Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( αυτή η αθήνα δεν είναι αθώα... :: 22-03-2003) 

Το τρίτο μυθιστόρημα του Θανάση Χειμωνά

Αυτή η Αθήνα δεν είναι αθώα…

ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΧΕΙΜΩΝΑ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ Ο ΚΥΝΙΣΜΟΣ. ΦΤΩΧΟΙ ΚΑΙ ΠΛΟΥΣΙΟΙ ΞΕΠΟΥΛΙΟΥΝΤΑΙ, ΜΕΓΑΛΑ ΙΑΤΡΙΚΑ ΛΑΘΗ ΣΚΕΠΑΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΙ ΤΡΕΛΑΙΝΟΝΤΑΙ Ή ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ

ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΙΜΠΛΗΣ

Από τα «Σπασμένα ελληνικά» στις σπασμένες ψυχές. Στο νέο βιβλίο τού Θανάση Χειμωνά τις δύο όχθες, των φτωχών και των πλουσίων της Αθήνας, δεν τις χωρίζει ο γυάλινος τοίχος του Ανδρέα Μικρούτσικου. Τις χωρίζει ένα είδος βαράθρου που, από τις διαβρώσεις των συνεχών βροχών, γίνεται ο κοινός τους λάκκος.

Στην «Ανεξιχνίαστη ψυχή», που μόλις εκδόθηκε από τον «Πατάκη» - ο συγγραφέας έφυγε από τον «Κέδρο» όπου κυκλοφόρησαν τα δύο πρώτα βιβλία του -, ηρωίδα είναι κάποια Μαρία. Μία φτωχή πλην όμορφη Μαρία - εκκρεμές που κάνει την ταλάντωση Πέραμα - Φιλοθέη και ισορροπεί εν τέλει κάπου ενδιάμεσα χωρίς την αρχική της ορμή, στην ανωνυμία μιας σαββοπουλικής Άννας, που χάνεται για πάντα στη βουή του κόσμου.

Στο τρίτο του βιβλίο, ο 32χρονος συγγραφέας μπαίνει στην καρδιά του αθηναϊκού προβλήματος. Στους μη έχοντες της δυτικής όχθης και στους κατέχοντες του τριγώνου Φιλοθέη - Παλαιό - Νέο Ψυχικό. Ανάμεσά τους βασιλεύει ο κυνισμός. Κανείς δεν είναι αθώος. Φτωχοί που θέλουν να γίνουν πλούσιοι με κάθε τρόπο, ακόμη και αν πρέπει να εκβιάσουν ή να σκοτώσουν. Πλούσιοι που θέλουν να διατηρήσουν τον πλούτο τους, επίσης με κάθε τρόπο. Χρησιμοποιώντας τα πάντα και τους πάντες στο παιχνίδι της κοινωνικής ανόδου· κυβερνώμενοι από ερωτικά πάθη που δεν είναι παρά η κρυμμένη έκφραση της αδυναμίας τους· σκεπάζοντας εγκληματικά ιατρικά λάθη με λεφτά, για να μη διαταραχθεί η καριέρα τους.

Η Μαρία γεννήθηκε στη φτώχεια, σε μια καλύβα στο Πέραμα, αλλά είχε ταυτόχρονα την τύχη να γεννηθεί και πολύ όμορφη. Παρακολουθούμε ένα κλασικό σχήμα: η μάνα, μια φτωχή Γαλλίδα που έμεινε χήρα νωρίς και ξέμεινε στην Ελλάδα με το παιδί της, την ωθεί να χρησιμοποιήσει τα κάλλη της για να αλλάξει μοίρα. Ο θάνατος της μάνας τη μυθοποιεί στα μάτια της κόρης, η οποία νομίζει ότι το να ακολουθήσει τις συμβουλές της είναι μια πράξη ελευθερίας. Φεύγει λοιπόν από το Πέραμα και δουλεύει ως νοσοκόμα, με στόχο έναν πλούσιο γιατρό. Δεν αργεί να τον βρει. Έχει υιοθετήσει ένα ακατάδεκτο ύφος, έναν αέρα που παραπλανά και υπόσχεται ότι μπορεί να τα βγάλει πέρα σε όλους τους χώρους. Δεν δίνει τον εαυτό της αν δεν αποσπάσει υπόσχεση γάμου - «δεν με ενδιαφέρουν λεφτά που δεν είναι δικά μου», λέει.

Η ζωή όμως στη Φιλοθέη, σε μεγάλο σπίτι με κήπο και Φιλιππινέζες οικιακές βοηθούς, δεν ήταν αυτό που έψαχνε. Ρέπει προς τον αλκοολισμό, πέφτει θύμα ενός ανόητου εκβιασμού, επιτρέπει, χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνει τι κάνει, τη δολοφονία του καθυστερημένου θετού αδελφού της. Προσπαθεί να σαγηνεύσει τον μόνο άνδρα που δεν ενδιαφερόταν σεξουαλικά γι' αυτήν, τον πρώην σύντροφο της μητέρας της. Αλλά αυτός είναι στη φυλακή και του δίνουν ψυχοφάρμακα - εδώ ο Χειμωνάς κάνει ένα σαφές σχόλιο σε μια άλλη κοινωνική πληγή, την αλόγιστη χορήγηση αντικαταθλιπτικών από τους γιατρούς και τους απρόοπτους θανάτους ως απόρροια της χρήσης τους.

Ο κόσμος του Θανάση Χειμωνά είναι ο σημερινός μας κόσμος. Της αναλγησίας, του κυνισμού, της φιλοχρηματίας, της παντελούς έλλειψης κοινωνικής ευθύνης. Ένας κόσμος που μοιάζει να μην έχει τιμόνι. Τα πρόσωπά του είναι ενδιαφέροντα: ο μικρός που έχει - άτυπα - υιοθετήσει η μητέρα της Μαρίας και που είναι λιγάκι καθυστερημένος, ανίκανος για το σχολείο, αλλά αποτελεσματικός ως ζητιάνος. Η φθονερή γειτόνισσα στο Πέραμα που γεννήθηκε φτωχή και άσχημη. Ο αδίστακτος φίλος της. Ο εραστής τής μητέρας της Μαρίας, ένας αυθεντικός τύπος που δεν κατατάσσεται, καταλήγει όμως στη φυλακή. Η «κολλητή» τού άνδρα τής Μαρίας - κάποτε είχαν δεσμό - που προσπαθεί να εντάξει ομαλά τη Μαρία στις απαιτήσεις της υψηλής κοινωνίας.

Ο Χειμωνάς μπαίνει στη θέση όλων. Μόνο που στα βασικά πρόσωπα, επιφυλάσσει ειδική μεταχείριση. Εκεί που φαίνεται ότι υπερασπίζεται το όποιο δίκιο τους, βάζει στο στόμα τους κρίσιμες φράσεις που τα υπονομεύουν, τα απομυθοποιούν. Λέει η δικηγόρος της Μαρίας: «Θέλω να σε βοηθήσω - μπορεί γιατί με τραβάει αυτό το μυστήριό σου…». Η Μαρία απαντά: «Δεν υπάρχει μυστήριο, είναι αυτό που είδες».