Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ορίζοντες :: Πορτρέτο

( κένεθ κόουκ (1925-2002): ιn μemoriam :: 03-02-2003) 

Κένεθ Κόουκ (1925-2002): Ιn Μemoriam

ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ

«The Acropolis is so old that death on it seems superfluous».

Πριν από λίγους μήνες πέθανε ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς ποιητές της μεταπολεμικής περιόδου, ο Κένεθ Κόουκ. Πρόσφατα έλαβα από τον εκδότη του, Alfred Knopf, την τελευταία του συλλογή, «Α Possible World», το εξώφυλλο της οποίας κοσμεί παραδόξως χάρτης της Ελλάδας. Πάνω σ' αυτό τον χάρτη (τον οποίον έχει ζωγραφίσει η κόρη του χρησιμοποιώντας ένα δικό του παλιό σχεδίασμα), διαβάζει κανείς, κάτω από ονόματα πόλεων και νησιών, στίχους αγαπημένων του ποιητών και γνωμικά Ελλήνων φιλοσόφων - ανάμεσα στα ποιήματα, μάλιστα, διαβάζει κανείς και το σατυρικό «On the Acropolis», απ' όπου και το μότο. Με τον Κόουκ μάς συνέδεε θερμή φιλία και σ' εκείνον οφείλω, μεταξύ άλλων, τη γνωριμία μου με κάποιους νεώτερους Αμερικανούς και Γάλλους ποιητές, από το έργο των οποίων άντλησα στοιχεία που τροφοδότησαν γόνιμα τις δικές μου ποιητικές αναζητήσεις.

Συναντηθήκαμε καλοκαίρι του 1997, όταν με τον Τζων Άσμπερυ επισκέφτηκαν, για πρώτη φορά μαζί, την Ελλάδα. (Είχε προηγηθεί κατά πέντε χρόνια η γνωριμία μου με τον Άσμπερυ, όταν επιχειρούσα τη μετάφραση της εμβληματικής του «Αυτοπροσωπογραφίας») Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Αθήνα επισκεφτήκαμε το Σούνιο, το «πιο ένθεο κομμάτι της γης», κατά τον Κόουκ, και φυσικά την Ακρόπολη. Θυμάμαι σε καφενείο της Πλάκας τους δύο «αχώριστους» φίλους, τον πληθωρικό και καυστικό Κόουκ και τον συγκρατημένο και χαμηλόφωνο Άσμπερυ, να ανταλλάσσουν πειράγματα και αστεία, να ανακαλούν, προς δική μου ασφαλώς τέρψη, στιγμές από τα φοιτητικά τους χρόνια στο Χάρβαρντ, όταν διάβαζαν μετά μανίας Ώντεν, Στήβενς και Ρεϊμόν Ρουσσέλ και συναναστρέφονταν ζωγράφους και μουσικούς όπως ο ντε Κούνινγκ, ο Ρόθκο, ο Πόλλοκ και ο Κέιτζ, να διηγούνται ανέκδοτα για τον Φρανκ Ο' Χάρα (με τον οποίο στη δεκαετία του '50 έβαζαν τα θεμέλια του ποιητικού ρεύματος - γνωστού σήμερα ως «Σχολή της Νέας Υόρκης» - που έμελλε να σφραγίσει την εξέλιξη της ποίησης στην Αμερική), να με ρωτούν για την ποιητική του Καβάφη και του Σεφέρη (τους γνώριζαν και τους δύο σε βάθος - ο Ελύτης παραήταν «μεγαλόστομος» για την ιδιοσυγκρασία τους), να πίνουν απανωτά τα ούζα και να απολαμβάνουν τον «σκληρό» ήλιο της Αττικής.

Την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε, πριν από δύο χρόνια, στο διαμέρισμά του, στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, όπου για χρόνια δίδασκε Αγγλική Λογοτεχνία, ο πάντα γενναιόδωρος Κόουκ μου προσέφερε μια συνολική έκδοση των ποιημάτων του, στην πρώτη σελίδα της οποίας είχε σημειώσει τον στίχο: «we lost but have moved on». Ξαναδιαβάζοντας αυτές τις μέρες τα ποιήματά του σκέφτομαι πόσο πολύ αλήθεια μέσα στα χρόνια «προχώρησε» ο ίδιος· πόσο προχώρησε η ποίησή του. Κι αν όντως στη διαδρομή «έχασε» πολλά, όπως όλοι μας άλλωστε θα πρέπει να χάσουμε, κέρδισε ωστόσο αυτό που μόνο ένας γνήσιος ποιητής αξιώνεται στο τέλος να κερδίσει: όχι τον «πιθανό», αλλά τον «βέβαιο κόσμο» της δικαιωμένης ζωής.