Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ορίζοντες :: Κριτική τηλεόρασης

( ζητείται ένοχος :: 14-02-2003) 

Φαινόμενα

Ζητείται ένοχος

Η καθημερινή τηλεοπτική αναζήτηση ενόχων για εγκλήματα που ζητούν διαλεύκανση διαχέει μια αίσθηση φρίκης και μόνιμης ασυνειδησίας

ΠΟΠΗ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ

«Αυτόπτης μάρτυρας» γινόμαστε κάθε μέρα. Μιας αδιάκοπης αναζήτησης ασυνειδήτων ενόχων για εγκλήματα με αποτέλεσμα να παγιδευόμαστε στην αίσθηση ενός φρικτού εγκληματικού περιβάλλοντος

Αλήθεια, η καθημερινή απογευματινή υπερπαραγωγή κλέφτες-και-όλοι-μαζί- αστυνόμοι ή «Αυτόπτης μάρτυρας» του Mega έχει εκπαιδευτικό ρόλο; Θέλει να εκπαιδεύσει το έθνος των Ελληνοπαίδων στο πώς γίνεται ένα έγκλημα και μετά πώς κυνηγούν τους δράστες σε απ' ευθείας σύνδεση; Μήπως θεωρείται ότι ο καημός, ο πόνος των ανθρώπων που έχουν ζήσει την τραγωδία ενός εγκλήματος ή ενός τροχαίου είναι κάτι σαν σαπουνοπερικό θέαμα, που μπορεί να συγκεντρώσει την οικογένεια γύρω από την τηλεόραση, για να απολαύσει δράμα και δράση ταυτοχρόνως, μασουλώντας φιστίκια;

Η εκπομπή που ξεκίνησε να προβάλλεται ώρα βραδινή και σε αραιά χρονικά διαστήματα, με παρουσιαστή τον Πάνο Σόμπολο, έγινε αίφνης καθημερινή, με παρουσιαστή τον Αιμίλιο Λιάτσο - η υπόλοιπη ομάδα με τις Εριφύλη Μαρωνίτη και Αθηνά Καραλή παρέμεινε - μετατέθηκε σε ώρα που παιδιά και γονείς βρίσκονται μπροστά στην οθόνη και δεν είναι μόνο αυτό, αλλά τρέιλερ ανά πάσα στιγμή προβάλλουν ανατριχιαστικά πλάνα από την αναπαράσταση κάποιου εγκλήματος με φράσεις τρομακτικές του τύπου «ένας νεαρός άνδρας δολοφονήθηκε με εφτά μαχαιριές στον λαιμό, μήπως γνωρίζει κανείς τίποτε;». Είπαν πως είχε μεγάλο σουξέ η εκπομπή και φυσικά το κανάλι ήθελε να το εκμεταλλευτεί. Την μετέτρεψε, λοιπόν, σε ένα είδος απογευματινής ριάλιτι σαπουνόπερας ενός εθνικού κλέφτες-και-αστυνόμοι με άφθονο ανθρώπινο πόνο και δάκρυ.

Δεν είναι μόνον ο εθισμός στον τρόμο και τη φρίκη της οποίας μικρές δόσεις, σαν δοκιμαστικά μεζεδάκια, προσφέρονται με τα διαφημιστικά τρέιλερ για να ανοίξει η «όρεξη» του κοινού, μέχρι να απολαύσει το κυρίως πιάτο του απογευματινού υπερθεάματος κυνηγάμε-τον-εγκληματία. Είναι αυτή η αίσθηση της διαρκούς παρουσίας, της καθημερινής παρουσίας της φρίκης, του εγκλήματος, του θανάτου και της ασυνειδησίας από την άλλη.

Πλήθος αποκαλύπτονται, είναι αλήθεια, οι αδιευκρίνιστες περιπτώσεις εγκλημάτων. Απαραίτητη η διαλεύκανσή τους στο όνομα της ανθρωπιάς και όχι μόνο της δικαιοσύνης. Και, δυστυχώς, αποκαλύπτεται ότι η τηλεόραση έρχεται να συμπληρώσει ένα ακόμη κενό, όχι μόνο της Αστυνομίας και ενδεχόμενων ολιγωριών της κατά την έρευνα εγκληματικών υποθέσεων, αλλά και συνειδήσεων. Βεβαίως και υπάρχει το κενό, αλλά η εισβολή του τηλεοπτικού προβολέα σ' αυτό το μεγεθύνει τόσο, που καταλαμβάνει τον χώρο του υγιούς. Φυσική συνέπεια είναι να δημιουργεί την αίσθηση η εκπομπή ότι ο φακός και η γοητεία που ασκεί στο κοινό και η οποία συγχέεται με την εμπιστοσύνη, αντικαθιστούν μια άχρηστη Αστυνομία, ενεργοποιούν τις εξ ορισμού κοιμισμένες συνειδήσεις. Το θαύμα της τηλεόρασης!

Και για να συμβεί όλο αυτό, γίνεται θέαμα απαραιτήτως και ο ανθρώπινος πόνος. Μια νεαρή γυναίκα, που χτυπήθηκε από ασυνείδητο οδηγό, βρίσκεται σε κοντινό πλάνο. Βλέπουμε και ξαναβλέπουμε τα δραματοποιημένα πλάνα του ατυχήματος. Λίγο αργότερα, και αφού τηλεφωνούν «αυτόπτες μάρτυρες» για να δώσουν στοιχεία που η Τροχαία δεν αναζήτησε, έρχεται το επόμενο θέμα. Καινούργια πλάνα ενός θανατηφόρου δυστυχήματος. Ένας νεαρός εκσφενδονίζεται από το μηχανάκι του. Άλλος ένας ασυνείδητος οδηγός. Στο στούντιο η μάνα και η γυναίκα που επρόκειτο να παντρευτεί δακρύζουν. Η μάνα κοιτάει στην οθόνη το ακινητοποιημένο πλάνο του χαμένου γιου και θρηνεί: «Παιδάκι μου, παιδάκι μου». Έχει όλα τα δίκια του κόσμου, γιατί έχει όλο τον πόνο του κόσμου. Ίσως αυτός να δώσει λύση, ίσως αυτός να συγκινήσει.

Το έργο μοιάζει θεάρεστο και θα ήταν, αν το τηλεοπτικό θέαμα δεν είχε αυτή την καταλυτική λειτουργία να κάνει τις συμφορές των άλλων από την διαρκή επανάληψη να φαίνονται κοινότοπες, προβλέψιμες, με αποτέλεσμα μια θωρακισμένη αναισθησία του φιλοθεάμονος κοινού, που μόλις μισανοίγει, για χάρη και πάλι του θεάματος, κάτω από τις ριπές μιας εφήμερης συγκίνησης, για να ξανακλείσει ερμητικά στον εαυτό της. Απομένουν μόνο τα ανατριχιαστικά δραματοποιημένα πλάνα και η εκτόνωση της καθημερινής καταγγελίας με στόχο πότε τους «ασυνείδητους», πότε την μη επαρκώς υπεύθυνη Αστυνομία.