Εφημερίδα "Μακεδονία"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

"Τι ευδιάχυτο μπάχαλο αυτή η Ελλάς, τι εύκλαστο σκορποχώρι, τι ευδιέξοδο εύδρομο αυτή η μικρή απέραντη πατρίδα, πατρίδα μου χαρίτερπνη, χαροκαμένη;".

Δεν μπορώ παρά να αντιγράψω αποσπασματικά τον εμφατικό λόγο μιας πρόσφατης κυριακάτικης επιστολής του δασκάλου (νυν και εκδότη) Ζουράρι, απολογούμενος ταυτόχρονα για τη μη χρήση των πλουμιδιών του γραπτού κειμένου, της ψιλής, της δασείας και της περισπωμένης, και να μεταφέρω επίκαιρα το νοηματικό περιεχόμενο της πρότασής του στο σημείωμά μου.

Σαν να ήταν… χθες

Η πρόσφατη συναυλία (13/1) της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης στην αίθουσα τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου έφερε έντονα για ακόμη μία φορά στις μνήμες των παλαιότερων ακροατών της φωτογραφικές αναφορές από συναυλίες που ανήκουν στο παρελθόν. Τότε που ως μοναδικές διέξοδοι για τη στέγαση των συναυλιών και μαζί των ονείρων της εναλλασσόταν το Πανεπιστήμιο με το Κρατικό Θέατρο. Εικόνες σε ασπρόμαυρο ή και έγχρωμο φόντο από άλλες, σίγουρα πιο ρομαντικές εποχές, που αποτέλεσαν για την ορχήστρα την οποία σήμερα μπορούμε να θαυμάζουμε μία συνεχιζόμενη… απαρχή. Και βέβαια πρόβλημα του γράφοντος δεν αποτελεί η φιλόξενη και ταυτόχρονα ηχητικά αποκαλυπτική αίθουσα του πανεπιστημίου αλλά η προκλητική για τα τωρινά δεδομένα αίσθηση συνδιεκπεραίωσης ενός μουσικού γεγονότος με λύσεις ανάγκης.

Το θέμα που εγείρεται σε κάθε περίπτωση έμμεσα ή άμεσα, ποιοτικά ή ποσοτικά, συνειρμικά ή αυτοβούλως, από τις περιφερόμενες συναυλιακές παρουσίες της Κρατικής ζητώντας επιτακτικά τη λύση του θεωρούμε ότι είναι η μόνιμη στέγαση της ορχήστρας.

Υποδομές και χρήσεις

Τα δεδομένα στις πολιτιστικές υποδομές της πόλης έχουν αλλάξει θεαματικά κατά την τελευταία δεκαετία. Η Μονή των Λαζαριστών στα δυτικά, το Βασιλικό Θέατρο στο κέντρο και το Μέγαρο Μουσικής στα ανατολικά διαμορφώνουν περιμετρικά το χάρτη των απαραίτητων όσο και πανάκριβων υποδομών. Υποδομές οι οποίες όμως, απ' ό,τι φαίνεται, μόνο αποσπασματικά έχουν αγγίξει τη λειτουργία της Κρατικής.

Η διελκυστίνδα μεταξύ της διεύθυνσης της Κρατικής Ορχήστρας και του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής είναι πλέον γνωστή, όσο εύλογες είναι και οι απορίες που προκύπτουν για τη λύση που δεν δίνεται στο συνεχιζόμενο πρόβλημα. Μία λύση λογικής και αξιοπρέπειας που να διασφαλίζει νομοτελειακά και σολομώντεια αφενός την αυτόνομη παρουσία και τις παραγωγές του Μεγάρου και αφετέρου τις αυτονόητες μουσικές προϋποθέσεις για τις δοκιμές και τις εμφανίσεις της Κρατικής. Και αν αυτό είναι αδύνατο, ας αναζητηθούν υπάρχοντες εναλλακτικοί δρόμοι, συνέπειας, ποιότητας και λογικής, που να δικαιολογούν παράλληλα ανθρωποκεντρικά όχι μόνο τη χρηστικότητα αλλά και την ανάγκη ύπαρξης των όποιων υποδομών.

Ο Σίμος Παπάνας

Στη συναυλία που παρακολουθήσαμε τις εντυπώσεις έκλεψε δικαιωματικά η σολιστική παρουσία του εξάρχοντος της ορχήστρας Σίμου Παπάνα στην ερμηνεία του 1ου κοντσέρτου για βιολί του Ντίνου Κωνσταντινίδη. Με συναίσθημα, λυρισμό και ευαισθησία, όγκο στον ήχο του και μία απαράμιλλη τελειοθηρική τεχνική στο παίξιμό του ο Παπάνας όχι μόνο δικαιολόγησε τη φήμη του ως ενός εξαίρετου και κορυφαίου βιολονίστα, αλλά επέδειξε ζωντανά τη θεαματική αλλαγή και ανανέωση που έχει επέλθει στην Κρατική Ορχήστρα από πλειάδα νέων καλλιτεχνών. Το σύγχρονο κινούμενο σε νεορομαντικούς τόνους κοντσέρτο κύλησε με άνεση μεταξύ της μπετοβενικής "Λεονώρας" και της 2ης συμφωνίας Μπραμς, με ενδιάμεση έκπληξη ένα ομολογουμένως ενδιαφέρον μέρος σουίτας για σόλο βιολί σε γραφή του σολίστα. Την ευθύνη της διεύθυνσης είχε ο έμπειρος Πολωνός μαέστρος Grzegorz Nowak. Ήταν ακόμη μία συναυλία της χαρίτερπνης αλλά ανέστιας Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης σε σκηνικό από το χθες, με ήχο από το σήμερα.