Εφημερίδα "Μακεδονία"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ρεπορτάζ :: Δραματοποιημένη είδηση

( μια προίκα απ' το χονάζ ενώνει τούρκους και ρωμιούς ) 

Μια προίκα απ' το Χονάζ ενώνει Τούρκους και Ρωμιούς

Της Αγγέλας Φωτοπούλου (ΜΠΕ)

Εβδομήντα τέσσερα ολόκληρα χρόνια περίμεναν τα προικιά της Ελένης και της Σοφίας Μηνόγλου, φυλαγμένα στο σεντούκι της Ουμμουχάν Γιαλτσίν, στο Χονάζ της Τουρκίας. Προικιά κιτρινισμένα από το χρόνο που δεν κατάφερε να σβήσει τη μυρωδία της λεβάντας αλλά και τη μνήμη μιας γενιάς που χάθηκε. Ώσπου ήρθε η μέρα που το σεντούκι άνοιξε και οι αναμνήσεις ξεχύθηκαν. Αναμνήσεις από μια άλλη εποχή που Τούρκοι και Ρωμιοί ζούσαν αρμονικά στη Μικρά Ασία, μέχρι που τα τραγικά γεγονότα του πολέμου και της καταστροφής έβαψαν με αίμα τη γη και έγιναν αφορμή να ξεριζωθούν εκατομμύρια άνθρωποι και απ' τις δύο πλευρές του Αιγαίου.

Ο Κεμάλ Γκατζάρογλου και η γυναίκα του Αϊσέ κράτησαν φυλαγμένη σε μια γωνιά της ψυχής τους την ανάμνηση των γειτόνων τους, των Μηνογλαίων, μαζί με τα προικιά που τους εμπιστεύτηκαν πριν φύγουν για πάντα για μία άλλη πατρίδα. Κι αυτές τις αναμνήσεις μαζί με τα προικιά τις παρέδωσαν στο γιο τους, τον Ραμαζάν, κι εκείνος με τη σειρά του στο γιο του Κεμάλ, εκφράζοντας την τελευταία του επιθυμία. "Να βρει τους Μηνογλαίους, να τους παραδώσει τα προικιά". Και ο Κεμάλ ξεκίνησε να βρει ανάμεσα σε δέκα εκατομμύρια Έλληνες τους γείτονες του παππού του. Ο γείτονας Μήνογλου δεν κατάφερε να φτάσει ποτέ στην Ελλάδα, έφτασαν όμως η γυναίκα και οι κόρες του, που κι αυτές μέχρι να τις βρει ο Κεμάλ, είχαν πεθάνει. Τα προικιά έμειναν στα χέρια του κι ο πατέρας του πέθανε χωρίς να δει την επιθυμία του να εκπληρώνεται. Ωστόσο αυτό το οδοιπορικό, το γεμάτο περιπέτειες και γνώσεις ταξίδι του Κεμάλ για την δική του "Ιθάκη" δεν τον πρόδωσε.

Η ιστορία, όσο κι αν φαίνεται σαν παραμύθι, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Ο Κεμάλ ήρθε δύο φορές στην Ελλάδα, μια φορά το '94 και μια το '96, κι αναζητώντας τους Μηνογλαίους χωρίς να έχει κανένα στοιχείο πέρα από το όνομα και την καταγωγή τους, συνάντησε τους τελευταίους εναπομείναντες από τη γενιά που ήρθε με την ανταλλαγή. Ύστερα πήγε στην πατρίδα του και βρήκε τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν εκεί.

Τον Κεμάλ, τον εγγονό του Κεμάλ Γκατζάρογλου, τον βρήκαμε στο Bochum της Γερμανίας.

"Το χωριό μου το Χονάζ στην αρχαιότητα λεγόταν Κολοσσαί και στα βυζαντινά χρόνια ονομάστηκε Χωναί. Οι πραγματικοί ντόπιοι ήταν Ρωμιοί, εμείς οι Τούρκοι εγκατασταθήκαμε πολύ αργότερα εκεί. Μέχρι το 1920 ζούσαν στο Χονάζ περίπου 1.000 Ρωμιοί. Μετά όμως άρχισαν να τους εκτοπίζουν. Ανάμεσα σε αυτούς που εκτοπίστηκαν ήταν και οι Μηνογλαίοι, για τους οποίους ο πατέρας μου πάντα μου μιλούσε", λέει ο Κεμάλ Γιαλτσίν μιλώντας στο Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ο Κεμάλ Γιαλτσίν περιγράφει την ημέρα που ξεριζώθηκαν οι Μηνογλαίοι έτσι όπως του τη διηγήθηκε με σπαραγμό ο πατέρας του, που τότε ήταν παιδί ακόμη. Τον πατέρα Μηνόγλου τον είχαν εκτοπίσει μαζί με όλους τους άντρες του χωριού ενώ τη γυναίκα και τις κόρες του τις κρατούσαν κλεισμένες για τρεις μήνες σε ένα αχούρι μαζί με τις άλλες Ρωμιές. "Η γιαγιά μου έστελνε κάθε μέρα με τον πατέρα μου ψωμί στην Μηνόγλαινα και τις κόρες της. Όταν δόθηκε η εντολή να μεταφερθούν μια κραυγή συγκλόνισε το χωριό. Ο πατέρας μου φοβήθηκε, άφησε το παιχνίδι και έτρεξε στο σπίτι. Σε λίγο έφτασαν στο σπίτι της γιαγιάς μου, της Αϊσέ, η Μηνόγλαινα κρατώντας ένα μεταξωτό πάπλωμα και οι δύο κόρες της βαστώντας από ένα τσουβάλι. "Αδελφή μου Ασά", είπε η Μηνόγλαινα, "τούτα είναι τα προικιά των κοριτσιών μου. Σου τα αφήνω αμανάτι. Φεύγουμε και μπορεί να μη ξαναγυρίσουμε, μπορεί να γυρίσουμε και να μη ξαναϊδωθούμε! Αν έρθουμε μας δίνεις τα προικιά. Αν πάλι δεν ξαναγυρίσουμε δώστα σε κανένα φτωχό". Ύστερα αγκαλιάστηκαν κλαίγοντας. Ο πατέρας μου στεναχωριόταν που έφευγε η φίλη του η Σοφία που κάποτε τον είχε ρίξει στο νερό από γεφύρι του Καρακιοπρού. Όταν έφτασαν στο ρέμα ξέσπασε ένας θρήνος. Κάθε φορά που έλεγε αυτή την ιστορία ο πατέρας μου δάκρυζε. Έτσι το 1994 πήγα για πρώτη φορά στην Ελλάδα να αναζητήσω τους Μηνογλαίους. Δυστυχώς δεν τους βρήκα τότε".

Το 1995 όταν ο Κεμάλ, μετά από δέκα τρία χρόνια που ζούσε αυτοεξόριστος στη Γερμανία, ξαναπήγε στην πατρίδα του, ο πατέρας του τον έβαλε να υποσχεθεί ότι θα βρει τους Ρωμιούς γείτονες του παππού του και θα τους παραδώσει τα προικιά. Ξαναήρθε στην Ελλάδα το 1996 αλλά τον Μηνόγλου δεν τον βρήκε γιατί δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στην Ελλάδα. Η γυναίκα και οι κόρες του είχαν έρθει στην Ελλάδα αλλά είχαν πεθάνει. Όμως κάποιοι μακρινοί συγγενείς τους ζουν στο Βόλο. Αυτούς βρήκε ο Κεμάλ και σε αυτούς θέλει να παραδώσει τα προικιά όταν θα ξαναέρθει στην Ελλάδα στα τέλη του '98 ή στις αρχές του '99.

"Εκείνο που με συγκλόνισε όσο αναζητούσα τους Μηνογλαίους είναι οι αφηγήσεις των προσφύγων", λέει ο Κεμάλ. "Ποτέ δεν θα ξεχάσω όσα μου διηγήθηκε ο Βασίλης Βασιλειάδης, που παιδί ακόμη, φεύγοντας κυνηγημένος μαζί με τους άλλους Ρωμιούς, έγινε μάρτυρας φρικιαστικών σκηνών. Μάζεψαν τους συγχωριανούς του και αφού τους γύμνωσαν τους έβαλαν στην εκκλησία και τους έκαψαν ζωντανούς. Τον ίδιο και την οικογένειά του την έσωσε ένας Τούρκος φίλος τους. Οι Ρωμιοί κρύβονταν σε σπηλιές. Τα μωρά τους όμως έκλαιγαν και έτσι τους έβρισκαν οι τσέτες και τους σκότωναν. Μωρά υπήρχαν και στην ομάδα που ήταν ο μικρός τότε Βασίλης. Ο αρχηγός της, ο Γιώργη αγάς, είπε πως για να σωθούν πρέπει να σκοτώσουν τα παιδιά τους. Πρώτος έπνιξε το δικό του και ύστερα σκότωσαν κι οι άλλοι τα μωρά τους. Άλλοι πάλι δεν μπόρεσαν. Το έκαναν οι υπόλοιποι γι' αυτούς. Είκοσι παιδιά μέχρι δύο χρόνων σκοτώθηκαν εκείνη την ημέρα. Ο κυρ Βασίλης είχε χάσει τη φωνή του για πολύ καιρό μετά από αυτό το γεγονός. Ακόμη και τότε που τον συνάντησα και ήταν 87 χρονών γέρος έβλεπε αυτόν τον εφιάλτη".

Μετά το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα ο Κεμάλ αποφάσισε να πάει στην πατρίδα του και να γνωρίσει περισσότερο τους πρόσφυγες που είχαν έρθει με την ανταλλαγή από την Ελλάδα. "Όσα μου αφηγήθηκαν ήταν σχεδόν ίδια με αυτά που άκουσα και είδα στην Ελλάδα. Όλοι τους νοσταλγούσαν την πατρίδα, είχαν ένα ανείπωτο καημό. Ντράπηκα, θύμωσα με τον εαυτό μου που τόσα χρόνια δεν μπόρεσα να διακρίνω τη θλίψη στα πρόσωπα των προσφύγων γειτόνων μου. Ντράπηκα που δεν τους ρώτησα ποτέ γιατί, πότε και πώς ήρθαν. Ντράπηκα που δεν άκουσα ποτέ τις πίκρες και τους καημούς των Ρωμιών, των Αρμένηδων, των Ασσυριανών και των Εβραίων αδελφών και συμπατριωτών μου στα δεκατρία χρόνια που έζησα στην Πόλη", λέει.

Ο Κεμάλ Γιαλτσίν αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τις μαρτυρίες που κατέγραψε σε δεκάδες κασέτες, για τη συγγραφή ενός βιβλίου. Έτσι έγραψε το βιβλίο "Μια προίκα αμανάτι" που εκδόθηκε στην Τουρκία και αυτό τον καιρό μεταφράζεται στα γερμανικά. Η μεγαλύτερη επιθυμία του Κεμάλ είναι να μεταφραστεί το βιβλίο και στα ελληνικά. "Το έχω στείλει στους ανθρώπους που συνάντησα στην Ελλάδα, δηλαδή στους ήρωες του βιβλίου. Δυστυχώς δεν μπορούν να το διαβάσουν. Μου τηλεφωνούν λέγοντάς μου να το μεταφράσω στη γλώσσα τους. Όσοι πάλι έχουν βρει κάποιον που να ξέρει να τους το διαβάσει μου λένε πως κλαίνε στην κάθε του σελίδα. Η μετάφρασή του στα ελληνικά πιστεύω ότι θα είναι ένας ελάχιστος φόρος τιμής στους πρόσφυγες", καταλήγει ο Κεμάλ Γιαλτσίν.