Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( πώς θα ζήσουμε χωρίς την κόλαση; :: 15-02-2003) 

Μια «βαλκανική» νουβέλα από τον Μιχάλη Μακρόπουλο

Πώς θα ζήσουμε χωρίς την κόλαση;

Η νουβέλα Μακρόπουλου, θα μπορούσε να γίνει ένα εξίσου συναρπαστικό δοκίμιο, το θέμα του οποίου θα ήταν ο άνθρωπος ως «μέρος» ενός συστήματος που προκαλεί την καταστροφή, ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος παραμένει ένας πολύ στοχαστικός παρατηρητής των «μέσων» που πρόκειται να τον αφανίσουν.

ΘΑΝΑΣΗΣ Θ. ΝΙΑΡΧΟΣ

Δεν αποκλείεται ως δοκίμιο να λειτουργούσε πιο αποτελεσματικά καθώς, ως νουβέλα, οι συχνά εφιαλτικές διαστάσεις, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους από το ηθικό στο αισθητικό επίπεδο, αποδείχνουν τον αφηγηματικό ιστό ελαφρώς ισχνό, προκειμένου να σηκώσει μια τόσο λάγνα «εποποιία καταστροφής».

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η νουβέλα «Το τέρας και ο έρωτας» μας κάνει ν' αναρωτιόμαστε αν δεν έχουμε πλέον συνηθίσει (ή, αλλιώτικα, μας είναι πια αδύνατο) να ζήσουμε δίχως την κόλαση που, ωστόσο, εξακολουθούμε να τη λογαριάζουμε ως μια δυσοίωνη προοπτική. Ο Μακρόπουλος, αντίθετα, μας την περιγράφει ως μια πραγματικότητα, που η επιδείνωσή της μεγαλώνει το αίσθημα της ηδονής, την ίδια ακριβώς στιγμή που την περιγράφουμε ως εφιάλτη. Δεν είναι τυχαίο ότι η δράση της νουβέλας τοποθετείται στα Βαλκάνια ή, για να το διατυπώσουμε διαφορετικά, η νουβέλα δεν θα είχε γραφεί αν δεν είχε υπάρξει ο πόλεμος στα Βαλκάνια και, συγκεκριμένα, στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Μη φανταστεί κανείς ότι η νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου απαιτεί μιαν ανεπτυγμένη «πολιτική» συνείδηση με την κλασική έννοια ή ότι αυτό που ονομάσαμε «δράση» της εικονογραφείται με συγκρούσεις ανάμεσα σε στρατόπεδα που ανατρέπουν το status quo μιας περιοχής ή απεργάζονται μιαν άλλη προοπτική για τις πολιτικές τους έριδες.

Ο Μιχάλης Μακρόπουλος περιγράφει την κόλαση ως μια πραγματικότητα, που η επιδείνωσή της μεγαλώνει το αίσθημα της ηδονής

Χωρίς να μπορεί να κατηγορηθεί για έναν ερμητικό συμβολισμό, αλλά με τον όρο ότι προϋποθέτει ενήλικους αναγνώστες, ολόκληρη η νουβέλα διαβάζεται με σαφείς αναφορές σε συγκεκριμένους χώρους. Χώρους που είναι όμως η απόλυτη εσωτερικοποίηση της περιπέτειας ενός «όντος» (το «ον» αυτό είναι η αποσταγμένη μορφή μιας συλλογικής συνείδησης), ενώ οσμίζεται το τι πρόκειται να συμβεί ή αφού έχουν λυθεί οι «αρμοί» του ιστορικού γίγνεσθαι. Φθάνει να προστεθεί πως στη νουβέλα του Μακρόπουλου η αφήγηση εμβάλλει ένα νεύρο και μιαν αγωνία, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η χρεοκοπία του στοχασμού να μορφοποιήσει και να χειραγωγήσει ό,τι επέρχεται.

Κοιτίδα μιας τερατογένεσης η περιοχή των Βαλκανίων, οι εφιαλτικές σε ένταση συγκρούσεις της, γίνονται ακόμη πιο συναρπαστικές καθώς αξιοποιούνται μ' έναν περιγραφικό μινιμαλισμό. Με αποτέλεσμα ο συγγραφέας να «παγιδεύεται» σε μια σειρά αποκαλύψεων που, καθώς είναι άκρως εντυπωσιακές, τον μεθούν σε βαθμό που να μην καταλαβαίνει κανείς αν παρακολουθεί μια καταστροφή ή μια, εκ των ερειπίων, ανασύνθεση. Όσο «γριφώδες» όμως κι αν παραμένει συχνά το «περιεχόμενο» του βιβλίου, ένα κάποιο «κλειδί» μάς το έχει δώσει στην αρχή ακόμη της ιστορίας η φράση: «Συμπάθεια προς τον εαυτό μας, που μας κάνει να υποφέρουμε περισσότερο με τις καθημερινές μας μικροσυμφορές παρά με πολέμους και θεομηνίες που κοστίζουν τις ζωές ανθρώπων σε χώρες δυσπρόφερτες, χώρες υπαρκτές, αλλά για μας ανύπαρκτες».

Ενώ ένα δεύτερο «κλειδί» αναγνωρίζει ίσως κανείς όταν ο ήρωάς του ομολογεί πως αρχίζει την ιστορία του τη στιγμή, ακριβώς, που έχει θεραπευτεί από τη νόσο που αποκαλούν επάρατη.

ΤΟ ΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΕΝΟ

Μετά τον αφανισμό του Ντουμπρόβνικ, το τέρας στράφηκε βόρεια, προς το Σαράγεβο. Η δύση μάτωνε όταν αφήναμε πίσω μας την ισοπεδωμένη πρωτεύουσα της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης. Δεξιά κι αριστερά αχνογάλανες οροσειρές βύθιζαν τα δόντια τους στον αφρό των νεφών. Κάποια στιγμή, μια αμαξοστοιχία διασταυρώθηκε με την ισοπεδωτική πορεία του τέρατος, διπλώθηκε σαν κάμπια προσκρούοντας στο αριστερό τερατώδες πόδι και τα οχήματα σκόρπισαν το ένα εδώ τ' άλλο εκεί, σπέρνοντας στους αγρούς τριγύρω τοσοδούλικους επιβάτες.