Εφημερίδα "Μακεδονία"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Πολιτική :: Γνώμη (άρθρο σχολιασμού)

( τελικα θα μιλησουμε για τη θεσσαλονικη; ) 

ΤΕΛΙΚΑ ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ;

Έχουμε μάθει να ζούμε με τα ψέματα. Έχουμε μάθει να βαυκαλιζόμαστε για τη μοναδικότητα της πόλης μας, για τις δήθεν προοπτικές ανάπτυξης, για τη δήθεν μητρόπολη των Βαλκανίων και άλλα τέτοια. Είμαστε απολύτως ικανοποιημένοι όταν κρύβουμε επιμελώς τις αφέλειες και γελοιότητές μας και μέσα στα πλαίσια ενός επαρχιώτικου και τελείως επίπλαστου καθωσπρεπισμού, δεν θέλουμε να θίξουμε και κυρίως να στενοχωρήσουμε κανένα. Κι έτσι είμαστε όλοι ευχαριστημένοι και ήσυχοι. Αλλά έτσι δεν γίνεται πολιτική. Έτσι μόνο κοινωνικές σχέσεις και παρέες οικοδομούνται.

Πιστεύω πως υπάρχει μια κακώς εννοούμενη αντίληψη για το τι σημαίνει, τελικά, σύγκλιση και συμπόρευση κοινωνικών δυνάμεων. Άχρωμη, άγευστη και κυρίως ακίνδυνη και απονευρωμένη από κάθε πολιτική διάσταση και ιδεολογική συνάντηση, που δεν θέλει ο λόγος της να συγκρουστεί με κανέναν ή μη μόνον ίσως, για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά, με τον κοινωνικά υποδεέστερο αντίπαλο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε σύγκλιση, ούτε πολιτικό μόρφωμα αξιόπιστο, συνεκτικό και ανθεκτικό στο χρόνο. Αυτό παθαίνει σήμερα ακόμη και η αριστερά -που εζήλωσε φαίνεται λόγω απουσίας από την κοσμικότητα- και η οποία δεν μπόρεσε τα τελευταία χρόνια να διαμορφώσει πρόσωπο στην πόλη και κυρίως να εκφράσει πολιτικό λόγο ή έστω να συγκεντρώσει τα σπαράγματα και τα απομεινάρια του. Γιατί στα νέα φαινόμενα κοινωνικών προτύπων και συμπεριφορών δεν μπορείς να απαντάς με λογικές απαρχαιωμένες και αγκυλωμένες, που δεν μπορούν να αντιληφθούν την πολυπλοκότητα και κυρίως τους προσανατολισμούς των νέων αυτών φαινομένων.

Από την άλλη, είναι φυσικό πως η συνάντηση των δυνάμεων που βλέπουν το ελληνικό αύριο, ενταγμένο στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση. Είναι εξίσου φανερό πως με τη λογική, που διαπαιδαγωγούνταν ο πασοκικός χώρος επί εικοσιπέντε χρόνια, είναι αδιανόητο γι' αυτόν να αποδεχτεί πως στην προοπτική η μοναξιά δεν ωφελεί, και ειδικά σε θέματα διαχείρισης της εξουσίας. Όπως, επίσης, είναι αδύνατον να μας πείσει ότι μπορεί να δει μακρύτερα από τη μύτη του. Γιατί δεν πείθομαι ότι θα δοθεί νέα πνοή στο δήμο της πόλης με καλύτερα κτυπήματα φάουλ ή μεγαλύτερη ευστοχία στα τρίποντα. Γιατί τι άλλο θα έχουν να προσφέρουν στις σημερινές δύσκολες συνθήκες τα δύο προηγούμενα παιδιά του συνδυασμού που ξέρει και μπορεί, χωρίς να υποτιμώ καθόλου ούτε τη γνώμη ούτε τη συμμετοχή τους. Φαίνεται πως η απουσία του πλειοψηφήσαντος Φασούλα, πριν κάποια χρόνια, δεν έχει συνετίσει κανέναν. Και με σχηματισμό κατά τεκμήριο φθαρμένο, δοκιμασμένο στην πλειοψηφία του και αποτυχημένο ο συγκεκριμένος συνδυασμός δεν μπορεί να ευαγγελίζεται δραματικές αλλαγές και βελτιώσεις. Άρα, η προσέλκυση των ψήφων πρέπει να αποκτήσει κάποια άλλα χαρακτηριστικά και να μη μείνει απλά και μόνον στη συγγένεια των περί την αυτοδιοίκηση αντιλήψεων γιατί επί της ουσίας ούτε αυτή υπάρχει. Το ζητούμενο είναι να κατακτηθεί, εάν αποδειχθεί, φυσικά, προηγουμένως ότι είναι επιθυμητό.

Το μέγιστο, όμως, ερώτημα που πηγάζει από τα νέα φαινόμενα πλήρους απονεύρωσης και κυρίως ουδετεροποίησης του πολιτικού λόγου, αφορά το πολύ συγκεκριμένο πρόβλημα του οράματος για την πόλη. Τελικά, εάν αύριο επενδυθούν στη Θεσσαλονίκη κάποια τρισ. δραχμές (πανηγυρίσατε εργολάβοι) και αποκτήσει και τραμ και μετρό και υπόγεια πάρκιγκ και πράσινο και υποθαλάσσια σήραγγα και όλα όσα αφειδώς υποσχέθηκαν οι υποψήφιοι, λύθηκε το πρόβλημα της πόλης; Μιας πόλης που βουλιάζει στην απραξία, την αδράνεια και την απάθεια, χωρίς όραμα και κυρίως στόχους για το μέλλον. Χωρίς να διαφαίνεται στον ορίζοντα εφικτή και βιώσιμη λύση για τη διαμόρφωση ενός ιστού κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού που θα μπορεί να σχεδιάσει και οραματιστεί για το αύριο της πόλης. Χωρίς να έχει στο ελάχιστο αντιληφθεί του τι συμβαίνει γύρω της στη γειτονιά αλλά και λίγο μακρύτερα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ο καλλωπισμός και η λύση των όποιων προβλημάτων δεν αρκεί για να ξεκολλήσει αυτή πόλη από το βάλτωμά της.