Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ελλάδα :: Σχόλιο

( τα παιδιά των ανίερων τραυμάτων :: 15-03-2003) 

Τα παιδιά των ανίερων τραυμάτων

ΕΛΕΝΑ ΑΚΡΙΤΑ

Η οργή είναι κόκκινη. Αίμα. Αναβλύζει από το ανίερο τραύμα. Η πληγή δεν επουλώνεται ποτέ. Ποτέ δεν κλείνει. Πάντα ανοιχτή. «Ποτέ». «Πάντα». Δυο λέξεις. Δυο βαριές αποσκευές. Θα τις σέρνει μαζί του. «Ποτέ» δεν θα τις αφήσει πίσω του. «Πάντα» θα τις κουβαλάει. Εντός του.

Η οργή είναι κόκκινη. Ο τρόμος μαύρος. Η ψυχούλα λευκή. Ένα άγραφο χαρτί θα γεμίσει αιφνιδίως από τα ορνιθοσκαλίσματα της φρίκης. «Ποτέ» δεν θα ξεχάσει εκείνες τις στιγμές. «Πάντα» θα σέρνει τις αλυσίδες τους. «Ποτέ». «Πάντα»…

Ο οδηγός του σχολικού βίασε ένα τετράχρονο παιδί. Και πάλι: Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΒΙΑΣΕ ΕΝΑ ΤΕΤΡΑΧΡΟΝΟ ΠΑΙΔΙ. Ένας σαραντάχρονος άντρας. Ένα μωρό. Ένα μωράκι. Έπαιρνε κάθε πρωί το καλαθάκι του, τα μίκι μάους του κι έμπαινε στο σχολικό με τα άλλα παιδιά. Πήγαινε στο νηπιαγωγείο. Να παίξει. Να γελάσει. Να μουντζουρώσει με πολύχρωμους μαρκαδόρους σπιτάκια, συννεφάκια, ήλιους χρυσούς κι ολοστρόγγυλους.

Ο ήλιος έδυσε. Τα σύννεφα τον εξόρισαν από την παιδική ζωγραφιά. Σκοτείνιασε ο ουρανός, τα 'φτυσε ο γαλάζιος μαρκαδόρος. Μαύρισε η λευκή ψυχούλα. Τέσσερα χρόνια. Μόνο τέσσερα χρόνια ζωής - κι η ζωγραφιά χίλια κομμάτια. Η καρδούλα ξέφτια, κουρέλια και θρύψαλα.

Το παιδί δεν είναι το μόνο. Αλλά το παιδί είναι μόνο. Γιατί δεν ξέρει. Δεν κατανοεί. Δεν κρίνει. Δεν αποκωδικοποιεί. Φοβάται. Απλά. Χαρακώνεται. Ισόβια. Αυτή την ισόβια κάθειρξη τη χρεώνεται το θύμα. Όχι ο θύτης. Το θύμα το τετράχρονο. Και τρέμει. Κι αναρωτιέται. Μήπως έφταιξε; Μήπως ήταν άτακτο και το τιμώρησαν μ' αυτόν τον τρόπο; Μήπως ήταν «κακό παιδάκι»; Μήπως να μην το πει στη μαμά γιατί θα το μαλώσει;

Τεσσάρων χρόνων. Οκτώ. Δέκα. Δεκατριών. Θύτες δάσκαλοι. Καθηγητές. Οδηγοί λεωφορείων. Επιστάτες. Ναι, είναι διαστροφή. Ναι, είναι αρρώστια. Ψυχική νόσος. Ναι. Ναι, ναι, εντάξει, τα ξέρουμε αυτά, γαμώτο, δεν είμαστε ηλίθιοι, δεν γεννηθήκαμε χθες, τα ξέρουμε, τα μάθαμε, τα εμπεδώσαμε, άι στο διάολο πια.

Όμως, η οργή είναι κόκκινη. Σε χρόνο μηδέν, πετάει στα τσακίδια όσα διδαχτήκαμε. Όσα κι εμείς προσπαθούμε να διδάξουμε στα παιδιά μας. Για μια κοινωνία με «ανθρώπινο πρόσωπο» - λες και το ανθρώπινο πρόσωπο είναι και ό,τι καλύτερο σ' αυτήν τη ζωή. Για δικαιοσύνη. Χωρίς ακρότητες. Χωρίς θανατικές ποινές. Χωρίς αυτοδικίες. Όχι, μάτια μου, δεν πρέπει να παίρνουμε εμείς τον νόμο στα χέρια μας. Υπάρχουν οι αρμόδιοι. Που δικάζουν. Που φυλακίζουν. Που αποφυλακίζουν.

Στην άλλη πλευρά του σπασμένου καθρέφτη, οι γονείς. Ο πατέρας. Η μάνα. Η οδύνη. Η κραυγή. Το μετέωρο χέρι. Ανάμεσα σε θύτη και θύμα. Να οπλιστεί; Να χαϊδέψει; Να σκοτώσει; Να επουλώσει;

Η οργή είναι κόκκινη. Ο τρόμος μαύρος. Η ψυχούλα ολόλευκη. Και το βλέμμα… Το βλέμμα που ξεχειλούσε χρώματα και θαύματα - γεμίζει τραύματα. Γεμίζει. Αδειάζει. Νεκρώνει. Κατεβάζει ρολά. Για πάντα.

Ποιος αντέχει να αντικρύσει ένα παιδί χωρίς βλέμμα; Ένα παιδί που μπορεί να μην είναι το μόνο. Αλλά είναι μόνο. Με μόνη ζοφερή παρέα του μέλλοντός του ένα «ποτέ». Ένα «πάντα»…