Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ελλάδα :: Δικαστικό ρεπορτάζ

( τα πρακτικα της δίκης της 17 νοέμβρη :: 13-03-2003) 

ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ της δίκης της 17 Νοέμβρη

ΜΑΤΙΝΑ ΗΡΕΙΩΤΟΥ

Με αγορεύσεις συνηγόρων τής πολιτικής αγωγής επί της ενστάσεως περί αναρμοδιότητας του δικαστηρίου αναμένεται να κυλήσει και η σημερινή μέρα στη δίκη των κατηγορουμένων για συμμετοχή στη 17 Νοέμβρη. Χθες, οι συνήγοροι που πήραν τον λόγο στάθηκαν ιδιαίτερα στο επιχείρημα περί «επιτιθέμενης Αριστεράς» που είχε αναπτύξει στην αγόρευσή του ο δικηγόρος του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, Γιάννης Ραχιώτης και βεβαίως στήριξαν την άποψη ότι τα εγκλήματα της 17 Νοέμβρη δεν μπορούν να χαρακτηριστούν πολιτικά.

Δημήτρης Κουφοντίνας: «Η πλειοψηφία των ενεργειών μας είναι αντιαμερικανικές κ. Πρόεδρε» δήλωσε χθες κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας.

Η διαδικασία ξεκίνησε με παρέμβαση του Δημήτρη Κουφοντίνα, ο οποίος αντέδρασε στα επιχειρήματα του συνηγόρου της πολιτικής αγωγής κ. Ηλία Αναγνωστόπουλου, που είχε αγορεύσει προχθές.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ): Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που διακόπηκε. Δεν βλέπω τους κυρίους Συνηγόρους. Πέστε μας τι έγινε.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Κάτι θέλω να πω κ. Πρόεδρε, για μια πρωτοφανή διαστρέβλωση που έγινε, από μία πρόταση, αν απομονώσεις ένα μικρό κομματάκι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πέστε μας τη διαστρέβλωση.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θα διαβάσω το απόσπασμα, είναι δύο προτάσεις όλο κι όλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μα δεν είναι τώρα θέμα αυτό.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Είναι θέμα προσωπικό κ. Πρόεδρε και επειδή πολύ φοβάμαι ότι αυτή η πρακτική θα συνεχιστεί σήμερα. Είδα πολλούς Συνηγόρους της Πολιτικής Αγωγής να έχουν αυτό το βιβλίο. Θα διαβάσω, είναι τρεις προτάσεις.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιο βιβλίο είναι αυτό κ. Κουφοντίνα;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Είναι οι προκηρύξεις της 17Ν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Λέει κατά λέξη: «Αποφασίσαμε να χτυπήσουμε τον εγκληματικό μηχανισμό γενοκτονίας, που λέγεται Αμερικάνικες Ένοπλες Δυνάμεις. Όπως έχουμε δηλώσει και στο παρελθόν, θα συνεχίσουμε να χτυπάμε αυτούς τους φονιάδες, είτε εργάζονται στις αμερικανικές βάσεις στη χώρα μας, είτε έχουν έρθει για διακοπές στα νησιά μας».

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Είναι σαφές ότι δεν μιλάμε για Αμερικανούς τουρίστες με τους οποίους δεν έχουμε κανένα πρόβλημα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κατανοητό.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Αυτό ήθελα να πω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτούς οι οποίοι είναι στρατιωτικοί, λέτε.

ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ακριβώς. Γίνεται μια διαστρέβλωση και για τα κίνητρα που μας παρουσίασε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το κατανοήσαμε πλήρως. Εντάξει.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Γιατί η πλειοψηφία των ενεργειών μας είναι αντιαμερικανικές κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το αντελήφθην. (…)

Ο συνήγορος υπεράσπισης του Σάββα, Χριστόδουλου και Βασίλη Ξηρού, κ. Γ Αγιοστρατίτης θέτει διαδικαστικά ζητήματα για τη δυνατότητα φωτογράφισης των κατηγορουμένων, όπως και της επικοινωνίας τους με τους δημοσιογράφους στα διαλείμματα της ακροαματικής διαδικασίας. Αμέσως μετά παίρνουν τον λόγο οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής και τοποθετούνται επί της ενστάσεως αναρμοδιότητας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων να δικάσει την υπόθεση.

Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: (…) Όσον αφορά την Αριστερά της αθωότητας και την αμυντική Αριστερά του κ. Ραχιώτη, δεν θα με απασχολούσε το θέμα, εάν δεν διέβλεπα ότι η τοποθέτηση αυτή του κ. Ραχιώτη είχε την έννοια της ύπαρξης αθώων θυμάτων και ενόχων θυμάτων. Η διδασκαλία της ενοχοποίησης των θυμάτων ήταν μια διδασκαλία η οποία κατ' εξοχήν πήγασε από τις έντυπες προκηρύξεις των κατηγορουμένων και ίσως αυτή η τοποθέτηση του κ. συναδέλφου δεν ήταν άσχετη με την προσπάθεια ιστορικής τεκμηρίωσης των ενόχων θυμάτων. Όποιος πιστεύει ότι ο Εμφύλιος Πόλεμος είχε θύματα μόνο από τη μια πλευρά, είναι τουλάχιστον ανιστόρητος. Ο Εμφύλιος Πόλεμος είχε θύματα και από τις δύο όχθες και επειδή υπήρξαν ενδεικτικές αναφορές χτες, ελπίζω ότι εκ παραδρομής δεν αναφέρθηκε το όνομα του κ. Πλουμπίδη - δεν ξέρω αν υπήρχε ειδικός λόγος για να μην αναφερθεί - θέλω όμως από τη μεριά μου να πω ότι η αμυντική Αριστερά σήκωσε τα όπλα εναντίον των Κυβερνήσεων του Γεωργίου Παπανδρέου και του Θεμιστοκλή Σοφούλη, η αμυντική Αριστερά ήταν αυτή η οποία κατέταξε τον απότακτο συνταγματάρχη του αντιβασιλικού Κινήματος του '35 Δημήτριο Ψαρό και τους συναγωνιστές του, του 5ου, 42 στρατιωτικούς κι άλλους της πολιτικής οργάνωσης που είχε πολιτικό καθοδηγητή τον Αλέξανδρο Σβώλο. Αυτά, όλως ενδεικτικώς γιατί όλως ενδεικτικώς εθίγη το θέμα και από την άλλη πλευρά.

Τα δικά μας εγκλήματα είναι πολιτικά

Σάκης Κεχαγιόγλου

Α. ΚΕΧΑΓΙΟΓΛΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, κύριοι δικαστές, ποιος είναι ο σκοπός που η υπεράσπιση θέτει εξ αρχής αυτής της δίκης και προανήγγειλε κιόλας το ζήτημα του πολιτικού εγκλήματος; Είναι προφανώς η αρμοδιότητα του δικαστηρίου. Γιατί είναι ένα καλύτερο δικαστήριο, το οποίο θα αποτελείται και από λαϊκούς δικαστές; Είναι τόσο απλά τα πράγματα και ευλογοφανή όπως των συναδέλφων μου η επιχειρηματολογία της υπεράσπισης που κόπτονται και ευπρεπώς για την υπαγωγή των αδικημάτων αυτών που αντιμετωπίζουν οι πελάτες στα Μεικτά Ορκωτά; Μια και μιλάμε πολύ για πολιτική σ' αυτή την αίθουσα κ. Πρόεδρε, το υπόστρωμα αυτής της προτάσεως είναι σαφές. Κοιτάξτε κύριοι, δεν είναι τα εγκλήματα που διέπραξαν οι πελάτες μας ίδια με αυτά των κρατουμένων και των κατηγορουμένων του κοινού ποινικού δικαίου που έχουν μια ιδιαίτερη απαξία για την κοινωνία. Τα δικά μας εγκλήματα είναι πολιτικά. Τι σημαίνει ότι είναι πολιτικά; Παύουν να τιμωρούνται κατά τον ποινικό νόμο; Όχι. Αποκαθαίρονται - πιστεύουν όσοι εκ των κατηγορουμένων και των συναδέλφων μου το προτείνουν - από την ιδιαίτερη ποινική τους απαξία. Θέλουν λοιπόν να απευθυνθούν ουσιαστικά μέσω υμών και προς τον ελληνικό λαό και να πουν τα δικά μας αδικήματα, αυτούς που σκοτώσαμε, οι «φραγκάτοι», όπως ανέφερε προσφυώς κάποιος εκ των κατηγορουμένων, απευθύνονται στο υποσυνείδητο του ελληνικού λαού, στο υποσυνείδητο των λαϊκών τάξεων, των φτωχών τάξεων οικονομικά για να πουν εμείς είμαστε υπερασπιστές δικοί σας. Σκοτώνοντας αυτούς που σκοτώσαμε, ληστεύοντας αυτούς που ληστέψαμε, εμείς δεν στραφήκαμε εναντίον του ελληνικού λαού, στραφήκαμε εναντίον αυτής της καθεστηκυίας τάξεως και ζητούμε λοιπόν ουσιαστικά εμμέσως τη δική σας, ελληνικέ λαέ, κάλυψη, το δικό σου καλώς έχειν στις πράξεις μας. Για ποιο λόγο ζητούν Μεικτό Ορκωτό; Διότι κατά την αντίληψη της υπερασπίσεως, τα Μεικτά Ορκωτά επειδή εμπεριέχουν το λαϊκό στοιχείο, θα νομιμοποιούσαν στη συνείδηση τη δική τους και στη συνείδηση του κόσμου ότι δικάζονται και από λαϊκούς δικαστές, οι οποίοι μάλιστα θα ήταν πλειοψηφία. Ενώ εσείς κύριοι δικαστές, που επιλεγήκατε από 30 συναδέλφους σας με αλλαγή του νόμου, με κλήρωση, είστε τακτικοί, είστε ισόβιοι όπως και ο ίδιος είπατε κατά το Σύνταγμα κι έτσι - σας το είπαν κιόλας κατάμουτρα τις προηγούμενες μέρες - εκτελείτε διατεταγμένη υπηρεσία. Αυτή είναι η έννοια ουσιαστικά του Μεικτού Ορκωτού. Ο ομιλών κύριε Πρόεδρε, τάσσεται στη μικρή καριέρα του και στις λίγες επιστημονικές γνώσεις που έχει υπέρ των Μεικτών Ορκωτών Δικαστηρίων. Και απορώ γιατί ο νομοθέτης - παρ' ότι δεν το θεωρώ ότι παραβίασε το Σύνταγμα - υπήγαγε την υπόθεση της 17Ν σε εκ τακτικών Δικαστών Δικαστήριο, δίδοντας ουσιαστικά ένα πάτημα στους κ.κ. κατηγορουμένους και στην υπεράσπισή τους να θέτουν εν αμφιβόλω την αξιοπιστία ή την ορθή κρίση του Δικαστηρίου σας. (…)

Προσβολή να συγκρίνεται η Αριστερά με τη 17Ν

Οπότε τότε η δικονομία λέει τι πρέπει να κάνετε. Αυτά όσον αφορά την ένσταση. Θέλω κ. Πρόεδρε 2-3 πράγματα ακόμη για να ολοκληρώσω. Αναφέρθηκε χθες από τον συνάδελφό μου της υπερασπίσεως τον κ. Ραχιώτη τι ήταν η 17Ν και σας είπε ότι ήταν η επιτιθέμενη Αριστερά. Η άποψη του ομιλούντος είναι ότι η 17Ν και όχι φυσικά οι παρόντες κατηγορούμενοι οι οποίοι έχουν το τεκμήριο τής αθωότητος μέχρι την απόφασή σας, δεν ήταν η επιτιθέμενη Αριστερά, ήταν η δολοφονούσα Αριστερά. Γιατί υπάρχει και μία άλλη Αριστερά, στην οποία ο ομιλών ουδέποτε ανήκε, αλλά την τιμούσε και είναι η Αριστερά των φοιτητικών μου χρόνων. Είναι η Αριστερά του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, είναι η Αριστερά των κοινωνικών αγώνων, είναι η Αριστερά η ρομαντική, είναι η Αριστερά τού Μάη του '68, είναι Αριστερά του Μαρκούζε, είναι η Αριστερά των χρόνων μετά το '74, είναι η Αριστερά των συμφοιτητών μου της Πανσπουδαστικής, του ΡΗΓΑ και της ΠΑΣΠ, είναι η Αριστερά των συμφοιτητών μου τού ιδεολογικού αγώνα του 815/1979 του νόμου, των αγώνων ενάντια στην 815. Υπάρχει μία άλλη Αριστερά που νομίζω προσφυώς ο κ. Εισαγγελεύς είπε χθες και το είπε ίσως αρκετά με μετριοπάθεια, ότι είναι κάπου προσβολή να συγκρίνεται η δράση της 17Ν με του εν παρανομία ευρισκομένου Κομμουνιστικού Κόμματος της δεκαετίας του '50.

Αυτήν την Αριστερά κ. Πρόεδρε που όλοι μας ζήσαμε ο καθένας από μας της ηλικίας του, της κοινωνίας στην οποία έζησε, του χωριού του, της ανόδου του, των φοιτητικών του χρόνων, αυτή την Αριστερά κ. Πρόεδρε την τιμώ και πιστεύω ότι όλοι την τιμούν, ανεξαρτήτως του ιδεολογικού και πολιτικού χώρου στον οποίο ανήκουν. Αλλά το να υπάρχει η άποψη, η απλουστευτική του συναδέλφου μου - που τόσο τιμώ τις τοποθετήσεις του και πάντα παρακολουθώ με προσοχή όσα λέει - ότι αυτή η Αριστερά ήταν η επιτιθέμενη, ενώ η άλλη Αριστερά ήταν της άμυνας και της αθωότητος, για να δικαιολογήσει δι' αυτού του τρόπου - ουσιαστικά εμμέσως αυτό προσπάθησε να κάνει - τη δράση της 17Ν, είναι ανιστόρητη κ. Πρόεδρε αυτή η τοποθέτηση. (…)

Όπως ένας γελοιογράφος στα «ΝΕΑ» προσφυώς ο Χατζόπουλος είχε μία γελοιογραφία προχθές και έλεγε «δολοφονούσαμε αυτόν, δολοφονούσαμε αυτόν, δολοφονούσαμε αυτόν και μετά μάς έγινε χούι». Γι' αυτό χαρακτηρίζω κ. Πρόεδρε και επιτρέψτε μου την έκφραση - δεν αποτελεί καμία απαξίωση - τη 17Ν, και όχι βεβαίως τους παρόντες κατηγορουμένους, ως τη δολοφονούσα Αριστερά και όχι την επιτιθέμενη Αριστερά. Τέλος να υπενθυμίσω κάτι για την ολοκλήρωση αυτής και σε μεγάλο βαθμό πολιτικής, ιδεολογικής και θεωρητικής συζητήσεως που γίνεται.

«Δεν ήθελαν να γίνει το Ειδικό Δικαστήριο»

Γ. Πέτσος: Ήθελαν να με εξαφανίσουν για να μη μπορώ τότε να μιλήσω

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με συγχωρείτε πάρα πολύ. Δεν γίνεται εδώ πέρα ούτε ιδεολογική συζήτηση. Γίνεται μια νομική συζήτηση εάν είναι πολιτικό έγκλημα. Βέβαια ότι οπωσδήποτε πολλές φορές χρειάζονται εξωνομικές αξιολογήσεις ασφαλώς, αλλά σε αυτό το μέτρο. Όχι να κάνουμε όλη την ελληνική ιστορία!

Α. ΚΕΧΑΓΙΟΓΛΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, έγιναν παρόμοιες αξιολογήσεις από τους συναδέλφους της υπερασπίσεως. (…) Έφτασαν λοιπόν στο αντίθετο άκρο. Εκτός του ότι στρέφονταν εναντίον των πλουσίων, πήγαιναν, τους έκλεβαν τις περιουσίες τους, τους λήστευαν και τους δολοφονούσαν στο όνομα του Χριστού. Αίρεση υπήρξε, αίρεση παρέμεινε. Αίρεση και παρένθεση υπήρξε κ. Πρόεδρε η 17Ν στη νεώτερη ελληνική πολιτική ιστορία, αίρεση θα παραμείνει.

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: (…)Το 1989 στο πρώτο χτύπημα πολιτικού, του Γεωργίου Πέτσου, αναφέρθηκαν και κάλεσαν τον ελληνικό λαό να ψηφίσει άκυρο ή λευκό. Είχε πολιτική σκοπιμότητα η παρέμβασή τους τότε, ενάντια στους εξωνημένους και στους πουλημένους πολιτικούς και το αποτέλεσμα αυτής της πρόσκλησης με τόση δημοσιότητα που είχε δοθεί στο περιστατικό ήταν 1.000 ψήφοι σε όλη την Ελλάδα άκυρα και λευκά. Άρα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί κανείς να πει ότι έχουμε ένα ένοπλο κίνημα το οποίο είχε ανταπόκριση στην κοινή γνώμη. Μια κοινή γνώμη η οποία παρέμεινε αδιάφορη και παγωμένη.

Μπορεί να συμφωνούσε με μερικά στοιχεία πολιτικοκοινωνικά των προκηρύξεων, αλλά ουδέποτε συμφώνησε με τον φόνο, με το αίμα, με τη βία. Γι' αυτό καλείστε να δικάσετε πέραν όλων αυτών μόνο τις πράξεις ανθρωποκτονίας, απόπειρες ανθρωποκτονιών και είστε το μόνο συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο δίνει τη δυνατότητα και τα εχέγγυα να προχωρήσετε εις τις πράξεις αυτές χωρίς να αναζητήσετε - όπως ελέχθη - κατά υπόθεση περιπτώσεις εγκλήματος μεικτού πολιτικού ή μη. Εφόσον κανείς εκ των κατηγορουμένων δεν απεδέχθη συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες, δεν έχετε μπροστά σας πολιτικό έγκλημα. Έχετε εγκλήματα του Κοινού Ποινικού Δικαίου. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Πέτσο, δεν ξέρω αν το κατάλαβα καλά, είπατε ότι έπρεπε λέει να δολοφονηθεί ο Πέτσος για να μην μπορεί να μιλήσει το Ειδικό Δικαστήριο. Το κατάλαβα αυτό;

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Βεβαίως. Δεν εξυπηρετούσε πολιτική σκοπιμότητα η εξαφάνισή μου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τίνος δηλαδή, για να καταλάβω. Της οργάνωσης;

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Όχι. Πολιτική σκοπιμότητα της εποχής εκείνης. Αρωγός εις την προσπάθεια εξυπηρέτησης της πολιτικής σκοπιμότητας, ήταν η ίδια η οργάνωση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή θέλετε να πείτε ότι αυτή η οργάνωση…

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Εξυπηρετούσε πολιτική σκοπιμότητα. Δεν ήθελαν να με σκοτώσουν για να με ληστέψουν. Ήθελαν να με εξαφανίσουν διά να μην γίνει το Ειδικό Δικαστήριο. Να μην μπορώ να μιλήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή πολιτικώς είχε σκοπιμότητα τι;

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Πολιτικό κίνητρο χωρίς να καθιστά πολιτικό έγκλημα. Πολιτικό κίνητρο, σαφέστατα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τέλος πάντων, δεν είστε διαφανής. Δεν δικαιούμεθα να σας ρωτήσουμε και τίποτε άλλο.

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Θα γίνω διαφανέστερος αν μου το ζητήσετε. Τι θέλετε να σας πω;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ζήτησα εγώ να μου πείτε ποιοι είναι, να κατονομάσετε ποιοι είναι αυτοί που είχαν συμφέρον να μη μιλήσετε. Αφού δεν σας εμπόδισαν, δεν τα είπατε τελικά; Τι ήταν αυτά; Ποιοι εβλάφθησαν από αυτά που είπατε;

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Δεν θα γινόταν Ειδικό Δικαστήριο κ. Πρόεδρε αν εγώ δεν είχα τη δυνατότητα να επιζήσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν θα γινόταν.

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Όχι, δεν θα γινόταν.

Γ. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: (…) Ερώτημα λοιπόν: Δικάζονται ιδεολογήματα εδώ; Ξέρετε πού θα έλεγα ότι δικάζονται ιδεολογήματα; Αν δικάζονταν μόνο για τις προκηρύξεις. Πράγματι, θα ήταν μεν πράξις άδικος εν τη εννοία του νόμου, δεν θα ήταν η εσωτερική σκέψη, θα ήταν μία έκφραση ιδεολογήματος, και εκεί θα ήμουν κι εγώ της απόψεώς σας, ανεξαρτήτως τού τι έλεγαν στις προκηρύξεις τους, ως προπαγανδιζόμενη ιδεολογία. Θα έλεγα ναι, είναι ποινικοποίηση της ιδέας. Να πω και κάτι άλλο; Όλα τα εγκλήματα εξωτερικεύσεως, του λέγειν ή του γράφειν, είναι κατ' ανάγκην εγκλήματα που εκφράζουν την ιδεολογία. Θα πρέπει να είναι κανένας προσεκτικός στο να λέει ότι «έχω έγκλημα επειδή έχω εξωτερική συμπεριφορά που αποτυπώνει σε ένα χαρτί τις ιδέες». Όμως, οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι δεν κατηγορούνται καν για τις προκηρύξεις. Δεν κατηγορούνται για το περιεχόμενο των επιστολών προς το ευρύ κοινό που απηύθυναν, αλλά κατηγορούνται για τους φακέλους που χρησιμοποίησαν, τα πτώματα. Με μόνες τις πολιτικές διακηρύξεις τους, οι κατηγορούμενοι πολιτικώς, θα παρέμεναν είτε πρόσωπα παντελώς άγνωστα είτε φαιδρά, σαν ένα είδος «Δελαπατρίδη». Ανεδείχθησαν μόνον μέσω των πτωμάτων.

Είχε πολιτικές συνέπειες και παρενέργειες η δράση τους; Βεβαίως. Αρκεί αυτό να το καταστήσει πολιτικό έγκλημα; Στο παράδειγμα που σας έφερε ο κ. Πέτσος, να προσθέσω άλλο ένα. Τα γκάλοπ δείχνουν ότι ένα συγκεκριμένο κόμμα σήμερα έχει μεγάλες πιθανότητες να κερδίσει τις εκλογές. Και πώς να τις δρομολογήσει όμως κ. Πρόεδρε; Επειδή ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων στη Βουλή δεν θα αναδείξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας, σκοτώνουμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Προκηρύσσονται εκλογές και κερδίζει το κόμμα.

Πολιτικό κίνητρο υπήρξε. Πολιτική συνέπεια υπήρξε. Είναι πολιτικό έγκλημα αυτό; Η κορυφαία πολιτική παρενέργεια την οποία είχε η δράση των κατηγορουμένων, είναι μία και μόνη: Ούτε η χώρα κλονίσθηκε, μπορεί να μας έβρισαν οι διάφοροι εξωτερικοί ότι είμαστε ανίκανοι να πιάσουμε τη 17Ν, ότι έχουμε πολιτική βούληση να μην πιάσουμε τη 17Ν, όλα μάς τα σούρανε, όμως, το κορυφαίο πολιτικό γεγονός το οποίο χρωστάμε στους κατηγορουμένους και στους ομοίους τους, είναι η αντιτρομοκρατική νομοθεσία, από την οποία δεν κινδυνεύουν μόνον οι ένοχοι, αυτοί καλά κάνουν και κινδυνεύουν, αλλά οι αθώοι.

Τούτων δοθέντων κ.κ. δικασταί, πιστεύω ότι πολιτικό έγκλημα είναι μόνον εκείνο το οποίο είναι δεκτικόν αμνηστίας. Και είναι δεκτικόν αμνηστίας, υπό σκέψεις σκοπιμότητας προς κοινωνική ειρήνευση. Πολιτικό έγκλημα εν αιθρία, είτε κατά της δημοκρατίας, είτε υπέρ της δημοκρατίας, δεν τίθεται.

Αγόρευση με βάση δημοσίευμα των «ΝΕΩΝ»

κα ΤΣΟΛΚΑ: (…) Η υπεράσπιση επανέρχεται σε ένα κριτήριο το οποίο τελικά δεν υιοθετεί η θεωρία που η ίδια επικαλείται. Με βάση αυτή τη θεωρία εξάλλου απαιτείται να τελούν οι αξιόποινες πράξεις σε αντιστοιχία με την πραγμάτωση της ανατροπής του ισχύοντος πολιτεύματος ή άλλως τού αστικού καθεστώτος. Επίσης απαιτείται οι πράξεις αυτές να είναι αναγκαίες, πρόσφορες και τελικά αναλογικές προς σαφή και εκ των προτέρων από τον δράστη σκοπό. Είναι νομίζω σαφές ότι στην ερευνούμενη υπόθεση ουδόλως πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις.

Όπως πρόσφατα σημείωσε και ο καθηγητής Γρηγόρης Καλφέλης σε ένα δημοσίευμά του στα «ΝΕΑ», οι αξιόποινες πράξεις της συγκεκριμένης εγκληματικής οργάνωσης τελούν σε πλήρη αναντιστοιχία με την υλοποίηση της ανατροπής του αστικού καθεστώτος. Επιπλέον δε, δεν μπορούσαν ούτε αντικειμενικά αλλά ούτε και πολιτικά να εκτροχιάσουν τις δομές του ισχύοντος καθεστώτος. Ειδικότερα η δολοφονία ενός βουλευτή, ενός κατ' αρχήν δημοσιογράφου και μόλις 3 μηνών βουλευτή, δεν συνιστά κατά τη στόχευσή της πολιτική αξιόποινη πράξη κατά την έννοια του 97 του Συντάγματος. Ο μη πολιτικός χαρακτήρας της πράξης αυτής καταδεικνύεται επίσης και στις διατάξεις του κεφαλαίου του Ποινικού Κώδικα περί προσβολών του πολιτεύματος.

Στόχευαν στην ανατροπή του πολιτεύματος

Πέραν της πραγματοπαγούς αντίληψης για την ποινική προστασία των θεσμών του πολιτεύματος, που αποτυπώνεται ως γνωστόν στο άρθρο 134Α, ο ποινικός νομοθέτης παρέχει μια επιπλέον προσωποπαγή προστασία της ζωής των φορέων των πολιτειακών λειτουργημάτων, στο άρθρο 135Α. Στα πρόσωπα αυτά που ο ποινικός νομοθέτης θεωρεί ως φορείς της πολιτειακής λειτουργίας δεν συγκαταλέγονται οι βουλευτές.

Λευτέρης Παπαδημητρίου

Οι τελευταίοι είναι απλώς πολίτες του δημόσιου βίου, μέλη συλλογικών σωμάτων που όπως είπε προηγουμένως ο κ. Πέτσος μπορούν κάλλιστα να αναπληρωθούν και η ζωή τους προστατεύεται αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο του άρθρου 299 του Ποινικού Κώδικα. Η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη συνιστά λοιπόν ένα κοινό έγκλημα. Δεν ανέτρεψε ούτε μπορούσε να ανατρέψει την πολιτική τάξη του ισχύοντος πολιτεύματος και αυτό το γνώριζαν καλά οι δράστες. Εξάλλου ακόμη και στις προκηρύξεις που η υπεράσπιση επανειλημμένως αναφέρθηκε ούτε καν το επικαλούνται ότι με τη συγκεκριμένη δολοφονία επιθυμούσαν την ανατροπή, ή στόχευαν στην ανατροπή του πολιτεύματος. Το μόνο που προκάλεσε η συγκεκριμένη πράξη είναι η κοινωνική κατακραυγή και ο πόνος όχι στην αντίπερα όχθη ή σε όποιες αντίπερες όχθες, αλλά στα μέλη της οικογενείας του, στους ανθρώπους που τον αγαπούσαν και σε κείνους που αγωνίστηκαν για ελευθερία, δημοκρατία, κοινωνικό και πολιτικό διάλογο. (…)

Α. ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ: Κύριοι Δικασταί, «τρομοκρατία είναι ο τρόμος που προξενούν στον μηχανισμό του κράτους οι αντάρτες των πόλεων. Εις απάντησιν του τρόμου, τον οποίον προκαλεί στις λαϊκές μάζες το κράτος». Ο ορισμός της τρομοκρατίας, από τα χείλη του αρχαγγέλου της τρομοκρατίας, θηλυκού γένους, Ουλρίκε Μάινχοφ. Να λοιπόν ένας ορισμός ειλικρινής από τρομοκράτες οι οποίοι δεν είχαν να σταθμίσουν τίποτα, να σκεφτούν τίποτα, ήταν προορισμένοι να πεθάνουν και να κάνουν όσο κακό μπορούσαν ως τρομοκράτες, ώς τη στιγμή που θα έκλειναν τα μάτια τους.

Με ένα είδος ανταλλαγής τρόμου τώρα. Αυτό το οποίο διαισθάνεται κανείς ότι βλέπει κάτω από τις πράξεις των δικαζομένων σήμερα, κυρίων κατηγορουμένων. Επομένως, η τρομοκρατία δεν αποτελεί πολιτικό όρο, όπως ηκούσθη. Δεν αποτελεί πολιτική πράξη. Διότι αν απετέλει πολιτική πράξη και ανεζητείτο όπως σε κάθε πολιτική πράξη ο πολιτικός διάλογος, η χρήσις του 45αριού για να πείσει κανείς τον πολιτικό του αντίπαλο, είναι τόσο αποτελεσματική, ώστε δεν ελπίζει να πάρει και καμία απάντηση. Και επίσης, το 97 παρ. 1 του Συντάγματος που λέει ότι τα πολιτικά εγκλήματα δικάζονται από τα Μεικτά Ορκωτά, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκροτήσει δυνατότητα αναγνώρισης της τρομοκρατίας ως πολιτικής δράσης. Αυτός είναι ορισμός παγκοσμίου πρωτοτυπίας.

Άκουσα ότι ελέχθη με πολύ σεβασμό και μπορώ να πω ότι από το 97 παρ. 1 διαγράφεται δυνατότης της τρομοκρατίας, της αναγνωρίσεως ως πολιτικής δράσης; Μόνο αυτό δεν συνάγεται. Τι συνάγεται; Κύριοι Δικασταί, αν εξετάσουμε τις πηγές εκείνες οι οποίες μιλούν για πολιτικό έγκλημα, θα δούμε τι είναι πολιτικό έγκλημα ή, για την ακρίβεια, τι δεν είναι πολιτικό έγκλημα. Κατ' αρχήν, δεν πρόκειται για αυτοτελές ανεξάρτητο έγκλημα, σε καμία περίπτωση, γιατί λείπει το βασικό στοιχείο του εγκλήματος, που είναι το στοιχείο της νομικής περιγραφής. Η νομοτυπικότητα που λένε οι συνάδελφοι της Θεσσαλονίκης, η ειδική πρόβλεψη που λέει ο Ανδρουλάκης σε μας, το γεγονός ότι η πράξις πληροί τους ειδικούς συστατικούς όρους ενός εγκλήματος γραμμένου. Λοιπόν, αυτοτελές έγκλημα δεν είναι δυνατό να λεχθεί ότι υπάρχει. Τι είναι όμως το πολιτικό έγκλημα; Για να δούμε αν μπορεί να έχει τελεσθεί στην περίπτωση των κ.κ. κατηγορουμένων. Πάμε στο άρθρο 30 του Κ.Π.Δ.: «Στα πολιτικά εγκλήματα καθώς και στα εγκλήματα από τα οποία μπορούν να διαταραχθούν οι διεθνείς σχέσεις του κράτους, ήδη έχουμε μία πρώτη ένδειξη από το γεγονός ότι εξισούνται κατά την μεταχείρισή των με αυτά τα εγκλήματα, τα κανονικά εγκλήματα, τις νομοτυπικές μορφές εγκλημάτων, οι οποίες μπορούν να διαταράξουν τις διεθνείς σχέσεις του κράτους, τότε ο υπουργός της Δικαιοσύνης έχει το δικαίωμα με προηγουμένη σύμφωνη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να αναβάλει την έναρξη της ποινικής δίωξης, ή να αναστείλει την ποινική δίωξη. Και αυτή η αναστολή σταματάει όταν αρχίζει η διαδικασία σας, η συζήτησις στο ακροατήριο».

Αμνηστία μόνο στα πολιτικά εγκλήματα

Κύριοι Δικασταί, ξέρετε εσείς κανένα έγκλημα που να μπορεί να το χαρίσει στους δράστες του ο υπουργός της Δικαιοσύνης μετά σύμφωνον γνώμην του Υπουργικού Συμβουλίου; Να υπάρχει τέτοιο έγκλημα; Απλώς δεν πρόκειται περί εγκλήματος, εκ προοιμίου πιστεύω ότι πρόκειται περί ετικέτας, την οποίαν επικολλά η πολιτική εξουσία, πάνω σε ορισμένα συγκροτημένα ειδικώς υπάρχοντα εγκλήματα, για να ρυθμίσει τη μεταχείρισή τους και ενδεχομένως να παράσχει αμνηστία. Μόνον στα πολιτικά εγκλήματα παρέχεται αμνηστία. Σε κανένα άλλο. Επομένως, το εργαλείο για την παροχή αμνηστίας είναι το πολιτικό έγκλημα.

ΕΛ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: (…) Μπορεί να υπήρξαν περιπτώσεις, όπου κίνητρο της δράσης της 17Ν να ήταν κάποιο ψήγμα πολιτικής ιδεολογίας. Όμως δεν μπορεί να χαρακτηριστεί η εγκληματική δράση ως πολιτικό αδίκημα, μιας και ουδέποτε αποτέλεσε απειλή για την ύπαρξη της πολιτείας ή του πολιτεύματος. Με άλλα λόγια, από πρακτικής πλευράς, ουδεμία σχέση είχε η δράση της 17Ν με την αλλοίωση του πολιτεύματος. Η ύπαρξη πολιτικών κινήτρων για κάποιες πράξεις, όπως συμβαίνει και στη δική μου περίπτωση, δεν αρκεί για να χαρακτηρίσουμε την εγκληματική δράση ως πολιτική.

Τότε θα ήταν σαν να δεχόμαστε άκριτα την υποκειμενική θεωρία, κάτι που θα ενίσχυε αδικαιολόγητα την ανασφάλεια δικαίου. Η υποκειμενική θεωρία, για την οποίαν ακούστηκαν πολλά, δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο για τον προσδιορισμό της έννοιας του πολιτικού εγκλήματος. Και αυτό γιατί ο οποιοσδήποτε μπορεί να επικαλείται πολιτικά κίνητρα ή πολιτικούς σκοπούς και να διαπράττει τα ειδεχθέστερα των εγκλημάτων. Με τη χρησιμοποίηση της υποκειμενικής δηλαδή θεωρίας, διευρύνεται ανεπίτρεπτα η έννοια του πολιτικού εγκλήματος, πράγμα που δεν θέλησε και ο συντακτικός νομοθέτης. (…) Δεύτερη επισήμανση. Η δράση της 17Ν, δεν ήταν δράση υπέρ της ελευθερίας. Ήταν δράση κατά της ελευθερίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών.