Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Κόσμος :: Ανεπτυγμένη είδηση-αφήγηση

( μαφιόζικη δολοφονία :: 13-03-2003) 

Μαφιόζικη δολοφονία

Νεκρός ο Σέρβος πρωθυπουργός Ζόραν Τζίντζιτς

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο πρωθυπουργός της Σερβίας Ζόραν Τζίντζιτς, από τους ηγέτες της εξέγερσης που ανέτρεψε τον Οκτώβριο του 2000 τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, δολοφονήθηκε χθες από ενόπλους που του έστησαν ενέδρα κοντά στην έδρα της κυβέρνησης.

Ζόραν Τζίντζιτς. Ο πρώτος εν ενεργεία αρχηγός κυβέρνησης που δολοφονείται στην Ευρώπη μετά τον Ούλοφ Πάλμε, το 1986, στη Στοκχόλμη

Ήταν η πρώτη δολοφονία εν ενεργεία αρχηγού κυβέρνησης στην Ευρώπη έπειτα από εκείνη του Ούλοφ Πάλμε, το 1986 στη Στοκχόλμη. Ο Τζίντζιτς, 50 χρόνων, υπέκυψε στα τραύματά του σε νοσοκομείο του Βελιγραδίου αφού πυροβολήθηκε δύο φορές, στην κοιλιά και την πλάτη. Αργά το βράδυ η σερβική κυβέρνηση ανακοίνωσε πως η εγκληματική οργάνωση Ζεμούν, που έχει πάρει το όνομά της από ένα δήμο του Βελιγραδίου, βρίσκεται πίσω από τη δολοφονία. Πρόσθεσε πως η οργάνωση αυτή ευθύνεται για πολλά εγκλήματα τα τελευταία χρόνια, περιλαμβανομένων φόνων και απαγωγών. Κατονόμασε επίσης ορισμένους αρχηγούς της και δήλωσε πως πίσω από τον φόνο του Τζίντζιτς βρίσκεται ένας πρώην διοικητής ειδικής μονάδας της αστυνομίας, ο Μίλοραντ Λούκοβιτς, ο επονομαζόμενος «Λέγκιγια».

Έκτακτη συνεδρίαση

Το υπουργικό συμβούλιο συνεδρίασε εκτάκτως μετά τη δολοφονία, τήρησε ενός λεπτού σιγή και κήρυξε τριήμερο πένθος. Η προσωρινή πρόεδρος της Σερβίας Νατάσα Μίτσιτς, επικαλούμενη κίνδυνο εκτροπής της συνταγματικής τάξης, κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και έδωσε στον στρατό αστυνομικές εξουσίες για να συλλαμβάνει υπόπτους και να διεξάγει έρευνες. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, δύο ύποπτοι έχουν συλληφθεί, ενώ από τους πυροβολισμούς υπάρχει και ένας τραυματίας. Αστυνομικές πηγές δήλωσαν πως ο Τζίντζιτς πυροβολήθηκε καθώς έβγαινε από το αυτοκίνητό του από δράστες που είχαν όπλα ελεύθερου σκοπευτή και ήταν κρυμμένοι σε κτίριο απέναντι από τα κυβερνητικά γραφεία. Μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο, το οποίο αποκλείσθηκε από μεγάλο αριθμό αστυνομικών, και υποβλήθηκε αμέσως σε επέμβαση. Λίγο αργότερα η σύζυγός του, η Ρούζιτσα, εθεάθη να βγαίνει κλαίγοντας από το νοσοκομείο. Η αστυνομία διέκοψε όλα τα δρομολόγια λεωφορείων, τρένων και αεροπλάνων που αναχωρούσαν από το Βελιγράδι για να μην μπορέσουν να διαφύγουν οι δράστες.

Ο Τζίντζιτς είχε γίνει και πάλι στόχος, στις 21 Φεβρουαρίου, όταν ένα φορτηγό είχε μπει ξαφνικά στην πορεία της αυτοκινητοπομπής που τον οδηγούσε στο αεροδρόμιο του Βελιγραδίου. Η σύγκρουση μόλις που αποφεύχθηκε και αργότερα ο Τζίντζιτς απέρριψε την απόπειρα αυτή ως μια «μάταιη προσπάθεια» να σταματήσουν οι δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. «Αν κάποιος πιστεύει ότι ο νόμος και οι μεταρρυθμίσεις θα σταματήσουν αν εξοντωθώ εγώ, απατάται οικτρά», είχε δηλώσει τότε στην εφημερίδα «Πολίτικα».

Ρόλος - κλειδί

Ο Τζίντζιτς είχε πολλούς εχθρούς εξαιτίας της στάσης του υπέρ της Δύσης και των μεταρρυθμίσεων. Διαδραμάτισε ρόλο-κλειδί στη σύλληψη και την παράδοση του Μιλόσεβιτς στη Χάγη, στο δικαστήριο του ΟΗΕ για τα εγκλήματα πολέμου ­ μια κίνηση που άνοιξε τον δρόμο για τη χορήγηση διεθνούς βοήθειας στην τότε Γιουγκοσλαβία. Πρόσφατα είχε υποσχεθεί σε δυτικούς απεσταλμένους ότι θα προσπαθούσε να συλλάβει τον πρώην στρατιωτικό διοικητή των Σέρβων της Βοσνίας Ράτκο Μλάντιτς, ο οποίος καταζητείται από το δικαστήριο του ΟΗΕ και πιστεύεται πως κρύβεται κάπου στη Σερβία. Έβλεπε το μέλλον της Σερβίας συνδεδεμένο με τη Δύση και υποστήριζε πως η χώρα του έπρεπε να συνεργασθεί περισσότερο με το δικαστήριο του ΟΗΕ. Είχε πάντως επικριθεί επανειλημμένα από τους αντιπάλους του ότι επεδίωκε υπερβολική εξουσία και ότι αντιμετώπιζε «χωρίς έλεος» τους πολιτικούς εχθρούς του. Τον είχαν συνδέσει επίσης με «νονούς» του σερβικού υποκόσμου, κάτι που ο ίδιος είχε κατηγορηματικά διαψεύσει.

Ήταν πάντα ένας αντάρτης

Γεννημένος το 1952 στη Βοσνία, ο δολοφονηθείς πρωθυπουργός της Σερβίας ήταν πάντα ένας αντάρτης: λόγω της αντίθεσής του στον νόμο που ανακήρυσσε τον Τίτο ισόβιο πρόεδρο, απεβλήθη από το σχολείο. Το 1974 προσπάθησε να ιδρύσει ένα αντικομμουνιστικό φοιτητικό κίνημα. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, όταν ο Μιλόσεβιτς δέσποζε στη σερβική πολιτική σκηνή, ο Τζίντζιτς ήταν ένας από τους πλέον εξέχοντες αντιπάλους του καθεστώτος. Το 1989 ίδρυσε το Δημοκρατικό Κόμμα και επτά χρόνια αργότερα πρωταγωνίστησε στις τρίμηνες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για την απόφαση του Μιλόσεβιτς να ακυρώσει τις εκλογές όπου είχε νικήσει η αντιπολίτευση. Το αποτέλεσμα των διαδηλώσεων εκείνων ήταν να αποδυναμωθεί το καθεστώς και να αναλάβει ο Τζίντζιτς τη δημαρχία του Βελιγραδίου, το 1997.

Στη διάρκεια του πολέμου στο Κόσοβο, ο Τζίντζιτς κατέφυγε στο Μαυροβούνιο λόγω πληροφοριών που είχε ότι το καθεστώς σχεδίαζε να τον δολοφονήσει. Εκεί συνήψε στενές σχέσεις με τον πρόεδρο Τζουκάνοβιτς, ο οποίος είχε ήδη στραφεί εναντίον του Μιλόσεβιτς. Το καλοκαίρι του 1999 προσπάθησε και πάλι να οργανώσει διαδηλώσεις με αίτημα την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, αυτή τη φορά χωρίς επιτυχία. Όταν ο Μιλόσεβιτς έκανε το λάθος να προκηρύξει εκείνος εκλογές, τον Σεπτέμβριο του 2000, ο Τζίντζιτς έμεινε στο παρασκήνιο, ενισχύοντας την εκστρατεία του Βόισλαβ Κοστούνιτσα. Μετά την απροσδόκητη νίκη της αντιπολίτευσης, ο Κοστούνιτσα έγινε πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας και ο Τζίντζιτς πρωθυπουργός της Σερβίας. Τα δύο επόμενα χρόνια, η διαμάχη ανάμεσα στους δύο άνδρες δεν υποχώρησε ποτέ, με αποκορύφωμα την απόφαση του Τζίντζιτς να παραδώσει τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το 2001. Ο Σέρβος πρωθυπουργός ήταν πάνω απ' όλα πραγματιστής: ήξερε ότι η παράδοση του Μιλόσεβιτς ήταν ο μόνος τρόπος να λάβει διεθνή οικονομική βοήθεια.

Η διαμάχη με τον Κοστούνιτσα έλαβε τέλος τον περασμένο μήνα, με την αντικατάσταση της Γιουγκοσλαβίας από την ένωση Σερβίας και Μαυροβουνίου. Ο Κοστούνιτσα έμεινε χωρίς δουλειά. Αλλά ο Τζίντζιτς δεν χάρηκε τη νίκη του παρά για μερικές εβδομάδες.

ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ

Διεθνής η κατακραυγή

Ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Άρι Φλάισερ δήλωσε πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους «εκφράζει τη λύπη του στον λαό της Σερβίας» και πρόσθεσε πως «ο πρωθυπουργός Τζίντζιτς θα μείνει στη μνήμη για τον ρόλο του στον εκδημοκρατισμό της Σερβίας και στην προσαγωγή του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στη Δικαιοσύνη». Τον αποτροπιασμό και τη θλίψη τους για τη δολοφονία εξέφρασαν επίσης ηγέτες απ' όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων ο Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ και ο Γερμανός καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ, αλλά και πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί. Στη Μόσχα, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε δήλωση στην οποία εκφράζει «την ελπίδα πως οι συνέπειες αυτής της απάνθρωπης πράξης δεν θα επηρεάσουν τη σταθερότητα της σερβικής κοινωνίας». Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Τζορτζ Ρόμπινσον τόνισε πως «δεν θα υπάρξει διαρκής ειρήνη ούτε ευημερία ή δικαιοσύνη έως ότου οι εξτρεμιστές προσαχθούν στη Δικαιοσύνη… Πρόκειται για μια απελπισμένη ενέργεια βίαιων εξτρεμιστών που θέλουν επιστροφή στον αυταρχισμό του Μιλόσεβιτς. Δεν θα κερδίσουν, δεν πρέπει να κερδίσουν».