Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( έρωτας στο κάιρο που αιμορραγεί :: 15-03-2003) 

Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ φωτογραφίζει την Αίγυπτο του '70

Έρωτας στο Κάιρο που αιμορραγεί

Κάϊρο, δεκαετία του '70. Μια παρέα νέων, στο ξεκίνημα της ζωής τους, προσπαθεί να οικοδομήσει το μέλλον της σε μια Αίγυπτο που από τη μια βιώνει τις αντιφάσεις μιας γρήγορα αναπτυσσόμενης, κατά τα δυτικά πρότυπα, κοινωνίας και από την άλλη αιμορραγεί από έναν πόλεμο - με τους Ισραηλινούς - που πέφτει σαν σκιά ακόμα κι εκεί που δεν φτάνουν τα πυρά του μετώπου

ΧΑΡΗ ΠΟΝΤΙΔΑ

Αυτό έτσι, σαν μια πολύ γενική εισαγωγή. Γιατί επί της ουσίας το «Αγάπη Κάτω Απ' τη Βροχή», που ο Αιγύπτιος Νομπελίστας Ναγκίμπ Μαχφούζ έγραψε το 1973 σε ηλικία 62 ετών, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια ακόμη προσπάθεια του συγγραφέα να δείξει πως η μοίρα του καθημερινού ανθρώπου, οι έρωτες, οι ανασφάλειες, τα κενά, οι αντιφάσεις του είναι άρρηκτα δεμένες με την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα του τόπου του και πως η προσωπική ηθική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δημόσιας. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον ηθικό κώδικα του Μαχφούζ, κανένα ψέμα, καμιά αυταπάτη δεν μπορεί να γλιτώσει τον άνθρωπο που θα προσπαθήσει να την «κοπανήσει» και να ψάξει την προσωπική του λύτρωση μέσα από τα σκοτεινά μονοπάτια της ιδιοτέλειας ή ακόμη και μέσα από «βρώμικες» μεθόδους, ενώ αντίθετα εκείνος που συμμετέχει και συμπάσχει για το γενικότερο καλό, έχει τουλάχιστον μια ελπίδα για τη σωτηρία.

Το ηθικό και το ανήθικο. Η πατρίδα, η αυτοθυσία, το αίσθημα ευθύνης γι' αυτό που συμβαίνει γύρω σου και η αδιαφορία, η ιδιοτέλεια, η ναρκισσιστική συμπεριφορά αυτών που ονειρεύονται τη ζωή τους προφυλαγμένη μέσα στα μοδάτα διαμερίσματα των πλούσιων συνοικιών του Καΐρου.

Ατελή πλάσματα

Ναγκίμπ Μαχφούζ: Η μοίρα του καθημερινού ανθρώπου, οι έρωτες, οι ανασφάλειες είναι άρρηκτα δεμένες με την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα του τόπου του

Θα ήταν ψέμα, βέβαια, αν περιορίζαμε το βιβλίο σ' αυτόν τον κάπως χονδροειδή διαχωρισμό ενάρετων και μη ή στις πατριωτικές εκκλήσεις μιας (σίγουρα) πληγωμένης εθνικής συνείδησης (από την πολύ νωπή ακόμα ήττα του πολέμου των έξι ημερών με το Ισραήλ, το 1967). Όμως και τα δύο διατρέχουν το μυθιστόρημα από την αρχή μέχρι την τελευταία σελίδα, γεγονός που κάνει την «Αγάπη Κάτω Απ' τη Βροχή» ολίγον γραφική ως προς τον γενικότερο προβληματισμό της.

Αυτά για την αρνητική πλευρά του θέματός μας. Γιατί Μαχφούζ και αδιάφορο μυθιστόρημα είναι δύο έννοιες που δεν γίνεται να συνυπάρξουν. Για άλλη μια φορά η πένα του δημιουργεί μια ιστορία όπου όλοι οι ήρωές της, «παραβάτες» ή μη, παρουσιάζονται με την ανθρώπινη πλευρά τους, ευάλωτα και ατελή πλάσματα, με τις ιδιοτροπίες, τις φιλοδοξίες, τους φόβους, τα ταμπού τους, άνθρωποι «μεσαίοι» που ασφυκτιούν μεταξύ των αυστηρών κωδίκων της παλιάς μουσουλμανικής Αιγύπτου και των νέων προκλήσεων που απαιτεί η αναπτυσσόμενη «μοντέρνα» κοινωνία.

Το «Αγάπη Κάτω Απ' Τη Βροχή» είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα - μόνο που δεν είναι μόνον αυτό. Κεντρικό σημείο συνάντησης της «παλιάς» και της «νέας» κατάστασης το καφενείο Ινσιράχ, στο κέντρο του Καΐρου. Εκεί, το ηλικιωμένο γκαρσόνι Άμπμντου Μπαντράν - σύμβολο Αιγύπτιου βιοπαλαιστή που φέρει μέσα του όλον τον κώδικα της παραδοσιακής ηθικής - δέχεται καθημερινά τον κομψό κινηματογραφιστή Χόσνι Χεγκάζι, έναν πενηντάρη μπον βιβέρ που πηγαίνει εκεί για να χαλαρώσει και να καπνίσει τον ναργιλέ του και μαζί με τον καλοκάγαθο λούστρο Ασμάουι, συζητούν και οι τρεις τα της ζωής τους, αναπτύσσοντας μια περίεργη επαφή, σαν κι αυτή που είχαν κάποτε οι άνθρωποι της ίδιας γειτονιάς.

Η κόρη του Άμπντου Μπαντράν, η Αλιάτ, έχει τελειώσει το Πανεπιστήμιο κι είναι έτοιμη να παντρευτεί τον συμπαθή συμφοιτητή της Μαρζούκ, ενώ ο αδελφός της Ιμπραήμ, που υπηρετεί στο μέτωπο, είναι ερωτευμένος με την αδελφή του Μαρζούκ (και καλύτερη φίλη της Αλιάτ), την όμορφη Σανέγια. Καθώς εξελίσσεται η ιστορία των δύο ζευγαριών και προστίθενται και άλλοι χαρακτήρες στην πλοκή, συνειδητοποιούμε ότι ο κομψός και συμπαθής μπον βιβέρ (Χόσνι Χεγκάζι) δεν είναι και τόσο ενάρετος όσο φαίνεται: το διαμέρισμά του είναι ένα άτυπο πορνείο, ένα κέντρο διερχόμενων νεαρών κοριτσιών που για να συμπληρώσουν τα προς το ζην μυούνται, αντί αμοιβής, στην «τέχνη» που φαίνεται να κατέχει πρωτεύοντα ρόλο στη ζωή του. Η Αλιάτ και η Σανέγια είναι δύο απ' τις τακτικές «πελάτισσές» του.

Παρόλα αυτά και oι δύο αυτές νεαρές κοπέλες δείχνουν να έχουν συμβιβαστεί απόλυτα με τη διπλή τους ζωή, η οποία μάλιστα δεν παρεμβαίνει στη γενικότερη ηθική τους υπόσταση και δεν τις εμποδίζει να φτιάξουν ουσιαστικές ερωτικές σχέσεις. Ενώ ο «ακόλαστος» Χεγκάζι είναι, κατά τα άλλα, ένας σύγχρονος, καλλιεργημένος άνθρωπος, με ευαισθησίες, αληθινά αισθήματα (ακόμα και για τις γυναίκες που υποδέχεται στο διαμέρισμά του) αλλά και έγνοια για την πατρίδα του - παρόλο που αρνείται να αλλάξει το ευ ζην του.

Τα περισσότερα πρόσωπα που θα περάσουν από το βιβλίο θα έχουν μια μυστική, ανομολόγητη πλευρά. Και με έναν περίεργο τρόπο θα σχετίζονται μεταξύ τους. Συνδετικοί κρίκοι στο πλέγμα των γνωριμιών ή των σχέσεων που αναπτύσσονται στην πορεία της ιστορίας είναι ο Χόσνι Χεγκάζι και ο Μπαντράν (του καφενείου Ινσιράχ), δύο εκ διαμέτρου αντίθετοι κόσμοι που στο φινάλε συγκλίνουν, καθώς και οι δύο τους ενώ στην αρχή είναι παρατηρητές στα όσα συμβαίνουν γύρω τους (έρωτες, προδοσίες, πόλεμος κ.λπ.) στο τέλος η μοίρα θα τους ρίξει και αυτούς μέσα στη φωτιά των γεγονότων, φέρνοντας στο φως όλα τα κρυμμένα μυστικά. Κι όλα αυτά, σε ένα Κάιρο που ήδη νοσταλγεί τον «παλιό καλό» του εαυτό, ένα Κάιρο που μετράει καθημερινά τις πληγές του στις ερημωμένες γειτονιές, τις κατεστραμμένες οικογένειες, τους δεκάδες αναπήρους ή νεκρούς που επιστρέφουν από το μέτωπο. Σε ένα τέτοιο Κάιρο ουδείς δικαιούται να είναι ευτυχισμένος.

Σ' ΑΓΑΠΩ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ…

«Η ζωή απαιτεί από τους ανθρώπους την αδυναμία και την δύναμη, τη βλακεία και τη σοφία, την ευγένεια και την σκληρότητα, την άγνοια και τη γνώση, την ασχήμια και την ομορφιά, την αδικία και την δικαιοσύνη, τη σκλαβιά και την ελευθερία. Πού βρίσκομαι εγώ σε σχέση με όλα αυτά; Ούτε ενδιαφέρον, ούτε πεποίθηση, ούτε καν υπόλοιπο ζωής διαθέτω. Αλλά σ' αγαπώ πατρίδα μου και να με συγχωρείς που διαπιστώνεις πως μαζί με την αγάπη σου αγαπώ και τη ζωή…» (σελ. 107).