Παράλληλη Αναζήτηση

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Άρθρα :: Ανεπτυγμένη είδηση-λόγος

( οι σκοπιανοί οικειοποιούνται και ελληνικές αγιογραφίες ) 

Οι δύο εικόνες της Παναγίας που εκτίθενται στο Παρίσι, όπου φαίνεται καθαρά η παραχάραξη. Η λέξη "μήτηρ" επάνω αριστερά στην εικόνα, που ήταν γραμμένη στα ελληνικά, έχει σβηστεί.

Η ζωγράφος Μαίρη Κασσάτ μέσα από τα μάτια του μοντέλου της

Β ΔΙΑΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΜΕΤΑΒΑΤΑ ΡΗΜΑΤΑ - ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

ΘΡΑΣΥΤΑΤΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΓΙΑ ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ

Φαντάζομαι το σώμα μου σαν τοπίο

B1 Οι διαθέσεις του ρήματος

Οι Σκοπιανοί οικειοποιούνται και ελληνικές αγιογραφίες

ΜΙΑ ΕΛΚΥΣΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ. ΕΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΠΟΥ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ. ΚΑΘΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΑΝΤΙΚΡΥΖΕΤΑΙ ΜΕ ΕΝΑΝ ΠΙΝΑΚΑ ΤΗΣ ΙΜΠΡΕΣΙΟΝΙΣΤΡΙΑΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΜΑΙΡΗΣ ΚΑΣΣΑΤ. Η ΑΔΕΛΦΗ ΤΗΣ, ΛΥΝΤΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ. ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΕΝΟΣ ΖΩΗΡΟΥ ΜΥΑΛΟΥ ΠΟΥ ΑΣΦΥΚΤΙΑ ΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΕΥΘΡΑΥΣΤΟ ΣΩΜΑ

Ακούω και μιλώ

Πρόκληση για την Ελλάδα αποτελεί η έκθεση ελληνικών αγιογραφιών από το μουσείο της Αχρίδας και την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Στρούγκα, που πραγματοποιούν οι Σκοπιανοί στο Παρίσι

ΣΟΦΙΑ ΝΙΚΟΛΑΙΔΟΥ

1. Θέτει, εμφανίζεται, ζητούνται, θα επιτρέψουν, κάνουμε, οραματίζονται.

Ελληνικές αγιογραφίες από το μουσείο της Αχρίδας και την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Στρούγκα εκθέτουν οι Σκοπιανοί στο Παρίσι, ως δικά τους καλλιτεχνικά επιτεύγματα.

Υπάρχουν μυθιστορήματα που εκτυλίσσονται σε μια δίνη δράσης.

Σε ποια φωνή βρίσκονται τα παραπάνω ρήματα του κειμένου 4;

Μάλιστα, ονομάζουν την έκθεση "Οι μεσαιωνικοί θησαυροί της Μακεδονίας" και καπηλεύονται για ακόμη μία φορά τον ελληνικό πολιτισμό.

Οι ήρωες σβαρνίζονται από γεγονότα και πράξεις που, συχνά, τους παίρνουν παραμάζωμα.

2. Στην τελευταία παράγραφο του κειμένου 4 βρείτε πέντε ρήματα που να δείχνουν ενέργεια (δράση) του υποκειμένου.

Οι 14 αγιογραφίες από τις συνολικά 40, που εκθέτουν οι Σκοπιανοί στο Παρίσι, προέρχονται από το μουσείο της Αχρίδας και οι υπόλοιπες από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Στρούγκα, ενώ χρονολογούνται από τον 11ο και 12ο αιώνα, καθώς και από τον 15ο και 16ο αιώνα.

Πρόκειται για μυθιστορήματα, τα οποία ανταποκρίνονται πλήρως στις αναγνωστικές προσδοκίες του σύγχρονου αναγνώστη, που είναι εθισμένος στα τερτίπια της κινηματογραφικής αφήγησης: γρήγορες εναλλαγές, πλοκή που προκαλεί αγωνία, η απαραίτητη κορύφωση.

Σύμφωνα με το θεολόγο, αγιογράφο και ιστορικό Μιχάλη Χρυσανθόπουλο, η έκθεση των ελληνικών αγιογραφιών στο Παρίσι πραγματοποιείται υπό την αιγίδα των προέδρων των δύο χωρών, Ζαν Ζακ Σιράκ και Κίρο Γκλιγκόροφ, και έχει απώτερο σκοπό τη σύσφιξη των πολιτιστικών δεσμών μεταξύ των δύο λαών.

Υπάρχει και μια άλλη κατηγορία μυθιστορημάτων.

"Ο Κίρο Γκλιγκόροφ, μάλιστα", τόνισε στη συνέχεια ο κ. Χρυσανθόπουλος, "υποστηρίζει ότι η έκθεση αποτελεί συνέχεια του πολιτισμού της Μακεδονίας και παράλληλα επιδεικνύει τον πολιτισμό της χώρας, η οποία αν και είναι μικρή σε έκταση, έχει πολύ μεγάλη και σημαντική ιστορία".

Εκείνα που κεντούν ψιλοβελονιά την εσωτερική περιπέτεια του αφηγητή.

Παραχαράσσουν τον ελληνικό πολιτισμό

Στα μυθιστορήματα αυτά, τα συμβάντα είναι απλώς η αφορμή.

Επίσης, ο κ. Χρυσανθόπουλος ανέφερε στη "Μ" ότι οι Σκοπιανοί αλλοιώνουν ορισμένες από τις αγιογραφίες, αντικαθιστώντας τις ελληνικές επιγραφές με σλαβικά γράμματα.

Παρακολουθούμε την εσωτερική ζωή του ήρωα: αισθήματα, αισθήσεις, σκέψεις, όνειρα.

"Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αλλοίωσης και της παραχάραξης της εθνικής ταυτότητας των αγιογραφιών", είπε, "αποτελεί η εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας, στην οποία οι Σκοπιανοί αντικατέστησαν την ελληνική επιγραφή 'Μήτηρ', αριστερά του κάμπου της εικόνας, με τρία σλαβικά γράμματα, που αποτελούν συντομογραφία της Γλυκοφιλούσας ή Ελεούσας".

Η πλοκή δεν αγκιστρώνεται σε γεγονότα, υφαίνεται μέσα από σκαμπανεβάσματα, σκέψεις που διαμορφώνουν συμπεριφορές, εικόνες που καθορίζουν την πρόσληψη του κόσμου.

Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Χρυσανθόπουλο, οι Σκοπιανοί καταστρέφουν ελληνικές εκκλησίες και ιδρύματα και ακόμη παραχαράσσουν τις ελληνικές επιγραφές σε ορισμένες τοιχογραφίες εκκλησιών, που έχτισαν στην περιοχή οι Έλληνες, προσπαθώντας να καταδείξουν το σλαβικό πολιτισμό στο μακεδονικό χώρο.

Το μυθιστόρημα "Η Λύντια Κασσάτ" διαβάζει πρωινή εφημερίδα ανήκει σ' αυτήν την κατηγορία.

"Πρόσφατο παράδειγμα της λεηλασίας του ελληνικού πολιτισμού στα Σκόπια", σημείωσε καταλήγοντας, "αποτελεί η κατεδάφιση του αρρεναγωγείου της Ρέσνα, που θεμελίωσε ο Κοσμάς ο Αιτωλός και έχτισε με δικά του χρήματα το 1778 ο Νιζοπολίτης Κωνσταντίνος Μπέμπης".

Η ιστορία βασίζεται στη ζωή της Αμερικανίδας ιμπρεσιονίστριας ζωγράφου Μαίρης Κασσάτ. Αφηγήτρια η αδελφή της, Λύντια. Το καθένα από τα πέντε κεφάλαια του βιβλίου εστιάζεται γύρω από έναν πίνακα της Μαίρης, που χρησιμοποιεί ως μοντέλο τη Λύντια. Σε κάθε κεφάλαιο πίνακας και κείμενο αντικρύζονται. Ζωγραφική και πεζογραφία συνομιλούν και συνδυάζουν, με τρόπο υπόγειο, την αφηγηματική τους τάξη.

Γέφυρες που περνούν τον αναγνώστη από το ένα κεφάλαιο στο άλλο, ένα είδος μεταβατικής μπάρας, είναι τα όνειρα της Λύντια που προτάσσονται σε κάθε κεφάλαιο, αυτονομημένα μα κουτσουρεμένα: η τελική φράση μένει στον αέρα μισή. Σχεδόν ακούμε τη λαχανιαστή αναπνοή της Λύντια, ζεστής ακόμα από τον ύπνο, να τα αφηγείται.

Mary Cassatt, "Η Λύντια πλέκει στον Κήπο του Μάρλι", 1880, λάδι σε καμβά. "Αντιμετωπίζω τον σοβαρό κίνδυνο τα δάχτυλά σου στον πίνακα να μοιάζουν με λουκάνικα"

Οι δύο αδελφές περπατούν στο Παρίσι του 1880, συνομιλούν με τον Ντεγκά, συζητούν για ζωγραφική. Η ιδιαίτερη όραση της Λύντια, ο τρόπος με τον οποίο θεάται τον κόσμο, αναδιαμορφώνεται μέσα από την αρρώστια που την ταλαιπωρεί. "Ή ερωτεύεται κανείς ή αρρωσταίνει" μονολογεί, καθώς θυμάται την πρώτη ιατρική διάγνωση της ασθένειάς της. Το ατίθασο μυαλό της περιορίζεται σε ένα σώμα που νοσεί με τρόπο επώδυνο. Η Λύντια πάσχει από τη νόσο του Μπράιτ. Οι κρίσεις της είναι συχνές, διαρκούν ολοένα και περισσότερο. Με δυσκολία ποζάρει για την αδελφή της, πάντα στα διαλείμματα από τα μακρόσυρτα κρεβατώματά της. Και όσο βυθίζεται στην αρρώστια, τόσο καταλαβαίνει πως, σιγά σιγά, περνά στην αντίπερα όχθη. "Κι ενόσω καταρρέω, θυμώνω με τους δικούς μου, επειδή περπατούν στις μύτες των ποδιών γύρω μου και με κοιτάζουν με ύφος σιωπηλό, λες και πέθανα ήδη. Εντούτοις, την ίδια στιγμή, χάνουν την υπομονή τους μαζί μου. Γίνε καλά ή φύγε, διάλεξε το ένα απ' τα δυο, νιώθω ότι σκέφτονται, δεν αντέχουμε να σε συντροφεύουμε περισσότερο σ' αυτή την αρρώστια".

Έτσι λοιπόν, η Λύντια, αυτό το αερικό με την sui generis όραση του κόσμου, αποδεικνύεται η πιο ταιριαστή αφηγήτρια. Αποτελεί μέρος του πίνακα (πώς αλλιώς, αφού είναι το μοντέλο) ­ αλλά και τον καθρέφτη του (παρατηρεί με οξυνούστατη λεπτομέρεια την αδελφή της να ζωγραφίζει). Οι λυρικές εκτροπές του λόγου της δεν ηχούν παράταιρα, αλλά συντονίζονται με τη φωνή αυτής της ονειρικής και ονειροπαρμένης αφηγήτριας.

Η Μαίρη, μέσα από τους πίνακες και τις συζητήσεις με την αδελφή της, συνειδητοποιεί πως η τέχνη δημιουργεί μνήμη. Στους πίνακες που ζωγραφίζει ουσιαστικά αποχαιρετά, ζωντανή ακόμα, την αδελφή της. Η Λύντια το καταλαβαίνει αυτό. Η Μαίρη θα ωριμάσει ως ζωγράφος, χρησιμοποιώντας ως υλικό της τέχνης της το ακατέργαστο ορυκτό μάγμα ζωής και θανάτου που βλέπει μπρος στα μάτια της.

"Παρατηρώ την αδελφή μου και τον Εντγκάρ, γνωρίζοντας πως δεν αποτελώ μέρος της εικόνας", σημειώνει σε κάποια ανύποπτη στιγμή η Λύντια. Η καθημερινότητα εξαχνώνεται. Οι πίνακες θα μείνουν. Εξεικονίζουν μια νέα γυναίκα να διαβάζει εφημερίδα, να πίνει τσάι, να κεντά. Η Μαίρη δεν ζωγράφισε απλώς τη νέα γυναίκα που είχε απέναντί της. Ζωγράφισε τον κόσμο της Λύντια. Τον ζωγράφισε με επίγνωση θανάτου και μας τον έκανε χάρισμα.

ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑ Η ΣΚΕΨΗ

"Προς στιγμήν, φαντάζομαι το σώμα μου σαν τοπίο, στο οποίο μπορώ να ταξιδέψω, για να επιθεωρήσω τα δέντρα και τις δημοσιές, να εξετάσω κατά πόσον οι γέφυρες άντεξαν στην αντάρα αυτής της εβδομάδας. Το γεγονός ότι σκέφτομαι, το εκλαμβάνω ως πολυτέλεια".