Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Βιβλιοδρόμιο :: Κριτική βιβλίου

( ράντγιαρντ κίπλινγκ - ένας καλόκαρδος αποικιοκράτης :: 08-03-2003) 

Ράντγιαρντ Κίπλινγκ Ένας καλόκαρδος αποικιοκράτης

"ΤΙ ΞΕΡΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ ΞΕΡΟΥΝ; " ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ - ΜΟΤΙΒΟ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ "Η ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ" - ΣΤΡΙΦΟΓΥΡΙΣΕ ΟΛΗ ΤΟΥ ΤΗ ΖΩΗ Ο ΡΑΝΤΓΙΑΡΝΤ ΚΙΠΛΙΝΓΚ. ΚΑΤΗΓΟΡΗΘΗΚΕ ΩΣ Ο ΥΜΝΩΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΙΑΣ. ΔΙΚΑΙΗ ΜΟΜΦΗ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΑΔΙΚΗ. Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΠΑΤΡΙΔΑ ΔΕΝ ΕΠΙΣΚΙΑΣΕ ΠΟΤΕ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΘΕΣΗ

ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Εάν εξαιρέσουμε τα στενόχωρα παιδικά του χρόνια - που θα μεταποιήσει αργότερα σε εξαιρετικά αφηγήματα - και την απώλεια του δικαοκτάχρονου γιου του Τζον κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ έζησε όπως κάθε συγγραφέας ονειρεύεται να ζήσει, έστω και αν δεν το ομολογεί. Από τα νεανικά του χρόνια τον συνοδεύει η σχεδόν καθολική αποδοχή για το έργο του - περισσότερο το πεζογραφικό, λιγότερο το ποιητικό - κι επισφραγίζεται στα 1907 με το Βραβείο Νόμπελ. Ο Κίπλινγκ είναι ο πρώτος Βρετανός που παίρνει το Βραβείο κι ένας από τους πιο νέους κατόχους γενικώς, αν όχι ο πιο νέος. Προτού κλείσει τα σαράντα δύο.

Καθώς συμπληρώνει τα εβδομήντα, στα 1935, στρώνεται να γράψει την αυτοβιογραφία του. Δεν θα προλάβει να τον ολοκληρώσει. Ένα χρόνο αργότερα θα πεθάνει και η τέφρα του θα ταφεί στη "Γωνιά των Ποιητών", στο Αβαείο του Ουέστμινστερ, στο Λονδίνο. Παρότι ανολοκλήρωτη - γεγονός πως κακώς δεν μνημονεύεται πουθενά στην ελληνική έκδοση - η αυτοβιογραφία του θα δημοσιευθεί το 1937 και θα τύχει ευνοϊκής υποδοχής. Αν και ο Κίπλινγκ παρέχει με φειδώ πληροφορίες γύρω από τον εαυτό του, φωτίζει επαρκώς την εποχή που δημιούργησε το "φαινόμενο Κίπλινγκ" - ένα φαινόμενο που ο ίδιος συχνά πυκνά, δεν διστάζει να απομυθοποιήσει - και περιέχει όλα τα συστατικά του προσωπικού του ύφους, με κυρίαρχο το οξύ χιούμορ του.

Γεννημένος στη Βομβάη τον Δεκέμβριο του 1865, ο Κίπλινγκ θα σταλθεί οικότροφος στο Λονδίνο, όπως επιβάλλει η παράδοση για όλους τους γόνους Εγγλέζων των Αποικιών. Από την οικογένεια που τον φιλοξενεί με το αζημίωτο, ο Κίπλινγκ διατηρεί μονάχα δυσάρεστες αναμνήσεις: "Αν ανακρίνεις ένα παιδί επτά οκτώ ετών για τις δραστηριότητές του της ημέρας - ιδίως όταν νυστάζει και θέλει να κοιμηθεί - θα πέσει σε αντιφάσεις. Αν κάθε αντίφαση εκληφθεί ως ψέμα και ανακοινωθεί την ώρα του πρωινού, η ζωή δεν είναι εύκολη […] Αυτό με έκανε όμως να δίνω ιδιαίτερη προσοχή στα ψέματα, που πολύ σύντομα διαπίστωσα ότι ήταν αναγκαίο να λέω. Και αυτό, υποθέτω, ήταν το θεμέλιο της λογοτεχνικής προσπάθειας". Ένας παραμυθάς ξεφύτρωσε μέσα στην παιδική δυστυχία. Μολαταύτα, για ν' ανθίσει αληθινά, έπρεπε να περάσει από ένα δεύτερο σχολείο. Το απαιτητικό - όταν δεν είναι εξοντωτικό - σχολείο της δημοσιογραφίας. Το 1882 επιστρέφει στην Ινδία, στη Λαχώρη - όπου ο πατέρας του διευθύνει τη Σχολή Καλών Τεχνών - και αναλαμβάνει χρέη υποδιευθυντή σύνταξης στην αγγλόφωνη καθημερινή εφημερίδα "Civil and Military Gazette". Το δεκαεπτάχρονο φιντανάκι θα μάθει - σύντομα κι επώδυνα - τι σημαίνει ν' αποτελείς μόνος σου "τη μισή συντακτική ομάδα", ακόμη κι αν ψήνεσαι στον πυρετό, καθώς και πώς να ελέγχεις την αφηγηματική σου αμετροέπεια: "Δεν τους απασχολούσαν τα όνειρά μου. Ήθελαν ακρίβεια και ενδιαφέρον αλλά πρώτα απ' όλα ακρίβεια".

Τα "Βιβλία της Ζούγκλας" και ο "Κιμ" είναι τα πιο δημοφιλή έργα του Κίπλινγκ. Στην Ελλάδα κυκλοφορούν 53 βιβλία του

Είκοσι πέντε χρόνων, ο Κίπλινγκ είναι ήδη ένας πολλά υποσχόμενος συγγραφέας και μέσα στην επόμενη επταετία - από τον γυρισμό του στην Αγγλία κι εντεύθεν - η υπόσχεση έχει πραγματοποιηθεί. Μπορεί να ζήσει από τα γραπτά του, μολονότι - με την πλημμελή του διαχείριση - καταφέρνει να βρεθεί στο χείλος της καταστροφής. Με τη συμπαράσταση της συζύγου του, της Αμερικανίδας Κάρολαϊν Μπαλεστιέ, την τετράχρονη μετανάστευσή του στην Αμερική - όπου η γυναίκα του θα φέρει στον κόσμο τρία παιδιά κι εκείνος τα πιο δημοφιλή του πονήματα, τα "Βιβλία της Ζούγκλας" και τον "Κιμ" - και το άνοιγμά του προς την αχανή αμερικανική αγορά του βιβλίου (παρότι μαστίζεται από την κλεψιτυπία), ο Κίπλινγκ θα ορθοποδήσει οριστικά και θα παραβλέψει το μίσος που τρέφουν οι Αμερικανοί για τους Εγγλέζους. "Είναι ο (προστατευτικός) δακτύλιος γύρω από τις πολιτείες της Ένωσης", όπως πολύ σωστά θα του επισημάνει ένας Αμερικανός πρέσβης. Με τα λεφτά των Γιάνκηδων και την ακόρεστη δίψα του, θα ταξιδέψει και προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα: Ευρώπη, Αφρική, Ασία, Αυστραλία. Μονάχα όμως σε δυο χώρες θα στεριώσει. Στην Αγγλία και στη Νότια Αφρική. Έξι μήνες τον χρόνο στη μία, έξι μήνες στην άλλη.

Ο Πόλεμος των Μπόερς

Θ' αποκτήσει ισχυρούς πολιτικούς φίλους - κυρίως από τον συντηρητικό χώρο -, θα καλύψει τον Πόλεμο των Μπόερς (δίχως ν' αποσιωπήσει τις εγκληματικές βλακείες των συμπατριωτών του, αν και δεν θ' αμφισβητήσει τη "νομιμότητα" του πολέμου τους εναντίον των Ολλανδών αποίκων) και στις συχνές κατηγορίες για τις "ιμπεριαλιστικές" του αντιλήψεις θ' απαντήσει με δηκτικότητα: "Ισχυρίστηκαν (οι Βρετανοί φιλελεύθεροι) ότι οι Βρετανοί στην Ινδία καταπίεζαν σκληρά τους ντόπιους. Και αυτό σε μια χώρα (τη Βρετανία) όπου λευκά δεκαεξάχρονα κορίτσια, με δώδεκα ή δεκατέσσερις λίρες τον χρόνο, υποχρεώνονταν να ανεβάζουν τριάντα και σαράντα λίβρες νερό τέσσερις ορόφους για το μπάνιο των αφεντικών τους!".

Στην κολοβή του αυτοβιογραφία, ο Κίπλινγκ έχει προλάβει να συμπεριλάβει και διεισδυτικά σχόλια γύρω από την κριτική, τη λογοκλοπή, τις μιμήσεις του έργου του και το "δαιμόνιο" του δημιουργού, που μαρτυρούν γιατί - σε αντίθεση με τις παρωχημένες πολιτικές του σκέψεις - τα αφηγήματά του αντέχουν στη φθορά. Η ελληνική έκδοση εμπεριέχει σημειώσεις για πρόσωπα και πράγματα, οικεία στον Άγγλο αλλά ανοίκεια στον Έλληνα αναγνώστη, άκρως χρήσιμες κι ευπρόσδεκτες. Δεν λείπουν και οι "διορθώσεις", όπου η μνήμη του Κίπλινγκ δείχνει να τον απατά.

ΑΓΓΛΙΚΟ ΧΙΟΥΜΟΡ

"Δεν υπάρχει ράτσα τόσο προικισμένη με το χάρισμα της πραγματικής, πλούσιας, υπαινικτικής και εύστοχης διασκεδαστικής ομιλίας όσο οι Άγγλοι. Οι Αμερικανοί είναι πολύ ανεκδοτολόγοι και οι Γάλλοι πολύ ρήτορες γι' αυτό το ανάλαφρο παιχνίδι, και καμιά άλλη ράτσα δεν επιδίδεται τόσο ανεπιφύλακτα στην ευθυμία όσο εμείς". (σελ. 154).