Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ορίζοντες :: Κριτική θεάτρου

( η πάλη των τάξεων με φραμπαλάδες :: 17-02-2003) 

ΘΕΑΤΡΟ

Η πάλη των τάξεων με φραμπαλάδες

Είχα δει την πρώτη παράσταση στην Ελλάδα της "Τρελής του Σαγιό" του Ζιροντού, όταν την ανέβασε στο Εθνικό Θέατρο ο Μινωτής που πρωταγωνιστούσε μαζί με την Παξινού, το 1966

ΚΩΣΤΑΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

Ο Μίμης Χρυσομάλλης και η Τζέσυ Παπουτσή σε σκηνή από την παράσταση "Η τρελή του Σαγιό"

Δεν έμεινε από εκείνη την παράσταση ούτε καν η Παξινού. Έμεινε μονάχα ο μονόλογος του Ρακοσυλλέκτη του Μινωτή, ως ένα κατόρθωμα εξπρεσιονιστικής υποκριτικής.

Το 1982, που το ανέβασε για το ΚΘΒΕ ο Βουτσινάς, έγραψα ό,τι ακολουθεί και δεν έχω να προσθέσω τίποτε άλλο: "Πόσο γρήγορα παλιώνουν κάποια θεατρικά κείμενα που κάποτε εκπυρσοκρότησαν σαν βεγγαλικά και για λίγο καιρό φάνταζαν σαν αληθινά αστέρια. Κάποτε και από αξιόλογους ανθρώπους που με φειδώ μετράνε τα λόγια τους, ο Ζιροντού θεωρήθηκε το μεγάλο ταλέντο του θεάτρου κατά τον Μεσοπόλεμο. Ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που λησμονούσαν τον Λόρκα και τον Μπρεχτ, για να αναφέρω ποιητές της ίδιας περιόδου που μεταπολεμικά πήραν τη θέση που τους άξιζε στο παγκόσμιο δραματολόγιο. Τότε άρχισε να υποχωρεί η χρυσόσκονη του Ζιροντού, ακόμη και του Ανούιγ. Ο Ζιροντού είναι δημιούργημα (και φοβάμαι και θύμα) ενός μεγάλου θεατράνθρωπου· του Ζουβέ. Εκείνος ώθησε τον Ζιροντού, σαρανταπεντάρη πια, να γράψει θέατρο.

Είναι παλιά συνήθεια στη Γαλλία οι θεατρίνοι να γίνονται αποκλειστικοί προστάτες των συγγραφέων. Ο Ζιροντού είχε έμμονες ιδέες, ένα γλαφυρό δαντελένιο γράψιμο και απαστράπτον γαλατικό πνεύμα. Πολύ θέατρο δεν φαίνεται να ήξερε, δηλαδή αγνοούσε την τεχνική, το σανίδι, το τέχνασμα και τις θεατρικές μηχανές. Σε όλα τα έργα του λείπει αυτό που λέμε θεατρική δράση· δεν εννοώ την περιπέτεια ούτε την περίπλοκη ίντριγκα. Εννοώ εκείνη την εξυπνάδα, τη σπίθα που έχουν ακόμη και οι συγγραφείς του βουλεβάρτου ν' αδράχνουν ένα πρόσωπο και να του φυσάνε ζωή. Δεν είχε ούτε τα μεγάλα ποιητικά φτερά, την εσωτερική δόνηση που διαθέτουν τα ποιητικά έργα του Κλοντέλ. Δεν είχε καν την αγωνία, έστω την ιδιορρυθμία του Μοντερλάν.

Ήταν ένας ευχάριστος θεατρικός "κοζέρ" που ήξερε να ισορροπεί, άλλοτε χαριτωμένα, άλλοτε μελαγχολικά, πάνω στο τεντωμένο σκοινί, αλλά φροντίζοντας να έχει πάντα από κάτω το δίχτυ ασφαλείας. Κι αυτό το δίχτυ ασφαλείας ήταν γι' αυτόν οι γνωστοί μύθοι. Ας θυμηθούμε τα γνωστότερα έργα του: Ο "Αμφιτρύων 38" δεν είναι τίποτα άλλο από την 38η διασκευή του ομώνυμου έργου του Πλαύτου. Η "Τέσα" διασκευή διασκευής του μυθιστορήματος του Κένεντι. Η "Ηλέκτρα" μια φλύαρη εξόγκωση με δάνεια από τους τρεις τραγικούς. Η "Ιουδήθ" δανεισμένη από τη Γραφή και πάει λέγοντας. Δεν είναι βέβαια ο Ζιροντού ο πρώτος που δανείζεται γνωστούς μύθους ή παραμύθια (π.χ. η "Νεράιδα" του ), αλλά είναι ο πρώτος που τα δάνειά του δεν τα χτίζει, δεν τα μεταμορφώνει, δεν τα ανατρέπει ή δεν τα φωτίζει αλλιώς. Τα σχολιάζει. Είναι δική του η διαπίστωση. Και "σχόλιο" στη γλώσσα του Ζιροντού σημαίνει ποίκιλμα, λεκτικές, φραστικές και σοφιστικές γαρνιτούρες. Στη γλώσσα του θεάτρου σημαίνει πολλή λογοδιάρροια, κουβεντολόι, έξυπνοι διαξιφισμοί. Στη γλώσσα της λογοτεχνίας σημαίνει εγωιστική γραφή, προβολή ενός ανθρώπου στα θεατρικά του πρόσωπα, υποταγή των ηρώων στην προσωπικότητα του συγγραφέα.

Είναι εκπληκτικό, κάθε φορά που διαβάζει κανείς ή βλέπει Ζιροντού, το πόσο διαπιστώνει πως πίσω από κάθε φράση καμαρώνει ο συγγραφέας για το πετυχημένο φραστικό του εύρημα. Διαβλέπω την αντίδραση: ο Ζιροντού γράφει έργα με θέση ή περιγράφει καταστάσεις, δεν γράφει έργα χαρακτήρων. Πιθανόν. Αλλά από πού πηγάζει μια θέση ή μια κατάσταση στο θέατρο, αν όχι από τα θεατρικά εργαλεία; Έργα με θέση έγραψε ο Μπρεχτ, έργα καταστάσεων έγραψε ο Λόρκα, αλλά πουθενά δεν ξεπηδάει πίσω από κάθε πρόσωπο ο ποιητής. Προσέξτε τη ρητορική του Ζιροντού. Είναι ποιητική μπροσούρα ή δοκίμιο καρτεσιανής λογικής.

Στο πιο αφελές του έργο (και δεν θεωρώ αφέλεια το γεγονός πως επελέγη η φόρμα του παραμυθιού ή της αλληγορίας) στην "Τρελή του Σαγιό" όλες οι σκηνές υπάρχουν για να εξυπηρετήσουν δύο μονολόγους, της Ορελί και του Ρακοσυλλέκτη, τυπικά θεατρικά τερτίπια· εύκολες, απλοϊκές ιδέες, γραμμένες με ανάλαφρη χάρη. Κείμενα που κλείνουν το μάτι στον συνένοχο θεατή, κείμενα που κολακεύουν, που παίρνουν εύκολα τη συγκατάθεση του πρώτου τυχόντα. Τόσοι κοινοί τόποι με τόσο παχιά λόγια σπάνια υπάρχουν σ' ένα έργο συσσωρευμένα… Ο Ζιροντού κατόρθωσε το ακατόρθωτο: να γράψει ένα ολόκληρο έργο για να στηρίξει τις αλήθειες του Ντε Λαπαλίς! Συγκρίνατε: ο Ζιροντού πήρε την πάλη των τάξεων και προσπάθησε να μας πείσει πως είναι ένα χαριτωμένο παραμύθι. Και ο Μπρεχτ έπαιρνε ένα παραμύθι (τον "Κύκλο με την κιμωλία") και μας έπειθε για την πάλη των τάξεων. Θα τολμούσα να πω ότι η "Τρελή του Σαγιό" είναι η αποθέωση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού πάνω στην πασαρέλα των Φολί Μπερζέρ".

Συμπληρώνω τώρα πως το "έργο" αυτό βρέθηκε στα κατάλοιπα του Ζιροντού και φαίνεται ότι μπολιάστηκε και με άλλης υφής και σκοπιμότητας κατάλοιπα. Π.χ. οι ερωτικές αναμνήσεις της Ορελί είναι από άλλο παραμύθι. Αλλά και η σκηνή με τις τρεις "τρελές" γριούλες "πριγκίπισσες" είναι παρέμβλητη και στέκεται αυτόνομα χωρίς καμιά σχέση με το έργο. Και είναι και η καλύτερη σκηνή του έργου! Σε μιαν εποχή σαν τη δική μας, όπου επικρέμαται ένας πόλεμος για το πετρέλαιο, μια θεόμουρλη γριά από την "Αυλή των θαυμάτων" της Παναγίας των Παρισίων, μια κλοσάρ εξαφανίζει παγιδεύοντας το όλο Κεφάλαιο, είναι τουλάχιστον αγία αφέλεια. Το έργο του Καμπανέλλη που παίζεται στο Αμφιθέατρο, είναι έναν αιώνα πιο μπροστά από τον Ζιροντού. Σάτιρα κι αυτό, αλληγορία κι αυτό, αλλά θέατρο με τα όλα του!

Η παράσταση του Εθνικού

Η δοκιμασμένη μετάφραση του Ιορδανίδη και τα κιτς, όπως έπρεπε, σκηνικά του Βέττα ανατράπηκαν άρδην από τα ακατανόητα κοστούμια της Μαχαιριανάκη. Στο πρόγραμμα της παράστασης (που δεν διάβασε ούτε ο σκηνοθέτης ούτε η ενδυματολόγος, όπως φάνηκε) γράφεται πως ο Ζουβέ έκανε έκκληση το 1945, όταν ανέβαζε το έργο, στο κοινό να του φέρουν κουρελαρία του 1900 από τα πατάρια και τα μπαούλα των γιαγιάδων. Το Εθνικό Θέατρο θα είχε γλιτώσει εκατομμύρια αν χρησιμοποιούσε το παλιό του βεστιάριο ή νοίκιαζε αποκριάτικα κοστούμια από τις γνωστές αποθήκες και θα υπηρετούσε το πνεύμα του έργου.

Ο Κοραής Δαμάτης έκανε ό,τι μπορούσε να υπηρετήσει το κείμενο. Χωρίς ιδιαίτερη έμπνευση αφέθηκε στους ηθοποιούς και ανέχθηκε την ιδιορρυθμία του καθενός. Λυπόσουν βέβαια να βλέπεις τον Πάρλα, τον Σταυράκη, τον Ζαχάρωφ, τη Διακουμάκου, τον Τσιδίμη να περιφέρονται στη σκηνή. Χαιρόσουν από την άλλη τη δεδομένη ευφορία της Γερασιμίδου, της Στεφάνου, της Παπουτσή. Έβλεπες τη μανιέρα του Χρυσομάλλη να θριαμβεύει στον μονόλογο του Ρακοσυλλέκτη (παλιατζή). Έβλεπες την Τζίνη Παπαδοπούλου να αγωνίζεται να φτιάξει ρόλο από το τίποτε. Ευοίωνη παρουσία ο Χρήστος Θάνος. Και βέβαια το κύρος, η λιτότητα, το χιούμορ, η ειρωνεία και η "τρέλα", η υποκριτική της Αντιγόνης Βαλάκου, που με την πείρα της και την προσωπικότητά της, τον "μύθο" της, κατόρθωσε να κυριαρχήσει.

Αντιλαμβάνομαι πως για ένα θίασο 100 ηθοποιών ένα έργο πολυπρόσωπο είναι μια κάποια λύση, αλλά όχι η μόνη, θαρρώ!

INFO

Εθνικό Θέατρο, Σκηνή Κοτοπούλη, Πανεπιστημίου 48, τηλ. 210-3305.074.