Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Λήμμα "?βασιλεοθυγάτηρ"
?βασιλεοθυγάτηρ η.
  • Κόρη βασιλιά, βασιλοπούλα:
    • στεμμένας όλας δέσποινας, βασιλεοθυγατέρας (Βέλθ. 527 (χφ βασιλέων θυγατέρας· έκδ. βασιλιοθυγατέρας· πβ. Χατζηγιακουμής 1977: 224)).

[<ουσ. βασιλεύς + θυγάτηρ. Για το σχηματ. πβ. λ. βασιλεοπάτωρ, βασιλεωμήτωρ, κ.ά. (LBG). Τ. βασιλοθυγατέρα σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες