΑΚΟΔΑΙΜΟΝΙΑ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΚΑΨΕΙ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΥ ΞΕΝΟΥ ΔΑΚΤΥΛΟΥ, ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΩΝ Ή ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΣΤΑΘΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΣΤΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΥΤΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ. ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΒΛΕΠΕΙ ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ Ο ΜΑΡΚ ΜΑΖΑΟΥΕΡ.

ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΤΟΣ

Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου τα Βαλκάνια ήταν μια ξεχασμένη γωνιά της Ευρώπης. Κατόπιν ξαναήρθαν στην επικαιρότητα, με τρόπο όχι ιδιαίτερα ευχάριστο. Η αναζωπύρωση των εθνικών εντάσεων δεν περιορίστηκε στα μέρη μας, ούτε οι φρικαλεότητες που συνόδευσαν τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας ήταν οι χειρότερες των ημερών μας. Ωστόσο, ξαναζωντάνεψαν τα αρνητικά στερεότυπα που είχαν πλαστεί εκατό χρόνια πριν, τον καιρό που η Ευρώπη, ανακαλύπτοντας τα Βαλκάνια, πρόβαλλε σ' αυτά άλλοτε τις επιθυμίες της, άλλοτε τις ελπίδες της και άλλοτε τα άγχη της, αλλά κυρίως τα τελευταία.

Δεν ωφελεί να αρνηθεί κανείς ότι ο εικοστός αιώνας στάθηκε σκληρός για τους λαούς της περιοχής. Ορισμένοι, όπως οι Βούλγαροι και οι Αλβανοί, παρασύρονταν από τη μια συμφορά στην άλλη, ενώ άλλοι, όπως οι Ρουμάνοι και οι Γιουγκοσλάβοι, έκαναν καταστροφικές επιλογές ακριβώς τη στιγμή που η τύχη έμοιαζε να τους χαμογελά. Μόνον η Ελλάδα, μολονότι δεν δοκιμάστηκε λιγότερο σκληρά από τις γειτονικές χώρες, πόνταρε συχνά στο σωστό άλογο και έτσι, ενώ ήταν ίσως η πιο αδύναμη χώρα της περιοχής, σήμερα είναι η σταθερότερη, η πλουσιότερη και από πολλές απόψεις η ισχυρότερη. Πάντως, η δική μας πορεία ήταν ακραία επιτυχημένη για τα μέτρα της περιοχής, και όχι τυπική.

Τι έφταιξε για τη βαλκανική κακοδαιμονία; Οι θεωρίες που την αποδίδουν πρωταρχικά στον λεγόμενο "ξένο δάκτυλο" αποτυπώνουν το προφανές δεδομένο, ότι συχνά η μοίρα των Βαλκανίων, όπως και των άλλων περιφερειακών περιοχών, κρίθηκε έξω από τα σύνορά τους, αλλά κατά τα λοιπά δεν εξηγούν και πολλά πράγματα. Ευρεία δεξίωση έχουν επίσης οι σχολές οι οποίες ενοχοποιούν τις υποτιθέμενες τοπικές ιδιαιτερότητες - την εθνοτική ποικιλομορφία, τους λεγόμενους εθνικούς χαρακτήρες, τις θρησκευτικές παραδόσεις ή ακόμη και κάποιες μυστηριώδεις γενετικές ιδιομορφίες. Κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι υπερτονίζουν παράγοντες συστημικούς ή εξωιστορικούς, και συχνά μυθοποιημένους από τις εθνικές ιδεολογίες. Έτσι όμως υποβαθμίζουν την αυτενέργεια των ανθρώπων, και ιδίως τη σημασία του πολιτικού στοιχείου - των πολιτικών συγκρούσεων και αντιλήψεων και επιλογών.

Στα "Βαλκάνια", ο Μαζάουερ δίνει έμφαση σε θέματα έως πρόσφατα παραμελημένα, όπως τον θρησκευτικό συγκρητισμό, τη δεισιδαιμονία, τις προφητείες και τις τοπικές δοξασίες (φωτ. Thomas Dworzak, Magnum/Άπειρον)

Αντιθέτως, αυτά ακριβώς τα πολιτικά στοιχεία προβάλλουν πολλοί σύγχρονοι ιστορικοί, που προσπαθούν να ξεδιαλύνουν το κουβάρι των εξελίξεων χωρίς ποτέ να χάσουν από τα μάτια τους τον ρόλο που παίζουν οι ίδιοι οι απλοί άνθρωποι και οι ηγεσίες τους. Ο Μαρκ Μαζάουερ είναι ένας από αυτούς. Καθώς μάλιστα γράφει γλαφυρά και διαλέγει θέματα που ενδιαφέρουν το ευρύ κοινό, προηγούμενα βιβλία του όπως Η Ελλάδα του Χίτλερ, που περιγράφει την καθημερινότητα της Κατοχής, και η Σκοτεινή ήπειρος, για την Ευρώπη του εικοστού αιώνα, έγιναν μπεστ σέλερ διεθνώς αλλά και στη χώρα μας. Αν και προκάλεσαν την μήνι κάποιων συμβατικών ιστορικών, που είναι συνηθισμένοι τα δικά τους βιβλία να μη διαβάζονται παρά μόνο σε διατεταγμένη υπηρεσία. Στα Βαλκάνια ο Μαζάουερ συνοψίζει, σε διακόσιες πενήντα σελίδες, μια συνθετική άποψη για την Ιστορία της περιοχής από τις παραμονές της οθωμανικής επικράτησης έως τις ημέρες μας. Το πετυχαίνει αυτό μέσα από μια συστηματική διαδικασία αφαίρεσης, εστιάζοντας την προσοχή του στις όψεις εκείνες του παρελθόντος που καλούν σε διάλογο τους σημερινούς ανθρώπους. Με άλλα λόγια, δεν επιδιώκει να γράψει την οριστική Ιστορία των Βαλκανίων αλλά αναγνωρίζει πως φέρει τη σφραγίδα της δικής μας εποχής και συνδιαλέγεται με το σύγχρονο αναγνωστικό κοινό. Ιδιαίτερα χρήσιμη από αυτή την άποψη - και ασυνήθιστη για ιστορικό- είναι η εξοικείωσή του τόσο με την κοινωνική ανθρωπολογία όσο και με την οικονομική θεωρία και Ιστορία.

Ο ρόλος της Δύσης

Ο συγγραφέας, γνωρίζοντας πως το δυτικό κοινό συνήθως βλέπει τα Βαλκάνια μέσα από δημοσιογραφικά στερεότυπα, μας ζητά πρώτα πρώτα να στοχαστούμε μέσα από ποιο πρίσμα έχουμε σχηματίσει τις ιδέες μας για τη χερσόνησο στην οποία μας παραπέμπει ο όρος "Βαλκάνια" - όρος που, όσο και αν τον νομίζουμε παλιό, στην πραγματικότητα σπάνια χρησιμοποιούνταν πριν από τον εικοστό αιώνα. Μήπως οι τρόποι που μιλάμε για τα Βαλκάνια θεωρούν δεδομένες κάποιες αντιλήψεις για την ευρωπαϊκή ταυτότητα και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, που δεν είναι πάντοτε βάσιμες ούτε αθώες; Μήπως η Δύση, ή μάλλον ακριβέστερα μια Δύση, προβάλλει στα Βαλκάνια κάποιες πλευρές του δικού της εαυτού, που θέλει να ξορκίσει; Μήπως πίσω από την όλη συζήτηση περί Βαλκανίων κρύβονται φορτισμένα ζητήματα "δυτικότητας" της ίδιας της Δύσης;

Τέτοια ζητήματα αυτοπροσδιορισμού της Ευρώπης εκβάλλουν στο καίριο και επίκαιρο πρόβλημα, του πώς εντάσσεται η οθωμανική στην ευρωπαϊκή Ιστορία. Με άλλα λόγια, αν πιστεύουμε ή όχι ότι τα Βαλκάνια από τον δέκατο πέμπτο έως και τον δέκατο ένατο αιώνα, που διήρκεσε η οθωμανική κυριαρχία επάνω τους, βρίσκονταν σε κάποιον άλλον πλανήτη από την υπόλοιπη Ευρώπη. Σίγουρα, κάτι μας θυμίζει τούτη η άποψη, ανέκαθεν κυρίαρχη στις χριστιανικές χώρες. Στα μέρη μας καλλιεργήθηκε από τους πρωτεργάτες του Διαφωτισμού, ώσπου κρυσταλλώθηκε στις θεωρίες με τις οποίες όλοι γαλουχηθήκαμε, για τα τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς που μας απέκοψαν από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Εδώ αρκεί να σημειώσουμε πως ο Μαζάουερ δεν την δέχεται, ενώ συνάμα δεν χαρίζεται και στην αντίστροφη εξιδανίκευση η οποία, εξυμνώντας τη μυθική "Ανατολή", βλέπει στο κράτος του σουλτάνου μια ευτυχισμένη πολυπολιτισμική κοινοπολιτεία.

Η καλύτερη αφετηρία

Από την αρχή έως το τέλος τους, τα Βαλκάνια αναδεικνύουν τα σημαντικά επίκοινα στοιχεία της πολιτισμικής και της πολιτικής εξέλιξης των χωρών της περιοχής μας. Επίσης, τονίζουν παραγνωρισμένες συνέχειες, οι οποίες συνδέουν τη Βυζαντινή με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την τελευταία με τα σύγχρονα εθνικά κράτη ή τα εθνικιστικά με τα κομμουνιστικά καθεστώτα και τανάπαλιν. Τα επιχειρήματα του συγγραφέα είναι συγκροτημένα και ουσιαστικά, ενώ η μετάφραση του έργου κινείται στο άψογο επίπεδο που μας έχει συνηθίσει ο Κώστας Κουρεμένος.

Σίγουρα, δεν μπορούν να είναι αυτονόητες οι επιλογές ενός τόσο συνοπτικού βιβλίου. Για παράδειγμα, απόρησα που δεν μιλά για τους Βογομίλους, που επηρέασαν κρίσιμα την πορεία της περιοχής και αξιόλογα την υπόλοιπη Ευρώπη. Στην ανάλυση της οθωμανικής Ευρώπης θα άξιζε ίσως να συζητήσει τις απόψεις της Σουραγιά Φαροκί, ενώ σε εκείνη του δέκατου ένατου αιώνα νομίζω πως έπρεπε να αξιοποιήσει την πρωτοποριακή διανοητική ιστορία της Έλλης Σκοπετέα. Ωστόσο, τούτες είναι δευτερεύουσες ενστάσεις. Αν ο συγγραφέας επιδίωξε να μας δώσει μια εισαγωγή στην Ιστορία της περιοχής που να είναι ενημερωμένη, εύληπτη και πολυεδρική, χωρίς να της λείπει η κριτική αιχμή, πέτυχε τον στόχο του. Για την Ιστορία των Βαλκανίων δεν έχουμε σήμερα στα ελληνικά καλύτερη αφετηρία απ' αυτό το βιβλίο.

Από τις εθνικές ταυτότητες στους… βρικόλακες

Ο Βρετανός Μαρκ Μαζάουερ είναι ένας από τους ιστορικούς που υπολογίζουν τον ρόλο που παίζουν οι απλοί άνθρωποι και οι ηγεσίες τους

Μετά την "ονομάτων επίσκεψη", στην οποία είναι αφιερωμένο το εισαγωγικό κεφάλαιο, τα Βαλκάνια παρουσιάζουν τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες και τις δημογραφικές εξελίξεις που επηρέασαν την Ιστορία της χερσονήσου.

Περιγράφουν επίσης τις διαδικασίες που εμπόδισαν την εκβιομηχάνιση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθώς και τις κοινωνικές και ιδεολογικές συνέπειες του μετασχηματισμού των αγροτικών σχέσεων και της ανάπτυξης των πόλεων.

Στο τρίτο κεφάλαιο ο Μαζάουερ εξετάζει την ανάπτυξη των εθνικών ταυτοτήτων, συζητώντας εκτενώς τις διαδικασίες του εξελληνισμού και του εξισλαμισμού.

Έμφαση δίνει σε θέματα έως πρόσφατα παραμελημένα, όπως τον θρησκευτικό συγκρητισμό, τη δεισιδαιμονία, τις προφητείες και τις τοπικές δοξασίες. Βλέπουμε χριστιανούς και μουσουλμάνους να τρέμουν διάφορες οικογένειες, τις οποίες θεωρούν βρικόλακες με όψη ανθρώπων, και να ορκίζονται ότι κάποιοι συμπολίτες τους κρύβουν διαβολικές ουρές μέσα στις φαρδιές βράκες τους. Ο χότζας και ο ιερέας ξορκίζουν μαζί τους βρικόλακες της Αδριανούπολης το 1872, χωρίς να καταφέρουν να τους διώξουν, ώσπου η παρέμβαση του σωστού Τούρκου μάγου λυτρώνει την πόλη. Τέτοιες σκηνές, βέβαια, μας εντυπωσιάζουν μόνον αν αγνοούμε πως λίγες δεκαετίες τα χώριζαν από τις θανατώσεις μαγισσών στη Δυτική Ευρώπη. Οπωσδήποτε, συγκροτούν ένα διανοητικό τοπίο εντελώς διαφορετικό από τις οπτασίες κάποιων πολιτικών επιστημόνων και κοινωνιολόγων που αποφεύγουν την πρωτογενή έρευνα όσο απέφευγαν οι Αδριανουπολίτες τους παρατρεχάμενους του Οξαποδώ. Ο Μαζάουερ άσπλαχνα φέρνει αντιμέτωπη τη θεωρία του Σάμουελ Χάντιγκτον για τη σύγκρουση των πολιτισμών στα Βαλκάνια με σκηνές όπως εκείνη των μπεκτασήδων ιερωμένων, που βεβαιώνουν μια περιηγήτρια ότι ως πιστοί μουσουλμάνοι "φυσικά τηρούμε τη γιορτή του Αγίου Γεωργίου". Και με πολλές ανάλογες σκηνές που τεκμηριώνουν την κοινή, αλλά όχι πάντοτε αρμονική, ζωή των εθνοτικών και θρησκευτικών ομάδων. Παρουσιάζοντας τη συγκρότηση των εθνικών κρατών τον δέκατο ένατο αιώνα τονίζει ότι, παρά τους σημερινούς μύθους, οι περισσότερες συγκρούσεις στα Βαλκάνια δεν ήταν εθνοτικής φύσης. Στην πορεία της οθωμανικής Ιστορίας κύρια πηγή εντάσεων δεν ήταν οι εθνοτικές διαφορές, αλλά αφενός η ταξική σύγκρουση γαιοκτημόνων και αγροτών και αφετέρου οι θρησκευτικές διαμάχες στο εσωτερικό των κοινοτήτων. Τα δύο επόμενα κεφάλαια εξετάζουν από συγκριτική σκοπιά τους πολέμους και τους διωγμούς του εικοστού αιώνα, την ένταση μεταξύ των φιλελεύθερων και των εθνικιστικών αξιών, τις αγροτικές μεταρρυθμίσεις και τα αποτελέσματα των ξένων επεμβάσεων.

Ο επίλογος αντικρούει την τρέχουσα αντίληψη, ότι τα Βαλκάνια είναι μια ιδιαίτερα βίαιη περιοχή του πλανήτη. Εδώ, ο Μαζάουερ αξιοποιεί επιδέξια την αντιπαραβολή μεταξύ δυτικών και βαλκανικών στάσεων, η οποία αποτελεί σταθερό μοτίβο του βιβλίου. Έτσι μας θυμίζει ότι η καταπίεση των μειονοτήτων στα μεσοπολεμικά Βαλκάνια, όσο και αν ήταν συστηματική, πάντως δεν περιελάμβανε πυρπολήσεις χωριών, όπως συνέβη στην Πολωνία, ούτε ρατσιστικές διώξεις σαν εκείνες που εφάρμοσε η Γερμανία.