Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( πρωτότυπη ιστορία από... ερασιτέχνες :: 01-02-2003) 

Πρωτότυπη Ιστορία από… ερασιτέχνες

Υπάρχει ένα ζήτημα που μισοσυζητείται εδώ και πολλά χρόνια και που τώρα έχει πια τεθεί ανοιχτά· με απλούστερα λόγια έχει να κάνει με το εξής: ποιος νομιμοποιείται, για να χρησιμοποιήσω ρήμα του συρμού, να ερευνά, να μελετά, να γράφει, να εκδίδει βιβλία για την Ιστορία

ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ

Θέλω να πω και από αυτή τη θέση δυο λόγια γι' αυτό το ενδιαφέρον ζήτημα, επειδή αφορά ευρύτερο κοινό· θα εξηγήσω αμέσως γιατί. Αντί όμως να «φιλοσοφήσω», κάτι που δεν ενδιαφέρει ίσως κανέναν, προτίμησα να πω τη γνώμη μου παρουσιάζοντας τρία ιστοριογραφικά προϊόντα, τρία βιβλία Ιστορίας δηλαδή.

Προτού αναγράψω την ταυτότητα των βιβλίων, οφείλω να εξηγηθώ ως προ δύο βασικά σημεία. Το ένα είναι ότι να ασχοληθούν ερευνητικά με την Ιστορία και να δημοσιοποιήσουν τα πορίσματά τους έχουν δικαίωμα όλοι, με την προϋπόθεση ότι το προϊόν θα υπακούει στους όρους της Ιστοριογραφίας, ακόμη και αν πρόκειται για την ερασιτεχνική· ποιοι είναι αυτοί οι όροι θα το δούμε πιο κάτω. Το δεύτερο είναι ότι αυτές εδώ οι τρεις παρουσιάσεις δεν διεκδικούν τη «δόξα» της επιστημονικής βιβλιοκριτικής· διεκδικούν μόνον τους αυστηρότερους όρους ευπρέπειας απέναντι στο ιστοριογραφικό έργο, ακόμη και όταν απαιτείται αυστηρή κριτική: θα με απασχολήσουν τώρα τα γενικά ιστοριογραφικά χαρακτηριστικά τών τριών βιβλίων· από το περιεχόμενό τους θα συζητήσω τις κύριες συνεισφορές τους - χωρίς να αποκλείεται η συζήτηση για το αντίθετο.

Τα τρία βιβλία που θέλω να συζητήσω σήμερα είναι: «Το λιμάνι της σταφίδας» του Χρήστου Α. Μούλια, τα « Αμερικανικά οράματα στη Σμύρνη τον 19ο αιώνα» της Παυλίνας Νάσιουτζικ και η « Καχεκτική δημοκρατία· κόμματα και εκλογές, 1946-1967»του Ηλία Νικολακόπουλου.

Αυτά τα βιβλία διαθέτουν καθένα τη δική του πρωτοτυπία και έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό· στην ίδια θέση θα μπορούσα να είχα διαλέξει τρία άλλα· όποια άλλη τριάδα επιχείρησα να συγκροτήσω μού εμφανιζόταν λιγότερο ενδιαφέρουσα για το αναγνωστικό κοινό της εφημερίδας. Ας δούμε πρώτα, λοιπόν, ποιο είναι το κοινό χαρακτηριστικό των τριών βιβλίων.

Αυτό είναι ότι, ενώ έχουμε να κάνουμε με βιβλία Ιστορίας, κανένας από τους συγγραφείς δεν είναι ιστορικός. Και αμέσως θα αναρωτηθεί ασφαλώς κάποιος τι θα πει δεν είναι ιστορικός αφού έχει γράψει βιβλία Ιστορίας· είναι το ζήτημα που έθιξα στην αρχή: κατ' αρχήν θεωρούμε ότι ιστορικός είναι αυτός που έχει κάνει σπουδές Ιστορίας - και το πράγμα έχει πολλές όψεις. Ελπίζω να έγινε τώρα σαφές ότι διάλεξα τρία βιβλία Ιστορίας γραμμένα από συγγραφείς που δεν έχουν κάνει σπουδές Ιστορίας για να δω πόσο ιστορικά είναι.

Πάτρα

Τα πρώτα «ελεύθερα χρόνια»

Στην περίπτωση του βιβλίου του δικηγόρου κ. Χρήστου Α. Μούλια (στο εξής: Χ.Μ. - η αναφορά του επαγγέλματος παραπέμπει σε σπουδές, για να ικανοποιηθούν αυτά που λέγαμε πριν) δηλώνεται η πρόθεση για συγγραφή τοπικής Ιστορίας. Μολονότι δεν έχουμε συζητήσει όσο χρειάζεται τι εννοούμε όταν λέμε τοπική Ιστορία, αν δηλαδή μπορεί να ανήκει σ' αυτήν την ιστοριογραφική κατηγορία η ιστορία ενός αστικού κέντρου, όπως ήταν η Πάτρα κατά τα πρώτα 70 χρόνια του ελεύθερου βίου, το βιβλίο αυτό μπορεί να αξιολογηθεί ως μια σημαντική προσπάθεια προς αυτήν την κατεύθυνση· θα προτιμούσα, ωστόσο, η τοπική ιστορία να είναι ιστορία περιοχής, όχι μόνο μιας πόλης, να συμβάλλει, αλλιώτικα, σε όσο το δυνατό συνολικότερες θεάσεις και, αντίστροφα, να μην κατακερματίζει. Κάτι άλλο ευπρόσδεκτο είναι η ευρεία χρήση του τοπικού Τύπου ως ιστορικής πηγής: καθώς στην Ελλάδα η έκδοση εφημερίδων απασχολούσε πάντοτε ακόμη και πολύ ολιγάριθμες κοινωνίες, είναι πολύ χρήσιμο να μελετήσουμε - πρωτίστως να περισώσουμε - τον τοπικό Τύπο του παρελθόντος· πολύ περισσότερο τώρα που η τοπική λογιοσύνη λιγοστεύει, αν δεν έχει ήδη περιοριστεί επικίνδυνα: ο τοπικός λόγιος, κατηγορία στην οποία τιμητικά θέλω να εγγράψω τον κ. Χ.Μ., έχει ακόμη να προσφέρει πολλά.

Υπάρχει, όμως, το κρίσιμο σημείο των οριοθετήσεων. Ας εξηγήσω. Η ιστορία της Πάτρας από το 1828 έως το 1900 εξετάζεται σαν να μην υπήρξε πριν· σαν εν κενώ. Ασφαλώς, περιφράσσουμε χρονικά τις έρευνές μας· δεν μπορούμε να κατανοήσουμε όμως την περίοδο που μελετούμε αν δεν ξέρουμε τι έγινε πριν· και ό,τι ξέρουμε πρέπει να φαίνεται. Ας δούμε ένα παράδειγμα. Όταν λέμε «το λιμάνι της σταφίδας, Πάτρα…» είναι καλό να ξέρουμε ότι πριν η Πάτρα δεν ήταν το λιμάνι της σταφίδας, αλλά των δημητριακών· αν, βέβαια, είναι απαραίτητο να δώσουμε σε ένα λιμάνι ονομασία που να υποδεικνύει το κυρίαρχο προϊόν εξαγωγής από αυτό.

Αριστερά: Πατρινοί φουστανελοφόροι σε φωτογραφία του 1890. Δεξιά: Τα ερείπια της παλιάς Βασιλικής του Αγίου Ανδρέα

Το επάγγελμα, δηλαδή οι σπουδές, του συγγραφέα του βιβλίου τον βοήθησε να κάνει ευρεία και καλή χρήση της νομοθεσίας ως πηγής και να εξετάσει την επίδραση των πολιτικών αποφάσεων στις σχέσεις παραγωγής και στις κοινωνικές, επέκεινα, σχέσεις. Αντίθετα, όταν επιχειρεί να ερευνήσει το βάθος αυτών των σχέσεων τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ: δεν αντιλαμβάνομαι τι ακριβώς ήταν αυτό το «πολυεθνοτικό αστικό στρώμα της αχαϊκής πρωτεύουσας» (σ. 109, 113), ούτε πώς έγινε και η δημιουργία «αστικής συνείδησης, που είχε αρχίσει πριν από την Επανάσταση» διακόπηκε ώστε ούτε στο τέλος του 19ου αιώνα να μην μπορεί «να γίνει λόγος για συνειδητοποιημένο αστικό στοιχείο» (σ. 109-110)· δεν λέω ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί· λέω απλώς ότι πρέπει να αναζητήσουμε τους λόγους, οι οποίοι πάντως δεν γίνονται πλήρως κατανοητοί με την ανατροπή των κοινωνικών ισορροπιών που δημιούργησε το Εικοσιένα. Στη δραστηριότητα του λιμανιού πρέπει να αναζητηθούν.

Ανάλογα είναι τα προβλήματα με όσα λέγονται για την εμπορευματοποίηση της σταφίδας: ο τίτλος υποκεφαλαίου «προς την εμπορευματοποίηση του προϊόντος» δεν σημαίνει παρά ότι τώρα μόνον, από τη δεκαετία του 1860, άρχισε να επιχειρείται κάτι τέτοιο· πολύ περισσότερο που αυτό συνδέεται με την εισαγωγή μηχανών για τον καθαρισμό και τη διαλογή των ποιοτήτων. Μολονότι με πολλή δυσκολία ανιχνεύεται κάτι τέτοιο, έχω την εντύπωση ότι με το «εμπορευματοποίηση» ο κ. Χ.Μ. εννοεί την αύξηση των εξαγωγών μέσω της καλύτερης διαλογής, συσκευασίας κ.λπ. (σ. 227-228). Η εμπορευματοποίηση είναι ένας οικονομικός όρος με συγκεκριμένο νόημα· το γεγονός έχει συμβεί στη σταφίδα από τον 18ο αιώνα.

Σμύρνη

Η προπαγάνδα των Αμερικανών ιεραποστόλων

Η φιλόλογος κ. Παυλίνα Νάσιουτζικ (Π.Ν.) έχει καταπιαστεί να μελετήσει ένα πολύ δύσκολο και σχεδόν άγνωστο σ' εμάς ζήτημα: την ιεραποστολική προπαγάνδιση του αμερικανικού προτεσταντισμού στην καθ' ημάς Ανατολή. Για να κάνει την παρατήρηση της σχετικής δράσης ασφαλή, έκανε αυτό που έπρεπε: αναζήτησε την πηγή της· στον χώρο, γεωγραφικό και κοινωνικοπολιτικό, εκπόρευσής της. Έστρεψε, λοιπόν, το ερευνητικό βλέμμα της στις ΗΠΑ. Την υπόθεσή της τη διατύπωσε από την αρχή και επιχείρησε, επιτυχώς στα κύρια σημεία της, να την τεκμηριώσει χρησιμοποιώντας πρωτογενές υλικό πληροφόρησης: στην αμερικανική σκέψη του 19ου αιώνα υπήρχε μια διαρκής διαπλοκή ανάμεσα στο κοσμικό και στο ιερό, στη θρησκεία και στο κράτος· αυτό οδήγησε στο εξαιρετικά ενδιαφέρον αποτέλεσμα να αποθρησκειοποιείται η θρησκεία και να ιεροποιούνται οι θεσμοί· να ιεροποιείται τελικά ολόκληρος ο αμερικανικός βίος.

Πάνω: Τον Αύγουστο του 1825 αμερικανικά πλοία καταπλέουν στο λιμάνι της Σμύρνης. Πολλοί Σμυρναίοι επισκέπτονται τα πλοία από το Νέο Κόσμο, μαζί με Τουρκάλες και τους ευνούχους τους. Δεξιά: Ο αιδεσιμότατος Daniel Temple, επικεφαλής της αμερικανικής ιεραποστολής στη Σμύρνη. «Έχω λόγους να πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι στη Μεσόγειο είναι, από λόγους αρχής και πρακτικής, ψεύτες», γράφει

Μαζί, η κ. Π.Ν. τοποθέτησε την υπόθεσή της στις ρίζες της σημερινής παγκόσμιας κυριαρχίας των ΗΠΑ· λέγοντας μάλιστα ότι πρόκειται για ρίζες βαθιά πίσω στον χρόνο, που είναι η ανά τον κόσμο προτεσταντική ιεραποστολή από τις αρχές του 19ου αιώνα. Θα μπορούσα να πω ότι κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι η επεκτατική προτεσταντική Αμερική. Η ερμηνευτική προσπάθεια της κ. Π.Ν. είναι η ιδέα της θρησκευτικότητας από την οποία είναι διαποτισμένη ολόκληρη η αμερικανική πολιτική. Αυτό που είναι το πιο λεπτό σημείο στην κατανόησή του - λόγω δικών μας διαφορετικών ιστορικών εμπειριών, η συγγραφέας καλά μας το δίνει - είναι η καθιέρωση του προτεσταντισμού ως μαζικής ιδεολογίας, και κυριαρχίας άρα επί του «κοσμικού», αλλά όχι με την έννοια της θρησκείας, παρά με την έννοια της ιδέας με γενική αξία. Μαζί, η ιεροποίηση των θεσμών του κράτους, που έρχεται στο ίδιο, δεν σημαίνει άλλο από την πολιτικοποίηση και την ιδεολογική διάχυση της θρησκείας. Και ακόμη πιο πέρα, η εξαγωγή πολιτικής, δηλαδή η εξωτερική πολιτική, εμφανίζεται ως εξαγωγή ηθικής, έχει τον χαρακτήρα εξαγωγής ηθικής: η εξωτερική πολιτική της Αμερικής έχει τη μορφή ιεραποστολής· η Αμερική είναι η χώρα-σωτήρας της ανθρωπότητας.

Ένα άλλο εξαιρετικά ενδιαφέρον σημείο του βιβλίου τής κ. Π.Ν. είναι αυτό που έχει να κάνει με τον τρόπο που οι αμερικανικές ηγεσίες αναφέρονται στις κοινωνίες: η λέξη απουσιάζει εντελώς· δεν μιλούν για «λαό», αλλά για «έθνος»· όταν μιλούν για «λαό» εννοούν ανθρώπους και οι κοινωνικές αναφορές που καθεμιά απ' αυτές τις λέξεις έχει στην ευρωπαϊκή κοινωνική και πολιτική σκέψη και κουλτούρα απουσιάζουν εντελώς. Όλα αυτά παραπέμπουν σε θεολογικού τύπου εθνικές ιδεολογίες, έναν πραγματικό πολιτικο-θρησκευτικό φονταμενταλισμό.

Η μελέτη της κ. Π.Ν. μας προσφέρει ένα καλό πλαίσιο για να κατανοήσουμε τις μεθόδους που χρησιμοποίησε η αμερικανική προτεσταντική προπαγάνδα στη Βαλκανική και την Εγγύς Ανατολή: σχολεία, έντυπα - δηλαδή εκπαίδευση με στόχο την κατασκευή αμερικανικού τύπου ανθρώπων.

Εκλογές

Ψήφοι που ακόμη «καίνε χέρια»

Το τρίτο, σε αλφαβητική σειρά συγγραφέων, βιβλίο που με δυο σύντομα λόγια θα με απασχολήσει σήμερα είναι εκείνο τού με σπουδές μαθηματικών και εκλογικής κοινωνιολογίας αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο κ. Ηλία Νικολακόπουλου (Η.Ν.). Πριν πάω στο περιεχόμενο, οφείλω να επισημάνω δύο αρχικές συνεισφορές του κ. Η.Ν. στην ιστοριογραφία: μελετάει μια περίοδο που εξακολουθεί να καίει χέρια (1946-1967) και προσκομίζει μια νέα ιστορική πηγή, τα αποτελέσματα των εκλογών.

Μπορεί, δηλαδή, να χαρακτηριστεί μελετητής των συλλογικών νοοτροπιών και του τρόπου οργάνωσης των ατομικών συμπεριφορών. Τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε ως ενεργός και δραστήριος «εκλογολόγος» να μας παρουσιάσει μια αναδρομική, δηλαδή α-ιστορική, εκλογολογία, ο κ. Η.Ν. τον παρέκαμψε με αυτόν τον τρόπο: νοοτροπίες και συμπεριφορές στον χρόνο τους και μαζί στη διαχρονία τους. Η θέση του είναι κρίσιμη: η ισχύς των ιδεολογικών και κοινωνικών μηχανισμών είναι δυνατό να μετρηθεί μέσω της ψήφου· η ψήφος του κοινωνικού υποκειμένου, σε στιγμιαία λειτουργία του ως αυστηρά πολιτικού, μπορεί να εκφράσει υπαρκτούς και να προκαλέσει αλλαγές στους κοινωνικούς συσχετισμούς, μέσω των ανατροπών στους υπάρχοντες κοινοβουλευτικούς.

Πρέπει να κοιτάξουμε, λοιπόν, την κοινωνία την ώρα που εκδηλώνεται με την ψήφο· το ξέρει ο κ. Η.Ν. και το κάνει, συνδέοντας τον Εμφύλιο με την Αντίσταση και όλα αυτά με τον Διχασμό - τόσο μακριά· «συνδέοντας» δεν θα πει αναγκαστικά συσχετίζοντας, μολονότι υπάρχει συσχετισμός: το «πνεύμα» του Διχασμού, η Εθνική Αντίσταση, οι «αρχές» του Εμφυλίου επιβίωναν θαυμαστά μέχρι το τέλος της περιόδου, το 1967, μέσω συγκεκριμένων κοινωνικών πραγματικοτήτων.

Είναι και κάτι άλλο πολύ ενδιαφέρον: συγκέντρωση όλης της πρωτογενούς πληροφόρησης - ένα ιστορικό έργο αναφοράς και κριτικής επεξεργασίας κάθε δεδομένου. Θέλω να προτείνω μόνον κάτι. Στον Εμφύλιο και αμέσως μετά δεν επιβλήθηκε δικτατορία, κάτι παράδοξο, γιατί δεν ήθελαν οι Αμερικανοί - κάτι τέτοιο θέλει να πει και ο κ. Γ. Μαργαρίτης στο βιβλίο του για τον «Εμφύλιο». Μήπως πρέπει να εξετάσουμε και την περίπτωση της ισχυρής αντίστασης των συγκεκριμένων κοινωνικών συσχετισμών;

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:

Η αφορμή γι' αυτήν την κριτική μού δόθηκε από το μεγάλο Συνέδριο - σταθμός για την ελληνική ιστοριογραφία, που έγινε στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών από τις 29 Οκτωβρίου έως τις 3 Νοεμβρίου 2002. Εκεί, μολονότι δεν υπήρχε ιδιαίτερη θεματική ενότητα, γιατί αυτό αφορούσε ολόκληρο το συνέδριο, το ζήτημα της φυσιογνωμίας του ιστοριογραφικού υποκειμένου, του ιστορικού όπως συνηθίσαμε να λέμε, διαπέρασε το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων, συχνά, μάλιστα, στη διαχρονία του. Λίγες ημέρες αργότερα, το Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς οργάνωσε Διημερίδα με θέμα «Οικονομική θεωρία και οικονομική ιστορία» (8 και 9 Νοεμβρίου 2002), όπου διερευνήθηκε, κατά κύριο λόγο, το «προφίλ» του οικονομικού ιστορικού.