Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Λήμμα "καθυποτάσσω"
καθυποτάσσω· κατυποτάσσω.
  • Yποτάσσω εντελώς, κατακυριεύω:
    • τοις βασιλεύσιν εύχομαι … εχθρούς καθυποτάξαι (Γλυκά, Στ. 561).

[μτγν. καθυποτάσσω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες