Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( ο παράδεισος των μπίτνικς :: 01-03-2003) 

Έργα και ημέρες στην Ταγγέρη από τον Τζον Χόπκινς

Ο παράδεισος των μπίτνικς

Η ΧΡΥΣΑ ΤΟΝ ΕΣΤΕΙΛΕ ΣΤΟ ΠΕΡΟΥ, Η ΕΙΡΗΝΗ ΠΑΠΠΑ ΤΟΥ ΔΙΗΓΗΘΗΚΕ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΟΤΑΝ ΠΙΑ ΕΚΕΙΝΟΣ ΖΟΥΣΕ ΣΤΟ ΜΑΡΟΚΟ. Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΣ ΤΖΟΝ ΧΟΠΚΙΝΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΙ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΜΥΘΙΚΗΣ ΤΑΓΓΕΡΗΣ ΤΩΝ ΜΠΙΤΝΙΚΣ

ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΙΜΠΛΗΣ

Όλοι πέρασαν τη δεκαετία του '60 από την Ταγγέρη. Ο Πολ και η Τζέιν Μπόουλς, ο Ουίλιαμ Μπάροουζ, ο Τενεσί Ουίλιαμς, ο Σάμιουελ Μπέκετ, ο γιος του Έζρα Πάουντ, Ομάρ, ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ, ο Μπαρτ Λάνκαστερ, οι Μπιτλς, η Ειρήνη Παππά. Ο Αμερικανός συγγραφέας Τζον Χόπκινς, που περιγράφει το βορειαφρικανικό ετούτο θέλγητρο των καλλιτεχνών στα «Ημερολόγια της Ταγγέρης», ανέλαβε να ενώσει μέσω της λογοτεχνίας, ψηφίδα ψηφίδα, τα κομμάτια ενός πολύχρωμου μωσαϊκού. Άγγλοι, Γάλλοι, Ισπανοί, Άραβες και Βέρβεροι, σε μια πόλη που ήταν τόσο ηδονιστική όσο και φτηνή για να προσελκύσει τους νέους - κυρίως - λογοτέχνες και εικαστικούς που έδωσαν το ξεχωριστό της άρωμα.

Ο Τζον Χόπκινς ήταν φοιτητής στο Πρίνστον όταν αποφάσισε να κάνει τον γύρο του κόσμου. Αγόρασε μία μοτοσυκλέτα BMW στο Μόναχο, την ονόμασε «Λευκό Νείλο», την καβάλησε και ξεχύθηκε στην Αφρική. Έμεινε στην Ταγγέρη δεκαεπτά χρόνια, από το 1962 μέχρι το 1979.

Το ημερολόγιο είναι ενδιαφέρον. Εντούτοις, όσοι περιμένουν κάποιου είδους πλοκή ή τη συνεχή παράθεση σκέψεων μεγάλων καλλιτεχνών και διανοητών, θα απογοητευτούν. Τις ημέρες του Χόπκινς στην Ταγγέρη συντροφεύει ένα πλήθος λιγότερο ή περισσότερο σημαντικών καλλιτεχνών, ωστόσο, ακόμη και οι μεγαλύτερες διασημότητες μπαινοβγαίνουν φευγαλέα, σαν απλά μέρη της «ταπετσαρίας», χωρίς να έχουν περισσότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους. Άλλωστε, ένα ημερολόγιο δεν μπορεί παρά να πηδάει από το ένα θέμα στ' άλλο, να έχει χάσματα, αλλά και να ξαφνιάζει, χωρίς αναγκαστικά να δίνει λογαριασμό. Έτσι ο Μπάροουζ στέλνει ένα γράμμα-λίβελο προς τον Χόπκινς, κατηγορώντας τον για τον τραυματισμό ενός κοινού τους φίλου, ο Λένον και ο Μακάρτνεϊ σε ένα σύντομο πέρασμα από την Ταγγέρη μεθοκοπούν και μένουν με τις ώρες ξαπλωμένοι στο πάτωμα, ο Μπέκετ αρνείται ότι… είναι ο Μπέκετ σε όσους τον ρωτούν (αλλά «ποιος άλλος έχει τέτοια μούτρα;»), ο Νουρέγιεφ κάνει χορευτικά νούμερα σε ιδιωτικό πάρτι και ο Μπαρτ Λάνκαστερ, καθισμένος σε ένα πουφ, τον κοιτάζει σαν να είναι ο Σούπερμαν. Αλλά μία ημέρα του ημερολογίου μπορεί να συνοψίζεται αποκλειστικά σε μια εικόνα, όπως αυτή της 22ας Μαρτίου 1979: «Η μοδίστρα της κόμησσας ντε Μπρετέιγ που έχει κάνει μαστεκτομή χρησιμοποιεί το ψεύτικο στήθος της σαν μαξιλαράκι για τις καρφίτσες».

Η αυτόνομη αξία του βιβλίου δεν είναι αμελητέα, το κείμενο, ωστόσο, θα πρέπει κυρίως να ειδωθεί σαν βοήθημα για όσους θέλουν να εμβαθύνουν στα γραπτά των μπίτνικς - και όχι μόνο. Δίνει την εικόνα μιας πόλης, μιας νοοτροπίας, μιας εποχής που δεν υπάρχει πια και που ο λογοτέχνης Χόπκινς, από το Λονδίνο που βρίσκεται πια με σύζυγο και τρία παιδιά, θεωρεί ότι ήταν η πιο δημιουργική της ζωής του.

Όλοι μαζί στην Ταγγέρη. Από δεξιά ο Πωλ Μπόουλς, ο Μπάροουζ, ο Γουόνκλιν, η Τζέην Μπόουλς, ο Χόπκινς (όρθιος), ο Εμίλιο Σάντς, ο Μακ Φίλιπς και αριστερά ο Ομάρ Πάουντ

Από την Ειρήνη Παππά ο Τζον Χόπκινς θυμάται τις αφηγήσεις της, τον καιρό που γύριζε στο Μαρακές μια ταινία με θέμα τη ζωή του Μωάμεθ. Δεν λείπει και μία περιγραφή για σεξ στην μπανιέρα, αλλά και μια παρατήρηση για την ογδοντάχρονη μητέρα της που, οσάκις την επισκεπτόταν η Ειρήνη, η πρώτη της ερώτηση είχε πάντα να κάνει με τη σεξουαλική ζωή της κόρης της. «Όχι γενικότητες. Η γριά θέλει να μάθει τις ζουμερές λεπτομέρειες».

Ο άνθρωπος που έδωσε την τελική ώθηση στον Τζον Χόπκινς να ξεκινήσει την περιπλάνηση, ήταν η εικαστική καλλιτέχνις Χρύσα.

Τη γνώρισε απρόσμενα στη Νέα Υόρκη: «Θα έκανα διάφορα τηλεφωνήματα σ' όλη την πόλη, για να βρω ένα μέρος να διανυκτερεύσω. Βρισκόμουν μέσα στον τηλεφωνικό θάλαμο με το σημειωματάριο στο χέρι, όταν μια γυναίκα που η όψη της θύμιζε τρελή άρχισε να κοπανάει την πόρτα. Ήταν ο τύπος της μεσογειακής, με δέρμα στο χρώμα της ελιάς και μια ατίθαση χαίτη που τιναζόταν ολόγυρα. Κοπανούσε τόσο άγρια την πόρτα, που εκείνη άνοιξε και η γυναίκα βρέθηκε μαζί μου μέσα στον τηλεφωνικό θάλαμο.

"Πρέπει να κάνω ένα επείγον τηλεφώνημα", είπε με βαριά, ξενική προφορά. Ήταν Ελληνίδα καλλιτέχνιδα και την έλεγαν Χρύσα (…). Με κάλεσε στο διαμέρισμά της. Η Χρύσα δεν διέθετε μπάνιο ή ντους στο στούντιό της, παρά μόνο ένα μεγάλο κρεβάτι στη μέση του δωματίου. Βλεπόμασταν συχνά εκείνο το καλοκαίρι. Όποτε ήταν μεθυσμένη και μόνη, στεκόταν νυχτιάτικα στη μέση του δρόμου και ξεφώνιζε: "Άδων -η-η-η! Σε χρειάζομαι!"»

ΣΤΗΝ ΜΠΑΝΙΕΡΑ ΚΙ ΟΙ ΔΥΟ

Η Ειρήνη Παππά

«Την εποχή που γύριζε στο Μαρακές μια ταινία με θέμα τη ζωή τού Μωάμεθ, η Ειρήνη Παππά μού αφηγήθηκε πώς το έσκασε από το σπίτι της. Ήταν τότε δεκαεπτά ετών. Πήρε το πλοίο από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη. Φυσούσε και έβρεχε. Κοιμήθηκε στο κατάστρωμα, πάνω σε μια κουλούρα σκοινί. Ένας φαντάρος τη σκέπασε με τη χλαίνη του. Είχε μαζί της δύο φουστάνια - ένα μεταξωτό κι ένα βαμβακερό, που τα είχε ράψει μόνη της - και ένα ζευγάρι παπούτσια. Συνάντησε τον αρραβωνιαστικό της και πήγαν σ' ένα ξενοδοχείο. Όταν εκείνος βγήκε από το δωμάτιο για να κάνει μπάνιο σε κάποιο άλλο σημείο του ξενοδοχείου, εκείνη κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι, θέλοντας να του κάνει έκπληξη όταν θα γύριζε (θα τον άρπαζε από τον αστράγαλο). Έμεινε κάτω από το κρεβάτι για μία ώρα, μετρώντας τις σούστες του κρεβατιού, αλλά εκείνος δεν γυρνούσε. Αναρωτήθηκε τι συνέβαινε και πήγε να τον βρει. Τον βρήκε να κοιμάται στην μπανιέρα. Φορώντας το ένα και μοναδικό ζευγάρι παπούτσια, πήδησε στην μπανιέρα μαζί του και άρχισαν να πλατσουρίζουν μέσα στο νερό κάνοντας έρωτα».