Epitome of the Kriaras Dictionary
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- αγκωνή η.
-
- Γωνιά, άκρη:
- Για να μαζώξουν όλο το Iσραέλ από τες αγκωνές του κόσμου (Εβρ. ελεγ. 170).
[<συμφ. ουσ. αγκώνας + γωνία. H λ. και σήμ. ιδιωμ.]
- Γωνιά, άκρη:
ΞΞ½Ξ± εγχείΟΞ·ΞΌΞ± του ΞΞΞ½Ο„ΟΞΏΟ… Ελληνικής ΓλΟσσας Ξ³ΞΉΞ± την υποστήΟΞΉΞΎΞ· της ελληνικής Ξ³Ξ»Οσσας στη διαχΟΞΏΞ½Ξ―Ξ± της: Ξ±Οχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, Ξ½ΞΞ± ελληνική αλλά ΞΊΞ±ΞΉ στη συγχΟΞΏΞ½ΞΉΞΊΞ® της διάσταση.
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[<συμφ. ουσ. αγκώνας + γωνία. H λ. και σήμ. ιδιωμ.]
| © 2006 - 2008 Centre for the Greek Language | Copyright | Terms of Use |