Εφημερίδα "Μακεδονία"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Τέχνες-Πολιτισμός :: Κριτική κινηματογράφου

( έκκεντρες και εκκεντρικές δημιουργίες ) 

ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΘΟΝΗΣ

Έκκεντρες και εκκεντρικές δημιουργίες

Κανένα από τα φιλμ αυτής της εβδομάδας δε διεκδικεί τον τίτλο του "μεγάλου έργου", τρία από αυτά διατηρούν, όμως, το χάρισμα της περιφερειακής, σε σχέση με το Χόλιγουντ, δημιουργίας

Κριτική του ΒΑΣΙΛΗ ΚΕΧΑΓΙΑ

Οι "Νέοι Ορίζοντες" του Φεστιβάλ Κινηματογράφου μπορούν να καυχώνται ότι μας σύστησαν ένα σινεμά, που αποπλέει από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και σπάνια βρίσκει λιμάνι για να προσεγγίσει και να γίνει αποδεκτή η προσάραξή του. Ο αμερικανικός ανεξάρτητος κινηματογράφος, το έχουμε γράψει πολλές φορές, διακρίνεται για τις εύχυμες ιδέες και τα στέρεα αισθητικά του θεμέλια. Αυτή την εβδομάδα εκπροσωπείται από τον γνώριμο Νιλ Λάμπιουτ ("Μεταξύ ανδρών") με το "Γείτονες κι εραστές", τον Έιμος Κόλεκ και την "Ιστορία της Σου" και έναν από τους λαμπρότερους γόνους του, τον Τζον Γουότερς, που πιάστηκε κι αυτός από τα δίχτυα της εμπορικότητας με το "Pecker". Βέβαια, ο εκτός Χόλιγουντ κινηματογράφος δε βρίσκεται στις καλύτερες στιγμές του, αλλά συνεχίζει να κρατάει αναμμένη τη θράκα της αμφισβήτησης και της διαφορετικότητας.

Από το κέντρο της αμερικάνικης κινηματογραφίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, έρχονται τα "Κύματα αγάπης" του Φόρεστ Γουίτακερ και από την "αμερικανίζουσα" Ευρώπη το "Ανάμεσα σε δύο μπαμπάδες", του Πατρίς Λεκόντ.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΟΥ

Σκηνοθεσία: Έιμος Κόλεκ. Παίζουν: Άννα Τόμσον, Μάθιου Πάουερς, Τάνι Γουέλτς.

Η Σου, όπως και άλλες ρημαγμένες ψυχές, ζουν πίσω από τα φώτα της πόλης. Με γυαλιά ηλίου και μαντίλα κυκλοφορεί στους δρόμους της Νέας Υόρκης, σα για να κρυφτεί (από ποιους, αλήθεια;). Μια ακόμη μοναξιά, περιφερόμενη στην υγρασία της μεγαλούπολης, αφημένη στο περιστασιακό σεξ και στις ακραίες φιλίες. Την ιστορία της, στην πραγματικότητα, δε θα τη γράψει καμιά επιτομή, δε θα τη συντάξει κανένας μελετητής, άλλο ένα σώμα που με το τέλος του θα σκορπίσει, αφανή, την ύλη του στο σύμπαν.

Προηγουμένως θα προσπαθήσει να γαντζωθεί από τη ζωή. Θα τριφτεί με άλλα σώματα, θα δοκιμάσει τον έρωτα, την εργασιακή αρένα, τη ματαιότητα της συγκατοίκησης. Αφημένη στο αλκοόλ θα καταλήξει σ' ένα ξενοδοχείο "κέρινων ομοιωμάτων", με άλλους ανάλογους νεκροζώνταντους, που σέρνονται ως το τέλος του βίου τους. Τους ανακαλύπτεις εύκολα, μόλις ξύσεις το πρώτο στρώμα φαινομενικής ευδαιμονίας που αποτελεί την εντυπωσιακή βιτρίνα της αστικής ζωής, μόλις σβήσουν τα λαμπιόνια του τσίρκου των μεγαλουπόλεων.

Ο Έιμος Κολεκ επιλέγει την αλυσιδωτή παράθεση των διαφόρων επεισοδίων, αφού, ούτως ή άλλως, εύκολα ανασυντάσσονται, χωρίς να πειραχθεί σε τίποτα η αφήγηση. Η κινηματογράφηση λιτή και ρεαλιστική συμβαδίζει με τη σκληρότητα των καταστάσεων. Δεν παρατηρεί από κοντά την ηρωίδα του, αλλά της αφήνει την αναγκαία απόσταση για ν' αναπνεύσει. Τουλάχιστον, ας βρει στην ταινία του την ελευθερία που της λείπει, ένα χώρο για ν' αφήσει κι αυτή το ίχνος της.

Κλασικό δείγμα αμερικάνικου ανεξάρτητου σινεμά. Με απέριττα μέσα επιτυγχάνει μια ζεστή προσέγγιση στο θέμα. Δεν είναι "μεγάλη" ταινία, είναι καλή ταινία.

ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΚΙ ΕΡΑΣΤΕΣ

Σκηνοθεσία: Νιλ Λαμπιούτ. Παίζουν: Έιμι Μπρένεμαν, Άαρον Έκχαρτ, Κάθλιν Κίνερ, Ναστάζια Κίνσκι.

Το ερωτικό γαϊτανάκι αποτελεί προσφιλές θέμα στη σύγχρονη ανεξάρτητη αμερικάνικη κινηματογραφία. Το γνωρίσαμε σε διάφορες μορφές και εκδοχές, με πλέον πρόσφατη αυτήν της "Ευτυχίας" του Τοντ Σόλοντζ. Η αναφορά στην εναλλαγή των ερωτικών συντρόφων, στο πλαίσιο της αστικής κοινωνίας, υποκρύπτει την άβολη θέση των ηρώων, τη σωρεία των διαστροφών που υποστυλώνουν το γνωστό αμερικάνικο οικοδόμημα: "πατρίς, θρησκεία, οικογένεια", την επίπλαστη προσήλωσή τους σε διαχρονικές αξίες και αρχές.

Οι πρωταγωνιστές της ταινίας του Λαμπιούτ ανακυκλώνουν τις σχέσεις τους, προσπαθώντας ν' ανακαλύψουν αυτό που τους λείπει στους συζύγους των γειτόνων τους, των "κολλητών τους", των αγαπημένων τους προσώπων. Φυσικά, πίσω από κάθε ανάλογη απόπειρα, απλά πιστοποιούν για πολλοστή φορά το χαίνον κενό της ζωής τους, την άβυσσο του ψυχικού τους κόσμου, που δε λέει να γεφυρωθεί με τίποτα. Ένα έρεβος που δε θα φωτιστεί ποτέ, ούτε από το χρήμα ούτε από τα υλικά ανταλλάγματά του ούτε από την απελπισμένη συνάντησή τους με το σεξ.

Μπορεί ο Νιλ Λαμπιούτ (που τον είχαμε γνωρίσει από το ενδιαφέρον "Μεταξύ ανδρών") να μη διαθέτει ιδιαίτερη πρωτοτυπία στις ιδεολογικές και αισθητικές του αντιλήψεις. Μπορεί να μηρυκάζει γνωστές απόψεις και να επαναδιατυπώνει τετριμμένα θεωρήματα, αλλά η φωνή του έχει ιδιαίτερη αξία, καθώς προέρχεται από τη χοάνη της ψευδοευτυχίας, που ακούει στο όνομα Αμερική.

Κι άλλη ταινία του εκτός Χόλιγουντ σινεμά, γι' αυτήν την εβδομάδα. Κι εδώ μοναξιά κι απελπισία, διοχετευμένη στο άλογο σεξ. Η κινηματογράφηση στο γνώριμο στιλ του είδους.

PECKER

Σκηνοθεσία: Τζον Γουότερς. Παίζουν: Έντουαρντ Φέρλογκ, Κριστίνα Ρίτσι, Μάρθα Πλίμπτον.

"Αναρχικός" σε απόψεις και σε μεθόδους κινηματογραφικής γραφής, ο Τζον Γουότερς αναστάτωσε την "αιρετική" δεκαετία του '70, εισδύοντας με ανάλογο τρόπο και σ' αυτήν του '80, με δημιουργίες όπως τα "Pink flamingos", το "Hairspray" και το "Special mom".

Αυτή τη φορά, αγκαλιασμένος ήδη από μεγάλη χολιγουντιανή εταιρία, στέλνει τις ανατρεπτικές του απόψεις να πλήξουν το στόχο των media, της τέχνης και των εκμεταλλευτών της, τη χάλκευση της αυθεντικότητας, σε διάφορους κοινωνικούς τομείς.

Με αφορμή την ιστορία ενός νεαρού ερασιτέχνη φωτογράφου, ο οποίος γνωρίζει αναπάντεχη επιτυχία στη Νέα Υόρκη, τη στιγμή που αντιμετωπίζεται ως γραφικός στη γενέτειρά του Βαλτιμόρη, διασχίζει τους χώρους των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας (τηλεόραση, περιοδικά κτλ.), όπως και αυτούς της τέχνης, αποσκοπώντας στην κατάδειξη της πλαστότητας των δήθεν αντικειμενικών αξιών. Οι γκαλερίστες και οι λοιποί "προαγωγοί" της τέχνης, που κατοικοεδρεύουν στο Μανχάταν, ψάχνουν "παρθενικό" αίμα για να το ρουφήξουν, ζουν παρασιτικά, κλασικοί βρικόλακες της δημιουργίας. Για μια ακόμη φορά, χαλαρός στη σκηνοθετική σπονδυλική στήλη του έργου του, κάμπτει από εδώ και από 'κει, χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, διατηρώντας τη γνώριμη άναρχη (χωρίς στέρεους αρμούς) σκηνοθεσία του, για την οποία αγαπήθηκε.

Το κακό με το φιλμ είναι ότι δίπλα στη φρεσκάδα και στη ζωντάνια του γάργαρου πνεύματος του Τζον Γουότερς, δεν αντιστοιχίζεται ένα αισθητικό σοκ, που να ταρακουνάει τους θεατές, να τους δονεί σαν ηλεκτρικό ρεύμα. Ακολουθεί μια προσωπική πεπατημένη, η οποία τείνει να γίνει μανιέρα, δεν ξενίζει, όπως ίσως θα περίμενε και ο ίδιος ο δημιουργός του. Μένουν ψήγματα γέλιου και καλών στιγμών να μας θυμίζουν ότι έχουμε να κάνουμε μ' έναν ξύπνιο και βαθύτατα είρωνα σκηνοθέτη.

Ένας ανατρεπτικός σκηνοθέτης, πιο εύπεπτος, αλλά και λιγότερο οξύαιχμος από τα παλιά του έργα, σχολιάζει το διεφθαρμένο κόσμο των εμπόρων της τέχνης και την αγνότητα της νεανικής δημιουργικής ψυχής.

ΚΥΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ

Σκηνοθεσία: Φόρεστ Γουίτακερ. Παίζουν: Σάντρα Μπούλοκ, Τζίνα Ρόουλαντς, Μέι Γουίτμαν, Χάρι Κόνιγκ Τζούνιορ.

"Κάθε αρχή και δύσκολη, κάθε τέλος θλιβερό, το ενδιάμεσο είναι αυτό που μετράει". Πραγματικά ο Γουίτακερ έμεινε πιστός σ' αυτό και προσπάθησε να περικλείσει μέσα σε μια ταινία, τις αγωνίες, τις δυσκολίες, τα προβλήματα και τις μικρές ευτυχίες μιας ζωής. Πρακτικά τα κατάφερε. Έδωσε εικόνα σε κάθε πτυχή της ζωής μιας γυναίκας που την αφήνει ο άντρας της, γιατί ερωτεύτηκε την καλύτερή της φίλη.

Παρακολουθούμε το άγχος της να χτίσει μια σωστή σχέση με τη μικρή κόρη της, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα την αμφιβολία για την ύπαρξη ουσιαστικής σχέσης ανάμεσα στην ίδια και τη δική της μητέρα, συμμεριζόμαστε την προσπάθειά της να ξαναρχίσει μια καινούργια σχέση, να κατοχυρωθεί επαγγελματικά, να αντιμετωπίσει το φθόνο και τη μικροαστική συμπεριφορά της επαρχιακής πόλης στην οποία γεννήθηκε, την ασθένεια του πατέρα της και αργότερα το θάνατο της μητέρας της. Μόνον που αυτή η λεπτομερής παρακολούθηση της πορείας της κουράζει.

Οι θεματικές προσεγγίσεις γίνονται με τρόπο τέτοιο, ώστε ο θεατής να ταυτιστεί και κατά συνέπεια να "χρεωθεί" τη ζωή κάποιου άλλου, χωρίς να αισθάνεται την παραμικρή ώθηση στο να αναγνωρίσει, να ονομάσει και να προσδιορίσει ερωτήματα, των οποίων τις απαντήσεις θα τις δώσει ο ίδιος στον εαυτό του. Το καλοφτιαγμένο σενάριο και η καλή φωτογραφία αποπλανούν και παραπλανούν, δίνοντας περισσότερη έμφαση σ' ένα άψογο αισθητικό αποτέλεσμα, παρά σ' ένα φωτισμένο στην ουσία του θέμα.

Ακόμη ένα δείγμα κλασικού αμερικανικού σινεμά του στιλ "Υπάρχουν προβλήματα; Έχουμε τις λύσεις!" Ζητάμε και έχουμε(;) το δικαίωμα να σκεφτόμαστε.

Η ΔΥΤΙΚΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

Η Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ) είναι ο μόνος αμιγής ευρωπαϊκός αμυντικός οργανισμός κι αποτελεί στη μεταψυχροπολεμική εποχή το κατ' εξοχήν βήμα διαβουλεύσεων και συνεργασίας για θέματα ασφαλείας όλων των ευρωπαϊκών χωρών, με στόχο την οικοδόμηση μιας νέας Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής Ασφάλειας χωρίς τις διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος.

Η ΔΕΕ αποτελείται από 28 ευρωπαϊκά κράτη, τα οποία ανήκουν σε τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες: Τα δέκα πλήρη μέλη (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία και Βρετανία), τα τρία συνδεδεμένα μέλη (Ισλανδία, Νορβηγία, Τουρκία), τους πέντε παρατηρητές (Αυστρία, Δανία, Ιρλανδία, Σουηδία, Φινλανδία) και τους δέκα συνδεδεμένους εταίρους (Βουλγαρία, Τσεχία, Εσθονία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία).

Η Ελλάδα έγινε μέλος της ΔΕΕ το 1995 κι άσκησε για πρώτη φορά την προεδρία στη ΔΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 1998. Η πρώτη ελληνική προεδρία της ΔΕΕ συνέπεσε με μια κρίσιμη χρονιά, για το μέλλον της Ευρώπης, τη χρονιά του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος, τη χρονιά της έναρξης των διαδικασιών διευρύνσεων ΝΑΤΟ και ΕΕ, τη χρονιά που, μετά τις Συνόδους Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη και της Ε.Ε. στο Άμστερνταμ, η ευρωπαϊκή προσέγγιση στα θέματα ασφαλείας έχει μπει σε νέα τροχιά.

Η ΔΕΕ, ως γνωστόν, έχει θεσμικούς θεσμούς και σχέσεις εργασίας τόσο με την Ε.Ε. της οποίας αποτελεί αμυντικό βραχίονα, όσο και με το ΝΑΤΟ, του οποίου τον ευρωπαϊκό πυλώνα ενισχύει.

Η ελληνική προεδρία στη ΔΕΕ βρέθηκε σε μια φάση "μεσοδιαστήματος" και η προσπάθεια στράφηκε εκ των πραγμάτων, στην πρακτική ενίσχυση των σχέσεων εργασίας με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, στην ενίσχυση του διαλόγου με τρίτες χώρες και στην περαιτέρω επιχειρησιακή ανάπτυξη του Οργανισμού. Ήταν μια "προεδρία υποδομής" που προετοίμασε τη ΔΕΕ για τις θεσμικές ρυθμίσεις που η επικύρωση της Συνθήκης του Άμστερνταμ θα επιφέρει, ως ένα βαθμό, στις σχέσεις με την Ε.Ε.

Στον τομέα των σχέσεων με την Ε.Ε. προωθήθηκε η επεξεργασία σειράς κειμένων και ρυθμίσεων πρακτικής συνεργασίας, απαραίτητων για την υλοποίηση, μετά το θέσιμο σε ισχύ της Συνθήκης του Άμστερνταμ, των προβλέψεων για τη βαθμιαία εξέλιξη της ΔΕΕ, ως αμυντικού βραχίονα της Ε.Ε.

Ο τόμος που επιμελήθηκε ο διεθνολόγος Σωτήρης Ντάλης καλύπτει μια περίοδο 50 χρόνων από το 1948 με τη Συνθήκη των Βρυξελλών μέχρι το 1998 με την ελληνική προεδρία της ΔΕΕ.

Το έργο προλογίζει ο Θόδωρος Πάγκαλος ενώ ο Γιάννης Κρανιδιώτης έχει γράψει την εισαγωγή.

Στο πρώτο μέρος του τόμου παρουσιάζονται όλες οι προσπάθειες για τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άμυνας και βέβαια η ίδρυση της ΔΕΕ. Στο δεύτερο μέρος περιλαμβάνονται επίσημα κείμενα που καλύπτουν την περίοδο επαναδραστηριοποίησης της ΔΕ (1984-1991). Στο τρίτο μέρος μέσα από επίσημα κείμενα αναλύεται ο νέος ρόλος της ΔΕΕ μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και οι σχέσεις της με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Στο τέταρτο μέρος υπάρχει ένας φάκελος με κείμενα της Ελληνικής Προεδρίας στη ΔΕΕ. Περιλαμβάνονται κείμενα και ομιλίες του πρωθυπουργού, του υπουργού Εξωτερικών, του υπουργού Εθνικής Άμυνας, του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών και του γενικού γραμματέα Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του ΥΠΕΞ. Τέλος, στο πέμπτο μέρος με άρθρα και επίσημα κείμενα εξετάζεται ο ρόλος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης στη ΔΕΕ. Ο τόμος ολοκληρώνεται με ένα χρήσιμο επίμετρο του επιμελητή Σωτήρη Ντάλη στο οποίο εξετάζονται οι τελευταίες πρωτοβουλίες για τη διαμόρφωση της Κοινής Ευρωπαϊκής Πολιτικής Άμυνας.

("Η Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση Πενήντα Χρόνια από τη Συνθήκη των Βρυξελλών (1948-1998). Ελληνική προεδρία της ΔΕΕ - Α΄ εξάμηνο 1998. Κείμενα τεκμηρίωσης". Πρόλογος Θ. Πάγκαλος, Εισαγωγή Γ. Κρανιδιώτης, Επιμέλεια Σ. Ντάλης, Αθήνα 1999, σελ. 578)

Ζωγραφική στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης

Εγκαινιάστηκε στον εκθεσιακό χώρο του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης (Κ.Ι.Θ.) η έκθεση ζωγραφικής της πρωτοεμφανιζόμενης καλλιτέχνιδας Μαρίας Δάπη, η οποία θα διαρκέσει ως τις 31 Οκτωβρίου. Η έκθεση λειτουργεί από Δευτέρα ως Παρασκευή, 9 το πρωί με 2 το μεσημέρι και 6 το απόγευμα με 9 το βράδυ, ενώ το Σαββατοκύριακο από τις 11 το πρωί ως τις 2 το μεσημέρι.

Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε με την παρουσία του αντιδημάρχου Πολιτισμού, Νίκου Μακραντωνάκη, του προέδρου του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης, Σωτήρη Καπετανόπουλου, υπηρεσιακών παραγόντων του δήμου και πλήθος κόσμου. Το πρόγραμμα ξεκίνησε με κλασική μουσική από το γνωστό βαρύφωνο Νίκο Καπέτα.